Οι ευρωεκλογές του Ιουνίου, οι οποίες υποτίθεται ότι θα είναι οι σημαντικότερες στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν θέσει στο επίκεντρο για μια ακόμα φορά το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD). Μια πιθανή μελλοντική Γερμανία του AfD θα άλλαζε ριζικά το τοπίο στην Ευρώπη και ευρύτερα στον Παγκόσμιο Βορρά, λόγω της κεντρικότητας που κατέχει το γερμανικό κράτος για την πορεία και το μέλλον της διατλαντικής ευρωαμερικανικής κοινότητας, για τη διαμόρφωση μιας νέας διατλαντικής ατζέντας και ασφαλώς για τη διατλαντική ασφάλεια (ΝΑΤΟ) και ευρύτερα τις διατλαντικές σχέσεις. Βέβαια μια τέτοια εξέλιξη έχει μικρές πιθανότητες να πραγματοποιηθεί, καθώς τα καθιερωμένα κόμματα του Ατλαντισμού και τα λεγόμενα κόμματα του κατεστημένου, η Χριστιανοδημοκρατική και Χριστιανοκοινωνική Ένωση (CDU/CSU), το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), οι Φιλελεύθεροι (FDP) και οι Πράσινοι (Die Grünen), θα μπορούσαν να συνασπιστούν μεταξύ τους.
Ωστόσο, η ένταση που κυριαρχεί μεταξύ της λογικής του μπλοκ (ΝΑΤΟ, «Δύση») και της υπερεθνικής λογικής (κοσμοπολίτικος ευρωπαϊσμός, υπερεθνικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων στην ΕΕ, «δυτική» ταυτότητα), της ιεραρχίας και της πειθαρχίας από τα πάνω προς τα κάτω (top-down), από τη μία πλευρά, και των τάσεων επανεθνικοποίησης των συμφερόντων και της κρατικής και λαϊκής κυριαρχίας, της αναρχίας από τα κάτω προς τα πάνω (bottom-up), από την άλλη, καθιστά άξια λόγου και προσοχής τη δυναμική του συγκεκριμένου κόμματος.
Στο παρόν κείμενο εξετάζω τις βασικές θέσεις του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) αποκλειστικά ως προς τις εξωτερικές σχέσεις, την εξωτερική πολιτική και την τοποθέτησή του ως προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Ρωσσία και την Κίνα, τη Γαλλία και την Τουρκία, την αμερικανοευρωπαϊκή σχέση και τις σχέσεις Βορρά-Νότου, δηλαδή την ευρύτερη πολιτική κατεύθυνση του πλανήτη, ενώ αναφέρομαι και σε ευρύτερα θέματα όπως η πρόσφατη ομιλία του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στη Σορβόννη και η επίσκεψη του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ στο Παρίσι, η σημασία της Κωνσταντινούπολης και τη Μόσχας ως πύλες της Ευρασίας, η προσπάθεια επιβολής του ιδεολογικού δίπολου δημοκρατίες εναντίον αυταρχιών, και θίγω το ζήτημα της Γερμανίας ως κυρίαρχου κράτους.
~
Ένα από τα κεντρικότερα σημεία της ευρύτερης τοποθέτησης του AfD σχετικά με τις εξωτερικές σχέσεις της Γερμανίας είναι η κριτική του στάση απέναντι σε μια πορεία περαιτέρω ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ιδίως όσον αφορά τον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας. Το συγκεκριμένο κόμμα απορρίπτει την ιδέα της δημιουργίας ευρωστρατού, υποστηρίζοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα υπονόμευε την εθνική κυριαρχία και τα συμφέροντα των κρατών, και ισχυρίζεται ότι η εθνική άμυνα πρέπει να διασφαλίζεται από τα ίδια τα ευρωπαϊκά κράτη. Επίσης στρέφεται εναντίον της Συμφωνίας Σένγκεν, την οποία κρίνει ως αποτυχημένη και ως αναποτελεσματικό μέσο ελέγχου των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης, και ισχυρίζεται ότι η φύλαξη των συνόρων πρέπει να αποτελεί αποκλειστικά εθνική και όχι ευρωπαϊκή υπόθεση. Ωστόσο η προστασία τους θα πρέπει να εμποδίζει όσο το δυνατόν λιγότερο την ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων και αγαθών. Επιπλέον, στέκεται κριτικά απέναντι στην
κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας (ΚΠΑΑ), δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στο ΝΑΤΟ ως κεντρικό πυλώνα της ευρωπαϊκής άμυνας, επισημαίνοντας την ανάγκη για στενή συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε ισότιμη βάση, τονίζοντας όμως παράλληλα ότι ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου θα πρέπει να γίνει ξανά μια καθαρά αμυντική συμμαχία (κριτική σε ό,τι αφορά το παρελθόν και τους πολέμους κυρίως σε Αφγανιστάν και Ιράκ) και η περιοχή αρμοδιότητας και επιχειρήσεών του θα πρέπει να παραμείνει στα όρια της επικράτειας των κρατών της συμμαχίας (προειδοποίηση για το μέλλον: Κίνα).
Γενικότερα, οι θέσεις του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» όσον αφορά την ΕΕ, στην ήπια μορφή τους, κινούνται αυστηρά μέσα στο πλαίσιο της λογικής του διακυβερνητισμού (intergovernmentalism) και εναντίον κάθε μορφής νεολειτουργισμού (neofunctionalism) ή φεντεραλισμού/ομοσπονδισμού (federalism), επικρίνοντας τους υπερεθνικούς θεσμούς. Στην πιο ριζοσπαστική τους μορφή μιλάνε για Dexit, δηλαδή για την αποχώρηση και την έξοδο της Γερμανίας από την ΕΕ και την Ευρωζώνη και για τη δημιουργία μιας νέας ευρωπαϊκής οικονομικής κοινότητας συμφερόντων, ή όταν θέλουν να σκετικοποιήσουν τα περί εξόδου ισχυρίζονται ότι η ΕΕ καταρρέει υπό το ίδιο της το βάρος.
Στο οικονομικό πλαίσιο επιδιώκεται η επιστροφή όλου του κρατικού γερμανικού χρυσού που υπάρχει αποθηκευμένος στο εξωτερικό, εξ ολοκλήρου στη Γερμανία. Να σημειωθεί ότι από το 2013, έτος κατά το οποίο ξεκίνησε ο επαναπατρισμός του γερμανικού χρυσού, 367 τόνοι έχουν επιστρέψει και μεταφερθεί στη Φρανκφούρτη ― 177 από το Παρίσι και 190 από τη Νέα Υόρκη (
Deutsche Bundesbank).
Ενώ το AfD βλέπει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως τον βασικό, ισχυρότερο και πλέον σημαντικό σύμμαχο της Γερμανίας, θεωρεί παράλληλα ότι δεν μπορεί να υπάρξει σταθερότητα, ειρήνη και τάξη στην Ευρώπη δίχως τη συνεργασία με τη Ρωσσία και δίχως την επίτευξη μιας ισορροπίας μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας.
