III
Ένταση μεταξύ δημοκρατίας και φιλελευθερισμού και κρίση της φιλελεύθερης δημοκρατίας στο εσωτερικό της «Δύσης», και υποχώρηση της επιρροής του φιλελευθερισμού διεθνώς
Η μέχρι πρότινος ηγεμονική επιρροή που ασκούσε ο φιλελευθερισμός, τόσο στην Ευρώπη όσο και στο διεθνές στερέωμα, οφειλόταν στην προώθηση της συγκεκριμένης ιδεολογίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, αρχικά μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά την περίοδο του διπολικού ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ που είχε ως κύριο χαρακτηριστικό την ιδεολογική τους επέκταση, και στη συνέχεια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, κατά την περίοδο της μονοπολικής αμερικανικής κυριαρχίας που είχε ως κύριο χαρακτηριστικό την παγκοσμιοποίηση.
Η υποχώρηση του φιλελευθερισμού αποτελεί μια απολύτως ερμηνεύσιμη εξέλιξη και δεν ενέχει κανένα μυστήριο. Με την υποχώρηση της ισχύος του φορέα μιας ιδεολογίας υποχωρεί και η επιρροή της συγκεκριμένης ιδεολογίας: με την αποδυνάμωση της ισχύος των ΗΠΑ υποχωρεί και η επιρροή του φιλελευθερισμού, όπως συνέβη με την αποδυνάμωση της ισχύος της ΕΣΣΔ και την υποχώρηση της επιρροής του σοσιαλισμού (η μετασοβιετική νεοφιλελεύθερη δυτικογενής και ευρωκεντρική «αριστερά» εγκατέλειψε ιδεολογικά τον σοσιαλισμό αντικαθιστώντας τον με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η παράλληλη εξέλιξη της ανόδου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της παρακμής του σοσιαλισμού ούτε έχει μελετηθεί ούτε έχει αναδειχθεί αρκετά).
Δύο από τα κυριότερα αγκάθια στο σώμα του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού είναι
η πολιτικοποίηση της οικονομίας και η άνοδος του λαϊκισμού. Η οικονομική ασφάλεια και το λεγόμενο
friendshoring, που ουσιαστικά επαναφέρουν τη λογική του εμπορικού μπλοκ, και η πολιτικοποίηση της οικονομίας γενικότερα, υπονομεύουν την επιρροή του οικονομικού φιλελευθερισμού και ως πρακτικές είναι ασύμβατες με την ελεύθερη αγορά. Τα προηγούμενα προωθούν οι Δημοκρατικοί, αλλά και στο στρατόπεδο των Ρεπουπλικάνων τα πράγματα είναι εξίσου άσχημα για τον οικονομικό φιλελευθερισμό: όταν το πρώτο πράγμα που απαντάει ο Τραμπ σε ερώτηση για την αμερικανική οικονομία είναι
We're doing tariffs on other countries, προφανώς η ελεύθερη αγορά έχει τελειώσει. Βέβαια αυτό δεν μπορούν να το παραδεχθούν ελευθεραγορίτες οπαδοί του Τραμπ, διότι αν το παραδέχονταν θα ομολογούσαν ότι τελικά αυτό που πραγματικά υποστήριζαν δεν ήταν η «ελεύθερη αγορά», αλλά κάτι διαφορετικό. Αυτό από μόνο του θα έπρεπε να τους υποψιάσει ότι στις μέρες μας τα πράγματα είναι διαφορετικά από τη ψυχροπολεμική περίοδο της αντιπαράθεσης καπιταλισμού-σοσιαλισμού (Δες και παρακάτω IV και V). Από την άλλη μεριά
, η επιτάχυνση της παρακμής του πολιτικού φιλελευθερισμού σχετίζεται ευθέως με την άνοδο του λεγόμενου λαϊκισμού στο εσωτερικό των φιλελεύθερων κρατών. Αρκετοί φιλελευθεροδημοκράτες, οπαδοί του Μπάιντεν ή της Χάρις, διαπιστώνουν ιδεολογική εγγύτητα μεταξύ Τραμπ και Πούτιν, ωστόσο ελάχιστοι χαρακτηρίζουν τον Πούτιν ως λαϊκιστή, και ακόμα λιγότεροι πείθουν ότι είναι τέτοιος. Ο λαϊκισμός, στην τρέχουσα μορφή του, αποτελεί ιδιαίτερο φαινόμενο των «δυτικών» φιλελεύθερων δημοκρατιών και πηγάζει από τις
εσωτερικές αντιφάσεις και πιο συγκεκριμένα από
το χάσμα και την ένταση μεταξύ δημοκρατίας και φιλελευθερισμού στο πλαίσιο της σύνθεσής τους, της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Η δημοκρατία ιστορικά έχει υπάρξει χωρίς τον φιλελευθερισμό και ο φιλελευθερισμός χωρίς τη δημοκρατία. Διαφορετικά: η δημοκρατία διαμορφώθηκε ανεξάρτητα από τις φιλελεύθερες αρχές και δεν είχε ανάγκη τον φιλελευθερισμό ως προϋπόθεση προκειμένου να υπάρξει, να διαμορφωθεί και να παγιωθεί ως καθεστώς. Δημοκρατικές αρχές όπως αυτές της ισότητας, της αρχής της πλειοψηφίας και της λαϊκής κυριαρχίας, δηλαδή της αρχής ότι η κυρίαρχη εξουσία ανήκει στον λαό, δεν προϋπέθεταν φιλελεύθερες αρχές, όπως αυτές της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων και των μειονοτήτων, προκειμένου να υπάρξουν και να διαμορφώσουν ένα πλαίσιο δημοκρατικής διακυβέρνησης.
Η συζήτηση γύρω από τον λαϊκισμό μπορεί να ερμηνευτεί, μεταξύ άλλων, και ως ένα είδος φιλελεύθερης αυτοκατανόησης, ως μια φιλελεύθερη έκφραση άμυνας και φόβου, ελιτίστικου χαρακτήρα, απέναντι στην πιθανότητα ανάδυσης μιας δημοκρατικής ή λαϊκής πλειοψηφίας, μιας αναδυόμενης τυραννικής δύναμης που θα εδράζεται σε τάξεις των σύγχρονων πληβείων: αξέχαστη και αξιομνημόνευτη είναι σε αυτό το πλαίσιο η αναφορά της Χίλαρι Κλίντον στους οπαδούς του Ντόναλντ Τραμπ ως basket of deplorables το 2016. Πολλοί φιλελεύθεροι αποδίδουν τα αδιέξοδα του φιλελευθερισμού σε κρίση της δημοκρατίας ενώ στην πραγματικότητα αυτά προέρχονται από το χάσμα και την ένταση μεταξύ φιλελευθερισμού και δημοκρατίας στο πλαίσιο της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Από το χάσμα μεταξύ των δύο πηγάζει όχι μόνο ο λαϊκισμός αλλά και ο αντισυστημισμός, οι δυνάμεις εναντίον του κατεστημένου κ.λπ. Ποιο είναι το περιεχόμενο αυτού του κατεστημένου και αυτού του συστήματος; Το φιλελεύθεροδημοκρατικό.
Η ένταση και η πόλωση μεταξύ των δημοκρατικών και των φιλελεύθερων αρχών στο εσωτερικό των φιλελεύθερων δημοκρατιών αυξάνεται συνεχώς, με τη μεγαλύτερη κλιμάκωση να παρατηρείται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, με χαρακτηριστικά γεγονότα την εισβολή στο Καπιτώλιο της 6ης Ιανουαρίου 2021 οπαδών του πρώην Αμερικανού προέδρου και εκ νέου υποψηφίου για την αμερικανική προεδρία Ντόναλντ Τραμπ, και τη δολοφονική απόπειρα εις βάρος του στις 13 Ιουλίου 2024.
Διαφαίνεται στον ορίζοντα η πιθανότητα μια εκ των δύο τάσεων, η φιλελεύθερη ή η δημοκρατική, δυνητικά να ηγεμονεύσει απόλυτα στο εσωτερικό μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας, μετασχηματίζοντας το φιλελευθεροδημοκρατικό καθεστώς είτε προς μια αυταρχική αντιφιλελεύθερη κατεύθυνση, στην οποία θα ήταν παντοδύναμη μια δημοκρατική πλειοψηφία, είτε προς μια αυταρχική αντιδημοκρατική κατεύθυνση, στην οποία θα ήταν παντοδύναμη μια φιλελεύθερη μειοψηφία, διαφαίνεται δηλαδή η πιθανότητα να οδηγηθούμε είτε σε ένα φιλελεύθερο αντιδημοκρατικό είτε σε ένα δημοκρατικό αντιφιλελεύθερο καθεστώς (Ασφαλώς και μπορούν να υπάρξουν τόσο αυταρχικός φιλελευθερισμός όσο και αυταρχική δημοκρατία).