Ειδικότερα, το AfD επιδιώκει την εξομάλυνση/αποκλιμάκωση (detente) των σχέσεων με τη Ρωσσία και θεωρεί ότι η ενσωμάτωση της Μόσχας σε μια συνολική ευρωπαϊκή δομή ασφάλειας είναι προς το συμφέρον ολόκληρης της ηπείρου, αποτελώντας βασική προϋπόθεση για την επίτευξη διαρκούς ειρήνης στην Ευρώπη. Αυτή η διάθεση μείωσης της έντασης και εξομάλυνσης των σχέσεων με τη Μόσχα αντανακλάται και στη στάση του AfD απέναντι στο ζήτημα της προσάρτησης της Κριμαίας. Ενώ τα καθιερωμένα κόμματα, ή τα λεγόμενα κόμματα του κατεστημένου (CDU/CSU, SPD, Grüne, FDP), καταδικάζουν ξεκάθαρα την προσάρτηση ως αντίθετη με το διεθνές δίκαιο και υποστηρίζουν τις οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσσίας, το AfD είτε αποσιωπά και υποβαθμίζει, είτε εντάσσει σε μια ιστορική προοπτική ή ακόμη και δικαιολογεί την προσάρτηση.
Σε ό,τι αφορά τον
πόλεμο στην Ουκρανία, παρόλο που τον θεωρεί ως έναν αμερικανικό πόλεμο δια αντιπροσώπων εναντίον της Ρωσσίας, καταδικάζει την εισβολή της Μόσχας ως παραβίαση του διεθνούς δικαίου και αναγνωρίζει το δικαίωμα αυτοάμυνας του Κιέβου, ωστόσο είναι εναντίον της αποστολής όπλων και της μετάβασης σε μια οικονομία πολέμου, μιλάει για ιστορική αμνησία και επιθυμεί αποκλιμάκωση και διαπραγμάτευση με τη Ρωσσία προκειμένου να επιτευχθεί το τέλος και όχι το πάγωμα του πολέμου, με τη Γερμανία σε ρόλο διαμεσολαβητή. Επιπλέον είναι το μόνο κόμμα που κρατάει ψηλά στην ατζέντα την υπόθεση της δολιοφθοράς των αγωγών Nord Stream, επιδιώκει την επαναλειτουργία του Nord Stream 2, είναι υπέρ της εμβάθυνσης της οικονομικής συνεργασίας με τη Ρωσσία και τάσσεται κατά της επιβολής και υπέρ της άρσης των οικονομικών κυρώσεων κατά της Μόσχας (Επίσης θεωρεί απαράδεκτη κάθε μορφή αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων εναντίον της Γερμανίας).
Επί της αρχής η γραμμή του κόμματος είναι η εξής: τα εθνικά γερμανικά συμφέροντα διαμορφώνονται στο Βερολίνο και όχι στην Ουάσινγκτον ή το Κίεβο ― πόσο μάλλον στις Βρυξέλλες ή την Ταϊπέι.
Και αυτή η παρατήρηση μας φέρνει στη στάση του AfD απέναντι στην Κίνα. Σε ό,τι αφορά το Πεκίνο το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» αναγνωρίζει ότι η αυξανόμενη επιρροή της Κίνας αποτελεί πρόκληση, αλλά επιθυμεί τη γερμανοκινεζική συνεργασία υπό συνθήκες ισότητας και δικαιοσύνης, καθώς η Κίνα κατέχει ιδιαίτερα σημαντική θέση ως εμπορικός εταίρος για τη Γερμανία.
Ο επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου του κόμματος, Maximilian Krah, ο οποίος είναι Ρωμαιοκαθολικός από την περιοχή της Άνω Λουσατίας, στα σύνορα Γερμανίας-Πολωνίας,
είχε δηλώσει:
Οι δυνάμεις κατά της Κίνας στη Γερμανία δεν εκπροσωπούν τα συμφέροντα της Γερμανίας… Η αποσύνδεση από την Κίνα θα εξυπηρετούσε μόνο τα συμφέροντα της Αμερικής και θα ζημίωνε σοβαρά τη δική μας βιομηχανία.
Η συγκεκριμένη δήλωση θα μπορούσε να ισχύει στο ακέραιο για τη συντριπτική πλειοψηφία όχι απλώς των ευρωπαϊκών αλλά και όλων των υπολοίπων κρατών του πλανήτη. Περισσότερο τα αμερικανικά συμφέροντα εξυπηρετούν οι δυνάμεις εναντίον της Κίνας, παρά τα εθνικά συμφέροντα των κρατών. Δεν είναι δηλαδή αυτονόητα εθνικές τέτοιες δυνάμεις, ή δυνάμεις προάσπισης της κυριαρχίας, καθώς σε πολλές περιπτώσεις προτεραιοποιούν ή εξυπηρετούν τα αμερικανικά και διατλαντικά έναντι των εθνικών συμφερόντων των κρατών, δηλαδή αποτελούν κυρίως ή πρωτιστα «δυτικές» δυνάμεις.
Την προτεραιοποίηση των εθνικών συμφερόντων, σε ό,τι αφορά την Κίνα, την παρατηρούμε σε εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους κράτη, από την «αυταρχική» Ουγγαρία μέχρι τη «δημοκρατική» Γαλλία (οι λέξεις σε εισαγωγικά λόγω της ψευδούς διχοτομίας που γίνεται προσπάθεια να επιβληθεί. Περισσότερα για το ιδεολογικό δίπολο «δημοκρατίες-αυταρχίες» στο τέλος του κείμενου).
Η εξωτερική πολιτικής της Κίνας βασίζεται στις λεγόμενες Πέντε Αρχές Ειρηνικής Συνύπαρξης, οι οποίες είναι ο αμοιβαίος σεβασμός για την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα, η αμοιβαία μη επιθετικότητα, η αμοιβαία μη ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις του άλλου, η ισότητα και το αμοιβαίο όφελος, και η ειρηνική συνύπαρξη.
Το Παρίσι επισκέπτεται από χθες ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ. Αυτή είναι η πρώτη επίσκεψή του στην Ευρώπη εδώ και πέντε χρόνια, από το 2019 (η πρώτη φωτογραφία από τότε, η επόμενη από την τωρινή επίσκεψη). Όπως συνηθίζει πριν από την επίσκεψή του σε κάποιο κράτος, ο Κινέζος πρόεδρος έγραψε άρθρο το οποίο δημοσιεύθηκε στη γαλλική εφημερίδα Le Figaro. Σε αυτό το άρθρο ο Σι Τζινπίνγκ, μεταξύ άλλων, σημειώνει: «Η Κίνα έχει εφαρμόσει πιστά τις Πέντε Αρχές της Ειρηνικής Συνύπαρξης. Τα τελευταία 70 και πλέον χρόνια από την ίδρυσή της, η Νέα Κίνα δεν προκάλεσε ποτέ πόλεμο ούτε κατέλαβε ούτε μια ίντσα ξένης γης. Η Κίνα είναι η μόνη χώρα σε όλο τον κόσμο που περιλαμβάνει στο Σύνταγμά της τη δέσμευση για το μονοπάτι της ειρηνικής ανάπτυξης και η Κίνα είναι η μόνη χώρα μεταξύ των μεγάλων κρατών που διαθέτουν πυρηνικά όπλα που δεσμεύεται να μη χρησιμοποιήσει πρώτη πυρηνικά όπλα».
Δύο εβδομάδες νωρίτερα, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν,
στην ομιλία του στη Σορβόννη, επανέλαβε τον κίνδυνο μετατροπής της Ευρώπης σε «υποτελή» (vassal) των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, όπως είχε κάνει και σε ομιλία του 7 χρόνια νωρίτερα (και όπως έχω αναδείξει πιο πρόσφατα
μέσα από την Κοσμοϊδιογλωσσία), τονίζοντας ότι η Ευρώπη δεν είναι απλά μια γωνία ή ένα κομμάτι της Δύσης (
l'Europe n'est pas simplement un bout d'Occident).