Η πολιτική ένταση που παραδοσιακά ενυπάρχει στη σχέση φιλελευθερισμού και δημοκρατίας έχει υποτιμηθεί λόγω της κυριαρχίας του οικονομικού ανταγωνισμού μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού, ιδίως στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου. Ωστόσο, ιστορικά, ο φιλελευθερισμός ανέκαθεν ήταν φοβικός απέναντι στις δημοκρατικές αρχές και προσπαθούσε να ελέγξει, να περιορίσει και να φέρει στα φιλελεύθερα μέτρα του τη δημοκρατία.
Ουσιαστικά, μετά από τις επαναστάσεις του 1848 η δημοκρατία έπαψε να αποτελεί πρωταρχικό εχθρό του φιλελευθερισμού και τη θέση του κύριου εχθρού κατέλαβε ο σοσιαλισμός. Οι φιλελεύθεροι πήραν στοιχεία από τη δημοκρατία που θεωρούσαν ότι ταιριάζουν στην ιδεολογία τους, βαφτίστηκαν δημοκράτες αντί για φιλελεύθεροι, δηλαδή αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το όνομα και την έννοια προκειμένου να διατηρήσουν την ουσία του πράγματος, και όσα στοιχεία από τη δημοκρατία δεν τους ταίριαζαν τα απέδωσαν στον σοσιαλισμό. Από τότε και μετά, ιστορικά, όποτε απειλείται ο φιλελευθερισμός φωνάζει «δημοκρατία». Το 1991 ο φιλελευθερισμός επικράτησε ιδεολογικά επί του σοσιαλισμού (εξέλιξη που δεν συνέπεσε τυχαία με την ολοκληρωτική αποδυνάμωση της Ευρώπης, αρχικά με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στη συνέχεια με το τέλους του Ψυχρού Πολέμου, έναντι της Αγγλόσφαιρας), και τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά το 2008, επανήλθε η αρχική παραδοσιακή ένταση και αντιπαράθεση μεταξύ φιλελευθερισμού και δημοκρατίας, που αποσταθεροποιεί εσωτερικά φιλελεύθερες δημοκρατίες, φανερώνοντας τις εσωτερικές του αντιφάσεις.
Από το 1848 μέχρι το 1991 ουσιαστικά ο φιλελευθερισμός ηγεμονεύει επί της δημοκρατίας, έχοντας μετατρέψει την τελευταία σε μέσο για τους σκοπούς και τη νομιμοποίησή του αλλά και για τη μαζικότητά του. Η προσπάθεια απόλυτης ταύτισης της σύγχρονης δημοκρατίας ως έννοιας γενικά με τη φιλελεύθερη δημοκρατία ειδικά, της αποκλειστικής χρήσης της έννοιας, σχετίζεται με το πώς ο φιλελευθερισμός επικράτησε ως πράγμα αλλά όχι ως έννοια.
IV
Ο φιλελευθερισμός και η δημοκρατία ως έννοιες και ως πράγματα
Ο φιλελευθερισμός είναι ο κερδισμένος τόσο από πλευράς κύρους όσο και από πλευράς αποδοχής και νομιμοποίησης από αυτή σχέση με τη δημοκρατία, διότι ουδέποτε υπήρξε τόσο δημοφιλής όσο νομίζουν ορισμένοι στο εσωτερικό της «Δύσης». Είναι γνωστό ότι η δημοκρατία ήταν αντιδημοφιλής μέχρι τον 18ο αιώνα, αλλά και ο φιλελευθερισμός δεν υπήρχε ως έννοια μέχρι τον 19ο αιώνα. Ως πράγμα μπορεί να υπήρχε παλαιότερα στην Αγγλία, ή και στις βρετανικές αποικίες της Αμερικής, όμως ως έννοια και άρα ως συνείδηση και ταυτότητα δεν υπήρχε. Σε ό,τι αφορά τον περίφημο Τζων Λοκ, αυτός βαφτίστηκε ιδρυτής πατέρας του φιλελευθερισμού και ενσωματώθηκε στον φιλελεύθερο κανόνα, πολύ αργά, μόλις τον 20ο αιώνα (οι ΗΠΑ έχουν χαρακτηριστεί ως “Lockean remnant”, ως «Λοκιανό απομεινάρι»). Η πεποίθηση ότι ο φιλελευθερισμός είναι εξίσου δημοφιλής με τη δημοκρατία, και άρα ότι ο φιλελευθερισμός μπορεί να βγει κερδισμένος μακροπρόθεσμα στρεφόμενος εναντίον της δημοκρατίας, είναι παρακινδυνευμένη αν όχι ανεδαφική.
Η δημοκρατία υπάρχει τόσο ως έννοια όσο και ως πράγμα τουλάχιστον δυόμισι χιλιετίες, ενώ ο φιλελευθερισμός ως και τα δύο μαζί, και ως έννοια και ως πράγμα, δεν υπάρχει πριν από το 1810-1820, δηλαδή ούτε δυόμισι αιώνες. Ο φιλελευθερισμός μόνο ως έννοια γεννιέται μετά από τη Γαλλική Επανάσταση. Ακόμη και στους Νέους Χρόνους η δημοκρατία ως έννοια είναι παλαιότερη από τον φιλελευθερισμό. Αυτή η διαφορά από μόνη της θα έπρεπε να αρκεί για να μην ταυτίζεται η δημοκρατία με τη φιλελεύθερη δημοκρατία.
Αυτό που ονομάζουμε δημοκρατία στη «Δύση» σήμερα είναι ένα φιλελεύθερο καθεστώς με δημοκρατικά στοιχεία, όχι ένα δημοκρατικό καθεστώς με φιλελεύθερα στοιχεία (η διαφορά δεν αποτελεί παιχνίδισμα του λόγου, είναι υπαρκτή): είναι ο φιλελευθερισμός σε δημοκρατική μορφή, όχι η δημοκρατία σε φιλελεύθερη μορφή, διότι τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της δημοκρατίας είναι προφιλελεύθερα και θεωρούνται σε μεγάλο βαθμό αντιφιλελεύθερα (εξ ου και οι φιλελεύθεροι τρέμουν μια μη φιλελεύθερη δημοκρατία και προσπαθούν να πείσουν ότι υπάρχει μια και μόνη δημοκρατία, η φιλελεύθερη δημοκρατία). Δεν αναφέρομαι εδώ στον κλασικό διαχωρισμό περί έμμεσης και άμεσης δημοκρατίας ή στα περί ατομικού και συλλογικού: η
εκλογή σε αξίωμα με βάση την
προσωπική αξία και ικανότητα, δηλαδή με βάση την ατομικότητα και όχι με βάση μια συλλογική κοινωνική τάξη, υπάρχει από την εποχή του Θουκυδίδη, ενώ οι Μοντεσκιέ και Ρουσσώ αποκλείουν την αντιπροσώπευση από τη δημοκρατία ο ένας και από την κυριαρχία ο άλλος.
Από το πώς ερμηνεύεται η έννοια της κυριαρχίας εξαρτάται η σχέση της αντιπροσώπευσης με τη δημοκρατία. Αναφέρομαι σε κάτι βαθύτερο. Ο φιλελευθερισμός ορίζει τόσο την έννοια της
ελευθερίας όσο και την έννοια της
δημοκρατίας με εντελώς ιδιαίτερο και διαφορετικό τρόπο όχι μόνο από τους αρχαίους (κάτι που δεν είναι παράξενο καθώς μιλάμε για
διαφορετικούς πολιτισμούς, παρά τις αφηγήσεις περί υπερδισχιλιετούς «Δύσης») αλλά και από νεότερους, όπως ο Μοντεσκιέ. Στον Αριστοτέλη ο σκοπός και το τέλος της δημοκρατίας είναι η ελευθερία ενώ στον δημοκρατικό προοδευτικό φιλελευθερισμό η δημοκρατία είναι το μέσο και η ελευθερία του ατόμου είναι ο σκοπός. Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η ελευθερία και η ισότητα υφίστανται
κατ’ εξοχήν στη δημοκρατία, αγγίζοντας το υψηλότερο σημείο τους, ενώ ο φιλελευθερισμός κατασκευάζει ένα τεχνητό δίπολο που είναι αμφίβολο κατά πόσο υπήρξε στην ιστορία της ανθρωπότητας,
ως αντίθεση, πριν από την εμφάνιση του φιλελευθερισμού, τοποθετώντας την ισότητα σχεδόν στον αντίποδα της ελευθερίας. Κάτι τέτοιο είναι ακατανόητο από τον Αριστοτέλη μέχρι και τον Μοντεσκιέ, και τούτο δεν είναι τυχαίο γιατί προφανώς το συγκεκριμένο δίπολο αποτελεί απότοκο του σοκ και του δέους, του τρόμου που προκάλεσε η Γαλλική Επανάσταση.