Ο όρος «Δύση» συσκοτίζει το γεγονός ότι υπάρχουν «ευρωπαϊκά» συμφέροντα ―ή καλύτερα συμφέροντα ευρωπαϊκών κρατών― που δεν ταυτίζονται με τα αμερικανικά και τα «δυτικά».
Οι άνθρωποι που μιλάνε συνεχώς για «Δύση» υποβαθμίζουν το εξής: οι ζωές και η ασφάλεια 450 εκατομμυρίων ανθρώπων στην ευρωπαϊκή ήπειρο εξαρτώνται από ορισμένες χιλιάδες ψήφους σε αμερικανικές διαφιλονικούμενες πολιτείες (swing states). Όνειδος.
Επίσης, μια δήλωση ταυτότητας (είμαι/αισθάνομαι «δυτικός») ή συμπάθειας (γουστάρω περισσότερο τον τάδε λαό συγκριτικά με τον δείνα) ή υποκειμενικής ατομικής μελλοντικής εκτίμησης (πιστεύω ότι με την ηγεμονία του τάδε ή του δείνα κράτους θα είναι καλύτερο το μέλλον της ανθρωπότητας, του παγκόσμιου πολιτισμού ή του πλανήτη κ.λπ), δεν συνιστά στρατηγική, ούτε κριτήριο ή άξονα άσκησης εξωτερικής πολιτικής.
Γενικότερα, η εγγύτητα δεν συνιστά αποκλειστικό φάρμακο και λύση διά πάσαν νόσον. Αν ήταν έτσι οι άνθρωποι δεν θα είχαν προβλήματα γιατί όλα θα είχαν επιλυθεί στο πλαίσιο της οικογένειας. Ούτε θα υπήρχαν διδάγματα από συμβολικές αφηγήσεις και από κοσμογονικούς μύθους όπως ο ευνουχισμός του Ουρανού από τον Κρόνο, ή από τραγωδίες όπως του Οιδίποδα (πατροκτονία) ή όπως η Ορέστεια και η ιστορία της Ιουλίας Αγριππίνας και του Νέρωνα (μητροκτονία), ούτε ο Κρόνος θα έτρωγε τα παιδιά του και θα δοκιμαζόταν η πίστη του Αβραάμ μέσω της ενδεχόμενης θυσίας του Ισαάκ, ούτε θα γνωρίζαμε τραγωδίες όπως η Μήδεια (παιδοκτονία), ή αιγυπτιακούς μύθους για τον Σεθ και τον Όσιρι και βιβλικές ιστορίες για τον Κάιν και τον Άβελ, ούτε θα ξέραμε για τον Ρωμύλο και τον Ρέμο και τα αδέλφια της Αντιγόνης ―και γιούς του Οιδίποδα και της Ιοκάστης και ανίψια του Κρέοντα―, Ετεοκλή και Πολυνείκη, ή για τον Καλιγούλα και την Ιουλία Δρουσίλλα ―αδερφή της Ιουλίας Αγριππίνας― και για την Λουκίλλα και τον Κόμμοδο ―παιδιά του Μάρκου Αυρήλιου, που όπως φαίνεται υπήρξαν παντελώς αδιάφορα για τις σκέψεις που εξέφρασε ο πατέρας τους στο έργο Τα εις εαυτόν/Meditations― ή για την Κλεοπάτρα και την Αρσινόη (αδελφοκτονία). Και πιθανώς να μας ήταν λιγότερο γνωστοί ο Αγαμέμνων και η Κλυταιμνήστρα, η Κλαυδία Οκταβία και ο Νέρωνας (συζυγοκτονία: ο Ερρίκος Η΄ της Αγγλίας μάλλον αποτέλεσε αποθέωση, καθώς έβαλε να εκτελέσουν δύο από τις έξι γυναίκες του). Και, τέλος, δεν θα είχαν πολλά σπουδαία σενάρια και κινηματογραφικές παραγωγές είτε στο επίκεντρο τους είτε ως θεμελίο τους μια προβληματική οικογένεια, ή δεν θα καταπιάνονταν ευρύτερα με το ζήτημα της οικογένειας, ακόμη και όταν τα πάντα χάνονται στην πλοκή: Succession, Game of Thrones, Yellowstone, This Is Us, The Godfather, Pride & Prejudice, American Beauty, The Farewell, Death at a Funeral, Hereditary, Boyhood, Shameless, The Royal Tenenbaums, Crazy Rich Asians, Knives Out, Force Majeure, Everything Everywhere All at Once, Little Miss Sunshine, Kramer vs. Kramer, The Lion in Winter, Anatomy of a Fall, ακόμα και το Star Wars (για να μην αναφερθώ σχεδόν σε όλα τα έργα του Kore-eda Hirokazu, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο καταπιάνονται με την οικογένεια, καθώς σε Ιαπωνία και Κίνα η οικογένεια βρίσκεται σχεδόν πάντοτε στο επίκεντρο ή στο υπόβαθρο).
Ας επιστρέψουμε, όμως, στο θέμα μας. Και στην ΕΕ μιλάνε για «ευρωπαϊκή οικογένεια», για ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια κ.λπ. Προφανώς αυτό δεν αποτελεί το πλέον σημαντικό κριτήριο, διότι αν αποτελούσε, με βάση την διδακτική ιστορία ολόκληρης της ανθρωπότητας, θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι... καλά θα πάει αυτό.
Ο Μακρόν, ο οποίος προφανώς ενδιαφέρεται για την προσωπική του κληρονομιά αλλά και για την ευρωπαϊκή κληρονομιά που θα αφήσει πίσω του, φαίνεται πως απελπίζεται από το γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι πολίτες της ΕΕ υποκύπτουν στον πειρασμό να διαμορφώνουν τις πολιτικές τους αντιλήψεις και την ταυτότητά τους από εισαγόμενες αμερικανικές θεματολογίες (κοινώς από αμερικανιές), καθώς αντιλαμβάνεται ότι εάν οι αφηγήσεις παράγονται αλλού οι άνθρωποι στην Ευρώπη που ετεροκαθορίζονται από αυτές τις αμερικανικής δημιουργίας και έμπνευσης αφηγήσεις θα είναι λιγότερο εξοπλισμένοι να διαμορφώσουν ένα δικό τους μέλλον, και αναφέρθηκε στον κίνδυνο θανάτου ή εξαφάνισης της Ευρώπης.
Άλλωστε τι είναι, αν όχι ανυπαρξία και πολιτικός θάνατος, όταν 450 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη εξαρτώνται από λίγες χιλιάδες Αμερικανούς ψηφοφόρους σε Β. Καρολίνα, Ουισκόνσιν και Αριζόνα ή από τη συμμετοχή και τα οριακά αποτελέσματα σε Μοντάνα και Νεβάδα. Κατάντια.
Προς το τέλος της ομιλίας του ο Γάλλος πρόεδρος αναφέρθηκε στην πασίγνωστη διάλεξη που έδωσε το 1882 στη Σορβόννη ο Ερνέστος Ρενάν με τίτλο «Τι είναι έθνος;», τονίζοντας ότι η Ευρώπη ζει σε μια αποφασιστική στιγμή και πως έχει έρθει η ώρα να αναρωτηθεί τι σκοπεύει να γίνει. Στο μυαλό του το να μιλά για την Ευρώπη ταυτίζεται πάντοτε με το να μιλά για τη Γαλλία.
Εξάλλου, αρέσει δεν αρέσει (σε πολλούς «δυτικούς»), η μεγαλύτερη επιτυχία της Γαλλίας αλλά και της «Ευρώπης» σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας ήταν το γαλλικό «Όχι», από κοινού με τη Γερμανία τη Ρωσσία και την Κίνα, στην εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003 και η τότε ομιλία του υπουργού Εξωτερικών Dominique de Villepin στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Επιπλέον, η συγκεκριμένη διπλωματική στάση δεν ήταν απλώς επιτυχής αλλά και σοφή (επιπροσθέτως ήταν και προς το συμφέρον των ίδιων των ΗΠΑ), όπως απέδειξαν τα χρόνια. Τέλος, αποτέλεσε μια κορύφωση για την Ευρωπαϊκή Ένωση υπό την έννοια ότι απέδειξε ότι είχε πράγματι λόγο και νόημα ύπαρξης, υπόσταση και αυθυπαρξία σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ο Εμανουέλ Μακρόν τέλειωσε την ομιλία του αναφωνώντας:
Vive l'Europe ! Vive la République et vive la France !
Ζήτω η Ευρώπη! Ζήτω η Ρεπουμπλίκ και ζήτω η Γαλλία! ― Όχι ζήτω η «Δύση».
Ωστόσο, όλα αυτά, όλα τα προβλήματα που εντοπίζει ο Γάλλος πρόεδρος αναδεικνύουν ουσιαστικά την κρίση ευρωπαϊκής ηγεσίας, η οποία ―και αυτό είναι το τραγικό― γίνεται προσπάθεια να νομιμοποιηθεί και να εκλογικευθεί από πάρα πολλούς καλοθελητές του Ατλαντισμού, οι οποίοι θα δώσουν και τον τόνο της επίσκεψης του Κινέζου προέδρου στη Γαλλία, καθώς ο «διεθνής» τύπος είναι πλήρως αγγλοαμερικανικό-κρατούμενος. Και αυτή η ευρωπαϊκή κρίση ηγεσίας έχει τις ρίζες της στον αμερικανογερμανικό Ατλαντισμό, ο οποίος θα καταστρέψει την Ευρώπη (Αναγνωρίζω ότι τα πράγματα αυτά είναι ακατανόητα σε Super/Hyper/Ultra-Atlanticist χώρες όπως είναι η Ελλάδα και η Δανία).
Η επανάπαυση και η υπερβολική επιρροή που άσκησε ο Ατλαντισμός οδήγησαν στην ιδεολογική τύφλωση και στην απαξίωση τις ευρωπαϊκές ελίτ και έθεσαν σε κίνδυνο του Ευρωπαίους, οι οποίοι υπνοβατούσαν προς τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο Ατλαντισμός μετέτρεψε σε «κύρια υπαρξιακή απειλή για την Ευρώπη» (με βάση τα λόγια του Ζοζέπ Μπορέλ) τη Ρωσσία. Ο Ατλαντισμός κατάντησε 450 εκατομμύρια Ευρωπαίους να εξαρτώνται από μερικές χιλιάδες Αμερικανούς, καθώς και η ενστικτώδης αντίδραση και η απορριπτική συμπεριφορά του ατλαντικού κατεστημένου της Ευρώπης στον ευρωπαϊκό Κυριαρχισμό του Μακρόν, ο οποίος εκφράστηκε ήδη από το 2017. Όμως δεν πρόκειται να το παραδεχτούν. Ας πληρώσουν, λοιπόν, το τίμημα των επιλογών τους.
Η ανεπάρκεια, η αδυναμία και η αναποφασιστικότητα δημιουργεί περισσότερα προβλήματα και οδηγεί σε μεγαλύτερες καταστροφές απ' ό,τι η δύναμη, η οποία κινδυνεύει κυρίως από την αλαζονεία.
Ας κλείσουμε όμως αυτή την πρώτη παρένθεση για τη Γαλλία επιστρέφοντας στη Γερμανία, δηλαδή στη χώρα στην οποία σε εντελώς διαφορετικό ύφος ―και σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από αυτή του Μακρόν― ο Μπίσμαρκ είχε κάποτε δηλώσει:
Η συζήτηση περί Ευρώπης είναι άνευ αντικειμένου: πρόκειται για γεωγραφική έννοια: Ποια είναι η Ευρώπη; (η φράση αυτή γραμμένη στα γερμανικά, στα γαλλικά και στη συνέχεια στα αγγλικά) wer ist Europa? qui est-il l'Europe? who is Europe?
Ενώ όταν κάποτε ο τότε υπουργός εξωτερικών της Ρωσσίας και διπλωμάτης Αλεξάντερ Γκόρτσακοφ υποστήριξε την άποψη ότι το Ανατολικό Ζήτημα δεν ήταν ούτε Γερμανικό, ούτε Ρωσικό, αλλά Ευρωπαϊκό ζήτημα, ο Μπίσμαρκ έδωσε την ισοπεδωτική απάντηση: «Ανέκαθεν συναντούσα τη λέξη Ευρώπη στα χείλη των πολιτικών εκείνων που ήθελαν κάτι από άλλες Δυνάμεις, το οποίο όμως δεν τολμούσαν να ζητήσουν εξ ονόματος τους»... (Martin Wight, International Theory: The Three Traditions).
Τα ίδια περίπου θα έλεγε σήμερα, αν ζούσε, για τον τρόπο που χρησιμοποιείται ιδεολογικά και πολιτικά η λέξη «Δύση».
Ας επιστρέψουμε, λοιπόν, στον άνθρωπο που τέθηκε επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία», τον Maximilian Krah. Πριν από το Πάσχα πρώην υπάλληλός του κατηγορήθηκε για «κατασκοπεία υπέρ της Κίνας» και τέθηκε υπό κράτηση. Παρακολουθείτο από το 2020 αλλά το θέμα δημοσιοποιήθηκε δύο μήνες πριν από τις ευρωεκλογές. Προφανώς το σκηνικό με τον υπάλληλο του Krah, όπως και η έρευνα που ακολούθησε για το αν ο παππούς του ήταν μέλος του NSDAP, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απόσυρσή του από το ευρωψηφοδέλτιο, προκειμένου να ενισχυθούν τάσεις στο εσωτερικό του AfD που εκφράζουν διαφορετικές αντιλήψεις από τις δικές του (καθόλου τυχαία, καθώς όποιος δεν ευθυγραμμίζεται με την Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες καθίσταται αυτομάτως απειλή ή εχθρός), τουλάχιστον όσον αφορά την εξωτερική πολιτική που μας απασχολεί στο παρόν κείμενο. Προς το τέλος του κειμένου παραθέτω μια περισσότερο ολοκληρωμένη τοποθέτηση του Maximilian Krah για τα παγκόσμια πράγματα, προκειμένου να δούμε ποιες είναι επιτέλους αυτές οι δαιμονικές απόψεις που εκφράζει αυτός ο επικίνδυνος άνθρωπος (πιο πρόσφατα έδωσε μια μαραθώνια διαδικτυακή συνέντευξη διάρκειας 6.5 ωρών που έχει ξεπεράσει τις 1.000.000 προβολές μέσα σε δύο εβδομάδες, η οποία όμως δεν έχει διαθέσιμους υποτίτλους καθ΄ όλη τη διάρκειά της και άρα δεν είναι προσβάσιμη σε μη γερμανόφωνους).