Οι Άγγλοι πουριτανοί προσκυνητές που έφτασαν στις όχθες της Αμερικής ως μετανάστες και ως έποικοι προκειμένου να λατρέψουν τον Θεό εν ελευθερία,
δεν θεωρούσαν ως ασύμβατες μεταξύ τους την ισότητα και την ελευθερία και,
μιλώντας με σημερινούς όρους, οικοδόμησαν μια
θρησκευτική και μια
κοινωνική δημοκρατία. Η
πολιτική δημοκρατία, π.χ. η πολιτική δημοκρατική διάσταση της λαϊκής κυριαρχίας, μπόρεσε να αναδυθεί μόνο από τη στιγμή που οι βρετανικές αποικίες από βρετανικές έγιναν αμερικανικές (λαός) και από αποικίες έγιναν ανεξάρτητες (κυριαρχία) (Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής υπήρξαν επίσης και
φυλετική δημοκρατία
όσο κι αν δεν αρέσει σε Αμερικανούς και φιλελεύθερους να το θυμούνται, προτιμώντας τη λήθη έναντι της μνήμης). Ολοκληρώνοντας για το σχεδόν αντιθετικό δίπολο ισότητα vs ελευθερία, γενικότερα η ισότητα είναι αρχαιότατη ως έννοια και ως πράγμα και μπορεί τη συναντήσει κανείς και σε μη δημοκρατικές πολιτείες.
Γέφυρα
Όμως ας επιστρέψουμε στο σήμερα. Πέραν όλων των άλλων, ο φιλελευθερισμός έχει πρόβλημα με την
πλειοψηφία και με την
κυριαρχία. Αυτό δεν παρατηρείται μόνο στο εσωτερικό, με τη λαϊκή κυριαρχία και την πλειοψηφία σε εγχώριο επίπεδο εθνικής πολιτικής, αλλά και στο εξωτερικό, με την κρατική κυριαρχία και τη σχέση μειοψηφίας και πλειοψηφίας σε επίπεδο διεθνούς και παγκόσμιας πολιτικής, στο πώς είναι δομημένη η παγκόσμια φιλελεύθερη τάξη: η προώθηση παλαιότερα από τις ΗΠΑ του δόγματος ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι υπεράνω της κυριαρχίας των κρατών, σε συνδυασμό με τον παρεμβατισμό στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων, η σχέση της Ομάδας των Επτά (G7), της «Δύσης» ή και του παγκόσμιου «Βορρά» με τον υπόλοιπο πλανήτη, σε συνάφεια με οικουμενικές αξιώσεις ισχύος,
το ζήτημα της νομιμοποίησης μιας μειοψηφίας του 9,67% του παγκόσμιου πληθυσμού και της αντιπροσώπευσης των συμφερόντων των υπολοίπων κ.λπ. Για εκδημοκρατισμό των διεθνών σχέσεων μιλάνε οι μεν, όσοι ασκούν κριτική στη φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη, εννοώντας ως δημοκρατία την ισορροπία δυνάμεων (όχι την ηγεμονία), τον πλουραλισμό (όχι την ομογενοποίηση), την εκπροσώπηση (δες το προηγούμενο παράδειγμα ή την αναφορά στην ομάδα BRICS+ στην αρχή), την αναλογικότητα κ.λπ, και οι φιλελεύθεροι τους απαντάνε για
ανθρώπινα δικαιώματα (δηλαδή για την οικουμενική διάσταση του πολιτικού φιλελευθερισμού), τα οποία ταυτίζουν με τη δημοκρατία στο πλαίσιο της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η αμερικανική φιλελεύθερη ταύτιση της δημοκρατίας με τα ανθρώπινα δικαιώματα, από τη δεκαετία του 1980 και μετά, μπορεί να ονομαστεί και ως νεοφιλελεύθερη δημοκρατία (Δες και Stephen Hopgood, στο
The Endtimes of Human Rights, ο οποίος μεταξύ άλλων σημειώνει: «Παρά τις εσωτερικές διαφορές μεταξύ του επεκτατικού φιλελευθερισμού των νεοσυντηρητικών υπό τον Ρόναλντ Ρίγκαν και των φιλελεύθερων διεθνιστών του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τα ανθρώπινα δικαιώματα ήταν στενά συνδεδεμένα με την εξαγωγή της νεοφιλελεύθερης δημοκρατίας μέσω της χρήσης της αμερικανικής κρατικής ισχύος»).
Σε ό,τι αφορά το εσωτερικό της «Δύσης», το καίριο ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Ζούμε, άραγε, τα αρχικά στάδια της διαμόρφωσης ενός αγεφύρωτου χάσματος μεταξύ φιλελευθερισμού και δημοκρατίας; Διαφορετικά: Βρισκόμαστε στην απαρχή μιας πορείας αποσύνδεσης και χωρισμού του φιλελευθερισμού από τη δημοκρατία; Το ερώτημα μπορεί να τεθεί περισσότερο προκλητικά κι ως εξής: Βρισκόμαστε στην αρχή του τέλους της φιλελεύθερης δημοκρατίας στην Αμερική;