Ας ολοκληρώσουμε όμως με το κεφάλαιο Κίνα, Γαλλία, Ευρώπη γενικά και με τις σχέσεις της Γερμανίας (του AfD) με την Κίνα (του CPC) ειδικότερα. Παρ όλες τις επιφυλάξεις σε ζητήματα εμπορίου, επενδύσεων και μεταφοράς τεχνολογίας, το AfD τάσσεται υπέρ της συμμετοχής της Γερμανίας στον «Νέο Δρόμο του Μεταξιού» και θεωρεί ότι η κινεζική στρατηγική με κατεύθυνση από Ανατολή προς Δύση θα πρέπει να συμπληρωθεί από μια γερμανική πρωτοβουλία με κατεύθυνση από Δύση προς Ανατολή ― όμως από που θα περάσει μια τέτοια πρωτοβουλία;
Το ερώτημα αυτό μας φέρνει στους κλειδοκράτορες των πυλών της Ευρασίας: τη Μόσχα και την Κωνσταντινούπολη.
Ανεξάρτητα από τις πολιτικές ιδεολογίες και τα κόμματα, αλλά απολύτως σχετικά με την ιστορία και τη γεωγραφία, δύο πύλες έχει η Ευρώπη προς την υπόλοιπη Ευρασία, και οι κλειδοκράτορες τους είναι η Ρωσσία και η Τουρκία, ή η Μόσχα και η Κωνσταντινούπολη. Αν κλείσει η πύλη της Ρωσσίας πρέπει να υπάρχει ανοιχτή η πύλη της Τουρκίας: εξ ου οι Ατλαντιστές και τα ΝΑΤΟϊκά κόμματα, που έχουν μια αντιρωσσική τοποθέτηση, αν δεν υπερασπίζονται συνήθως ανέχονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο την Κωνσταντινούπολη. Και αντίστροφα: προκειμένου να υπάρχει ξεκλείδωτη η πύλη της Ρωσσίας τα κόμματα που έχουν μια αντι-ισλαμική τοποθέτηση, αν δεν είναι θετικά προσκείμενα τουλάχιστον ανέχονται τη Μόσχα. Αλλά και στην περίπτωση της άρνησης και της μη ανοχής και των δύο, τόσο της Κωνσταντινούπολης όσο και της Μόσχας, κάθε σύγκληση μεταξύ της Ρωσσίας και της Τουρκίας σχετίζεται με την πίεση που αισθάνονται από ΗΠΑ και Γερμανία υπό το ΝΑΤΟ και την ΕΕ αντίστοιχα.
Από αυτή την εξωγενής πίεση από τα δυτικά προκύπτει η σύγκλυση Κωνσταντινούπολης-Μόσχας ιστορικά και όχι από την ιδεολογία. Το θέμα δεν είναι απλώς ιδεολογικό αλλά ιστορικό και βαθύτερα στρατηγικό. Εάν κλείσουν και οι δύο πύλες, της Μόσχας και της Κωνσταντινούπολης, μεγαλύτερη ζημιά θα πάθει η Ευρώπη παρά η Ρωσσία και η Τουρκία. Με διαφορετικά λόγια, μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι Ευρωπαίοι τη Μόσχα και την Κωνσταντινούπολη απ’ ό,τι έχουν οι Ρώσσοι και οι Τούρκοι την Ευρώπη (Το ναυτικό ανάλογο αυτής της σχέσης, με κύρια πεδία τη Μεσόγειο και την Ερυθρά Θάλασσα, είναι μεταξύ Ευρώπης και Αράβων ―το Ισραήλ όπως έχω δηλώσει κατ' επανάληψη είναι ένα υπερτιμημένο, μυθοποιημένο και υπερεκτιμημένο κράτος―, ωστόσο δεν θα επεκταθούμε στο ναυτικό σκέλος γιατί θα χρειαστούμε ένα επιπλέον κείμενο μέσα στο παρόν κείμενο και θα παρεκκλίνουμε υπερβολικά από τα κύρια πεδία ενδιαφέροντος).
Είναι φανερό, από τη στάση που κρατάει απέναντι στη Μόσχα, πως το AfD δεν επιθυμεί την ολοκληρωτική αποκοπή της Γερμανίας από τους χώρους της Ευρασίας, μέσω της καταστροφής των σχέσεων με τη Ρωσσία, εξέλιξη που οδηγεί σε υπερεξάρτηση από τις ΗΠΑ και τη Βόρεια Αμερική μέσω του Ατλαντικού. Μάλιστα, η αποκατάσταση των σχέσεων Βερολίνου-Μόσχας στην κατεύθυνση Δύσης-Ανατολής (Ευρασία) καταλήγει να αποτελεί μονόδρομο αν σταθμιστεί η εξόχως αρνητική τοποθέτηση του συγκεκριμένου κόμματος απέναντι στην κατεύθυνση Βορράς-Νότος (Αφρική, Ισλάμ), αλλά και η θέση του όχι απλώς για τον αποκλεισμό και της παραμικρής πιθανότητας ευρωπαϊκής προοπτικής και το οριστικό τέλος όλων των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας στην ΕΕ, αλλά και η αξίωσή του για τον τερματισμό της παρουσίας της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ (Φυσικά Ατλαντιστές και ΝΑΤΟϊκοί θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους προκειμένου κάτι τέτοιο να μην συμβεί).
Μια τόσο σκληρή στάση απέναντι στην Κωνσταντινούπολη δεν μπορεί παρά να θεωρεί ότι ο δρόμος για την Ευρασία περνά από τη Μόσχα. Δίχως την Κωνσταντινούπολη/Νέα Ρώμη όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην Μόσχα/Τρίτη Ρώμη. Γιατί όσο και αν το επιθυμεί η ΕΕ, μέσω της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, δεν είναι αυτή που καθορίζει τι συμβαίνει στον Καύκασο (μάλιστα πριν από λίγους μήνες ο νέος πρωθυπουργός της Γεωργίας, Irakli Kobakhidze, είχε δηλώσει ότι η Δύση εξωθεί τη Γεωργία σε πόλεμο με τη Ρωσσία προσπαθώντας να ανοίξει δεύτερο μέτωπο στον πόλεμο στην Ουκρανία). Οι Τούρκοι, οι Ρώσσοι και οι Ιρανοί κρατούν τα κλειδιά για τις πύλες από τον Εύξεινο προς τον Καύκασο και την Κασπία, ενώ θυμίζω ότι η μεγαλύτερη λίμνη της Γης αποτέλεσε αντικείμενο τόσο του Α΄ ΠΠ όσο και του Β΄ ΠΠ (περισσότερα:
Το Τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης, σελ. 69-72 και σελ. 241-257) .
Εάν θα έπρεπε να προσδιορίσουμε απέναντι σε ποια κράτη κατευθύνεται ένα πνεύμα εχθρότητας που διαπερνά ή χαρακτηρίζει τη Γερμανία του AfD θα υποστηρίζαμε ότι κυριαρχεί μια φανερή εχθρότητα απέναντι στην Τουρκία και μια κεκαλυμμένη εχθρότητα απέναντι στη Γαλλία.
Το Παρίσι δεν αναφέρεται σχεδόν ποτέ ρητά αλλά υπονοείται, καθώς κυριαρχεί μια αντίληψη που θεωρεί ότι όλο το ευρωπαϊκό πρότζεκτ στήθηκε προκειμένου να ελέγχεται η Γερμανία και να εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της Γαλλίας, αποτελώντας τη συνέχιση της παραδοσιακής γαλλικής πολιτικής ως μεγάλης δύναμης με ευρωπαϊκά μέσα: o «εξευρωπαϊσμός» της γερμανικής οικονομικής ισχύος υπήρξε το απαραίτητο τίμημα της επανένωσης, η Συνθήκη του Μάαστριχτ θεωρείται ως μια νέα Συνθήκη των Βερσαλλιών χωρίς πόλεμο, χωρίς ποτέ να εκφράζεται δημόσια ευθέως κάτι τέτοιο (αλλά μπορεί να βρει κανείς τέτοιες σκέψεις στο βιβλίο της Άλις Βάιντελ με τίτλο Widerworte: Gedanken über Deutschland κ.λπ). Άλλωστε στην προαναφερθείσα ομιλία του στη Σορβόννη ο Μακρόν δήλωσε πως όταν μιλάμε για την Ευρώπη, μιλάμε πάντοτε για τη Γαλλία: À mes yeux, parler de l'Europe est toujours parler de la France.
Είναι αμφίβολο εάν οι δύο βασικές κοινές αρνήσεις που έχουν τα κόμματα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» και το γαλλικό «Εθνική Συσπείρωση», απέναντι σε Τουρκία και Ισλάμ (μέσω διαφορετικών διαδρομών, ασφαλώς, καθώς η Γαλλία υπήρξε μεγάλη αποικιοκρατική δύναμη), και απέναντι στο υπερεθνικό πλαίσιο της ΕΕ, αρκούν προκειμένου να αναπτυχθεί θετική κοινότητα συμφερόντων και ομαλές σχέσεις ανάμεσα σε μια ενδεχόμενη μελλοντική Γαλλία της Marine Le Pen ―ή του 28χρονου νέου αστέρα Jordan Bardella― και σε μια ενδεχόμενη μελλοντική Γερμανία της Alice Weidel (
Πρόσφατα το AfD έκανε παραλληλισμό των δημοψηφισμάτων που έγιναν στην ανατολική Ουκρανία το 2022 με δημοψηφίσματα σε νησιά που αποτελούν υπερπόντιες κτήσεις της Γαλλίας στον Ινδικό Ωκεανό, με την Le Pen να βγαίνει εκτός εαυτού και να λέει πως σκοπεύει να δώσει στους συμμάχους της «μερικά μαθήματα γεωπολιτικής». Τέτοιου είδους περιστατικά είναι μόνο η αρχή). Αντιθέτως δεν είναι απίθανο, σε μια τέτοια περίπτωση, ο πυρήνας της ΕΕ να οδηγηθεί σε εντονότατη διασάλευση αν όχι σε πλήρη αποσταθεροποίηση και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα σε υπαρξιακή κρίση αν όχι σε πιθανή (πολυ)διάσπαση.
Γιατί;
Διότι μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου η Γερμανία επανενώθηκε ως ευρωπαϊκή και δυτική, ενώ στην βαθύτερη ουσία του το κόμμα AfD υποκρύπτει μια θέληση και μια κίνηση προς μια Γερμανία που θα είναι περισσότερο εθνική και πρωτίστως κυρίαρχη.
Είναι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ) κυρίαρχο κράτος; Ιδού το ερώτημα.
Η απάντηση είναι εύκολη όσον αφορά τη Γαλλική République (σε αντίθεση με την ΟΔΓ): ναι, η Γαλλία είναι κυρίαρχο κράτος. Και θα ήταν αντίφαση επί των όρων και επί της ουσίας η République να μην ήταν κυρίαρχη. Παρά τις ευρωπαϊκές, φιλελεύθερες και «δυτικές» αφηγήσεις που επικρατούν, κράτος ή χώρα, πολιτική οντότητα που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της δεν μπορεί να είναι δημοκρατική (μπορεί όμως κάλλιστα να είναι «δυτική», δηλαδή φιλελεύθερη).
Μάλιστα η Γαλλία, η οποία δεν έχει αμερικανικές βάσεις στα εδάφη της, είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που είναι και «δυτική» και ευρωπαϊκή και εθνική και κυρίαρχη, με το τελευταίο να είναι και το πρωτεύον ή ορθότερα το θεμελιακό, καθώς δίχως κυριαρχία όλα τα υπόλοιπα καταλήγουν γελοιογραφικός κλαυσίγελος (η Marine Le Pen και ο Jordan Bardella έχουν τις ενστάσεις τους ως προς τον βαθμό που η Γαλλία παραμένει εθνική). Για κανένα άλλο κράτος δεν ισχύουν όλα τα προηγούμενα: π.χ. το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θέλει να είναι ευρωπαϊκό ενώ η Ρωσσική Ομοσπονδία δεν θέλει να είναι «δυτική». Ωστόσο η Γαλλία δεν είναι αρκετά ισχυρή.
Όμως ας επιστρέψουμε στο ερώτημα: είναι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κυρίαρχο κράτος;
Το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» έχει ένα φαινομενικά παράξενο σημείο στο πρόγραμμά του. Ενώ γράφει ότι υποστηρίζει τη μεταρρύθμιση των Ηνωμένων Εθνών, προκειμένου η Γερμανία να αποκτήσει μόνιμη θέση και να καταστεί μόνιμο μέλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, μια εν πολλοίς αναμενόμενη θέση, εξ ου και την περιλαμβάνω στο βιβλίο μου (για την αλληλοϋποστήριξη της Ινδίας, της Βραζιλίας, της Ιαπωνίας και της Γερμανίας ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, στο πλαίσιο της ομάδας «G4»:
Το Τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης, σελ.140-144), παράλληλα επισημαίνει ότι επιδιώκει και την απαλοιφή της Ρήτρας περί Εχθρικού Κράτους από τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (UN Enemy State Clause).
Θα πρέπει να επισημάνουμε για όσες και όσους δεν γνωρίζουν, και να θυμίσουμε σε όσες και όσους γνωρίζουν αλλά έχουν ξεχάσει, ότι η Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών αποτέλεσε την κύρια συνθήκη επισημοποίησης των Συμμάχων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, υπογράφηκε από τους «Τέσσερις Μεγάλους» (Ηνωμένες Πολιτείες, Ηνωμένο Βασίλειο, Σοβιετική Ένωση, Κίνα) την 1η Ιανουαρίου 1942 στην Ουάσινγκτον, και ήταν μια κήρυξη πολέμου απέναντι στα κράτη του Τριμερούς Συμφώνου (Γερμανία, Ιαπωνία και Ιταλία), με αναφορά επιπλέον και «στον αγώνα για τη νίκη επί του Χιτλερισμού». Ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών, από την άλλη, αποτελεί το μεταπολεμικό ιδρυτικό κείμενο του ΟΗΕ, υπογράφηκε στις 26 Ιουνίου 1945 στο Σαν Φρανσίσκο, και στα Άρθρα 53 και 107 περιλαμβάνει τη λεγόμενη Ρήτρα περί Εχθρικού Κράτους (UN Enemy State Clause). Το AfD αναφέρεται σε αυτά τα δύο Άρθρα του Χάρτη (στο σύνολο του 107 και σε μέρος του 53) όταν μιλά για απαλοιφή της Ρήτρας περί Εχθρικού Κράτους.
Τα Άρθρα 53 και 107, που δίνουν και την απάντηση γιατί η Γερμανία και η Ιαπωνία δεν είναι κυρίαρχα κράτη (για την Ιταλία δεν χρειάζεται να πούμε κάτι. Η Μελόνι, η πορεία μετά την εκλογή της, αποτελεί απόδειξη όχι απλώς πως το συγκεκριμένο κράτος δεν είναι κυρίαρχο αλλά και ότι δεν σκοπεύει να γίνει κυρίαρχο), τα δύο επίδικα άρθρα λοιπόν έχουν ως εξής:
Άρθρο 53.
1. Το Συμβούλιο Ασφαλείας θα χρησιμοποιεί, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις, αυτές τις τοπικές συμφωνίες ή οργανώσεις για την εφαρμογή των εξαναγκαστικών μέτρων που θα λαμβάνονται με εντολή του. Αλλά καμία εξαναγκαστική ενέργεια δε θα αναλαμβάνεται σε εφαρμογή τοπικών συμφωνιών ή με την εντολή τοπικών οργανώσεων, χωρίς την εξουσιοδότηση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Εξαίρεση θα γίνεται για τα μέτρα εναντίον εχθρικού κράτους ή με την έννοια που δίνεται σε αυτόν τον όρο στην παράγραφο 2 αυτού του Άρθρου ή τα οποία θα είναι σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 107 ή θα προβλέπονται από τοπικές συμφωνίες που έχουν συναφθεί για να εμποδίσουν την επανάληψη επιθετικής πολιτικής εκ μέρους κάθε τέτοιου κράτους, ως τη στιγμή που θα μπορεί ο Οργανισμός, ύστερα από αίτηση των ενδιαφερόμενων Κυβερνήσεων, να αναλαμβάνει την ευθύνη να εμποδίσει κάθε νέα επιθετική ενέργεια εκ μέρους ενός τέτοιου κράτους.
2. Ο όρος “εχθρικό κράτος”, που χρησιμοποιείται στην παράγραφο 1 αυτού του Άρθρου, αναφέρεται σε κάθε κράτος το οποίο, κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, ήταν εχθρός οποιουδήποτε από τα κράτη που υπογράφουν αυτόν το Χάρτη.
Άρθρο 107.
Καμιά διάταξη αυτού του Χάρτη δε θίγει ή εμποδίζει ενέργεια εναντίον κράτους που κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου υπήρξε εχθρός ενός από όσους υπογράφουν αυτόν το Χάρτη, εφόσον την ενέργεια αυτή την έχουν αναλάβει ή την έχουν επιτρέψει, ως συνέπεια αυτού του πολέμου, οι κυβερνήσεις που έχουν την ευθύνη για την ενέργεια αυτή.
Το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), όπως ειπώθηκε νωρίτερα, υποκρύπτει την πορεία προς μια Γερμανία που θα είναι κυρίαρχη. Ωστόσο μια κυρίαρχη Γερμανία, σε αντίθεση με μια κυρίαρχη Γαλλία, σημαίνει αυτόματα και μια κυρίαρχη Ευρώπη, τουλάχιστον ενός τμήματός της, ακριβώς όπως η Ρωσσία συμβολίζει και εκπροσωπεί την κυριαρχία ενός τμήματος της Ανατολικής Ευρώπης, τις αντιστάσεις και την ανεξαρτησία του απέναντι στις ΗΠΑ.
Πριν ολοκληρώσουμε ας δούμε την τοποθέτηση του προαναφερθέντος κορυφαίου υποψήφιου για τις ευρωεκλογές του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία», Maximilian Krah, που έγινε με αφορμή τις επικειμένες ευρωπαϊκές εκλογές και προσφέρει μια συμπυκνωμένη γενική εικόνα για το πως προσλαμβάνει τα παγκόσμια πράγματα, υπό τον τίτλο: «Η εξέλιξη της παγκόσμιας πολιτικής: επιπτώσεις για την Ευρώπη, την Αμερική και το μέλλον» (Die Evolution der Weltpolitik: Auswirkungen auf Europa, Amerika und die Zukunft). Ας δούμε, λοιπόν, ποια είναι αυτά τα τόσο επικίνδυνα και δαιμονικά πράγματα που λέει αυτός ο τερατόμορφος και διαβολικός άνθρωπος:
Η καθοριστική πολιτική τάση στον κόσμο μας είναι η αφύπνιση του παγκόσμιου Νότου. Επί αιώνες η Δύση, δηλαδή η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική, κυριαρχούσε στον κόσμο. Οι νομικές μας έννοιες ήταν παγκόσμιες νομικές έννοιες, ο τρόπος ζωής μας ήταν το πρότυπο για όλο τον κόσμο και κυριαρχούσαμε οικονομικά και πολιτικά. Μόλις το 1975 τα τρία τέταρτα της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής περιορίζονταν στα επτά μεγάλα δυτικά βιομηχανικά κράτη (G7). Σήμερα τα κράτη BRICS, δηλαδή η Βραζιλία η Ρωσσία η Ινδία η Κίνα και η Νότια Αφρική, είναι εδώ και καιρό ισχυρότερα από τα κράτη της G7. Mόνο το ένα τρίτο της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής παράγεται στη Δύση. Η Αμερική και η Δυτική Ευρώπη έχουν μόλις το ένα έκτο του παγκόσμιου πληθυσμού και αυτός ο πληθυσμός είναι επίσης υπερβολικά γηραιός. Ο παγκόσμιος Νότος δεν θέλει πλέον να του υπαγορεύει η Δύση πώς πρέπει να ενεργεί πολιτικά και πώς πρέπει να διαχειρίζεται τις χώρες του, αποκτά αυτοπεποίθηση και πρέπει να προσαρμοστούμε σε αυτό. Ο κόσμος δεν κυβερνάται πλέον από τον Ρόναλντ Ρήγκαν και την Μάργκαρετ Θάτσερ αλλά από ανθρώπους όπως ο Ινδός πρωθυπουργός Μόντι, ο Σι Τζινπίνγκ από την Κίνα, η Νότια Αφρική, ο Λούλα της Βραζιλίας ή ο Βλαντίμιρ Πούτιν που απαιτούν να έχουν λόγο, και αυτό μας θέτει μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση. Δεν μπορούμε να το αλλάξουμε αλλά πρέπει να μάθουμε να το αντιμετωπίζουμε.
Αυτό αποτελεί μια ιδιαίτερη πρόκληση για την αμερικανοευρωπαϊκή σχέση γιατί η σχέση μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής ήταν παραδοσιακά εξαιρετικά στενή, άλλωστε προερχόμαστε από τις ίδιες ρίζες. Εγώ προσωπικά σπούδασα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Αμερική ήταν ο νέος κόσμος των Ευρωπαίων. Αλλά εξακολουθεί ακόμη να είναι; Το 1945, όταν εγκαθιδρύθηκε η μεταπολεμική τάξη πραγμάτων, όλες οι σημαντικές θέσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες καταλαμβάνονταν από παιδιά Ευρωπαίων μεταναστών. Μέχρι το 2045, η πλειοψηφία των πολιτών στις ΗΠΑ δεν θα έχει πλέον ευρωπαϊκές ρίζες. Η Αμερική απομακρύνεται δημογραφικά από εμάς και κατά συνέπεια πολιτισμικά και πολιτικά. Η Αμερική δεν είναι πλέον ο νέος κόσμος των Ευρωπαίων, είναι μια ανεξάρτητη δύναμη που αποτελείται από ολόκληρο τον κόσμο και γι' αυτό ακριβώς υπάρχει μόνο μια σωστή πολιτική απάντηση στην αλλαγή του κόσμου και στην ανάπτυξη της Αμερικής, και αυτή είναι ότι η Ευρώπη πρέπει να είναι σε θέση να διαχειριστεί τον εαυτό της, πρέπει να γίνει στρατηγικά αυτόνομη, πρέπει να επιδιώξει τα δικά της συμφέροντα και δεν πρέπει να ενεργεί ως απλός υποτελής των Ηνωμένων Πολιτειών [Δ`~.: Στο συγκεκριμένο τελικό σημείο, που είναι και καθοριστικό, οι ιδέες του Maximilian Krah συμπίπτουν ή ταυτίζονται με τις ιδέες του Emmanuel Macron].
Χρειαζόμαστε μια ιδέα που να εστιάζει στα συμφέροντά μας, στις ιδιαιτερότητές μας και στη διατήρηση της οικονομίας μας, του πολιτισμού μας και της αυτοπεποίθησής μας. Και πρέπει να προχωρήσουμε με αυτοπεποίθηση στο μέλλον. Αν δεν έχουμε μια τέτοια στρατηγική τότε φοβόμαστε την αλλαγή της παγκόσμιας ισορροπίας δυνάμεων, τότε φοβόμαστε τον Μόντι, τον Σι Τζινπίνγκ, τον Λούλα και τον Πούτιν. Αλλά αν έχουμε στρατηγική και ξέρουμε τι είναι σημαντικό τότε δεν χρειάζεται να φοβόμαστε, και τότε μπορούμε να διατηρήσουμε τις ιδιαιτερότητές μας, την ειρήνη και την ευημερία μας, ακόμα και κάτω από τις διαφορετικές συνθήκες του μέλλοντος. [Το AFD] αναγνωρίζει την κατάσταση και είναι έτοιμο να τολμήσει μια νέα πολιτική σε έναν κόσμο που αλλάζει ριζικά, κοιτάζει προς το μέλλον και δεν προσκολλάται στις παλιές κατηγορίες του Ψυχρού Πολέμου, οι οποίες έχουν τελειώσει, είτε μας αρέσει είτε όχι. Αν δεν αντιδράσουμε με νέες απαντήσεις σε έναν κόσμο αλλαγών αλλά προσκολληθούμε πεισματικά σε αυτά που μάθαμε πριν από 30-40 χρόνια τότε θα αποτύχουμε [...] είδαμε ότι η παγκόσμια ισχύς μετατοπίζεται στο Νότο, ότι η Αμερική αναπτύσσεται μακριά από την Ευρώπη και ότι γι' αυτό η Ευρώπη πρέπει να αναπτύξει ένα ανεξάρτητο όραμα για τη θέση της στον κόσμο του αύριο. Αυτό δεν θα λειτουργήσει αν παραμείνουμε στις κατηγορίες εξωτερικής πολιτικής που μάθαμε πριν από 40 χρόνια, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, θα λειτουργήσει μόνο αν είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση του μέλλοντος με αυτοπεποίθηση.
Τα προηγούμενα στο φιλελεύθερο ερμηνευτικό πλαίσιο μεταφράζονται απλοποιημένα και ιδεολογικοποιημένα στο ψευδές δίπολο ή δίλημμα: Δημοκρατίες εναντίον Αυταρχιών. Δεν χρειάζεται να αντιλαμβάνεται κάτι παραπάνω ο μέσος πολίτης.
Ας ολοκληρώσουμε εστιάζοντας σε αυτή την ιδεολογική διχοτομία.
Υπάρχουν τα καλά κράτη στον πλανήτη «που είμαστε εμείς», τα φιλελεύθερα καθεστώτα που προσπαθούμε να ορίσουμε δεσμευτικά για όλους τους υπολοίπους το περιεχόμενο της δημοκρατίας και ισχυριζόμαστε ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι η μόνη μορφή δημοκρατίας που υπάρχει στον πλανήτη (τούτο συνδέεται έμμεσα και με το μεταπολεμικό δυτικοκεντρικό αμερικανογενές δόγμα που ακούει στο όνομα δημοκρατική θεωρία της ειρήνης ―democratic peace theory― και βασίζεται μερικώς στη θεώρηση του 18ου αιώνα περί αιώνιας ειρήνης του Ιμμάνουελ Καντ). Αυτή η διαδικασία αποτελεί μορφή ηγεμονίας κατ' αντιστοιχία με τον τρόπο που η ΕΕ δημιουργεί μια ταυτότητα, από πάνω προς τα κάτω, καθορίζοντας ποιος ή τι είναι ευρωπαϊκό, και με παρόμοιο τρόπο που η ιδεολογία του Ατλαντισμού καθορίζει τι είναι «δυτικό» και τι όχι (οι Άγγλοι θεωρούσαν Ούννους και όχι «δυτικούς» τους Γερμανους στον Α΄ΠΠ ενώ η Γερμανία άρχισε να θεωρείται «δυτική» μόνο μετά από δύο ήττες στους Παγκόσμιους Πολέμους, και μάλιστα ούτε καν στο σύνολό της παρά μόνο στο δυτικό τμήμα της και μόνο από τη στιγμή που έγινε ομοσπονδιακό κράτος: Bundesrepublik). Τόσο στον ορισμό του τι είναι ευρωπαϊκό και «δυτικό» όσο και στον ορισμό του τι είναι δημοκρατικό, ηγεμονικό ρόλο κατέχει ο φιλελευθερισμός. Ας περιοριστούμε όμως σε αυτό που μας απασχολεί εδώ, δηλαδή στη σχέση δημοκρατίας και φιλελευθερισμού. Τι κι αν στις μέρες μας διαμορφώνεται χάσμα ανάμεσα στις αρχές της λαϊκής κυριαρχίας, της πλειοψηφίας και της ισότητας απέναντι στον νόμο, που έχουν την καταγωγή τους στη δημοκρατία, από τη μια μεριά, και στις φιλελεύθερες αρχές του κράτους δικαίου και της συνταγματικής προστασίας των δικαιωμάτων, από την άλλη, δηλαδή ανάμεσα σε δημοκρατία και φιλελευθερισμό (από αυτό χάσμα αναβλύζει ο λεγόμενος λαϊκισμός ως αποτέλεσμα και προϊόν των εσωτερικών αντιφάσεων και των αδιεξόδων της φιλελεύθερης δημοκρατίας), τι και αν ο συνδυασμός και η σύνθεση μεταξύ δημοκρατίας και φιλελευθερισμού προέκυψε σε μια συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία και εντός ενός συγκεκριμένου γεωγραφικού, πολιτικού, κοινωνικού, πολιτισμικού, θρησκευτικού και ιστορικού πλαίσιο (και έτσι όπως παντρεύτηκαν αυτά τα δύο συστατικά, η δημοκρατία και ο φιλελευθερισμός, σε μια σύνθεση που ονομάστηκε φιλελεύθερη δημοκρατία, έτσι κάποια στιγμή κάλλιστα μπορούν να χωρίσουν), τίποτε από τα προηγούμενα δεν έχει σημασία, οι «δυτικιστές» επιμένουν στο μάντρα τους: μια και μόνη είναι η δημοκρατία, η φιλελεύθερη «δυτική» δημοκρατία, και καμία άλλη δημοκρατία δεν υπάρχει πέραν αυτής. Κάτι σαν κοσμικό «δυτικό» ευαγγέλιο: η δημοκρατία είναι φιλελευθερισμός και ο φιλελευθερισμός είναι δημοκρατία, και όλα διαμέσου της σύνθεσής τους, της φιλελεύθερης δημοκρατίας, γίνονται και χωρίς αυτήν, την φιλελεύθερη δημοκρατία, τίποτα δεν έγινε ούτε πρόκειται να γίνει. Βασικά θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για σύγκρουση δημοκρατίας εναντίον δικαιωματοκρατίας, αλλά αυτό είναι θέμα ενός άλλου αποκλειστικού κειμένου (Ο όρος δικαιωματοκρατία είναι η επιλογή που προτιμώ και θεωρώ ορθότερη έναντι του κυρίαρχου όρου «δικαιωματισμός»).
Από την άλλη μεριά έχουμε τα κακά κράτη «που αρνούνται να γίνουν σας εμάς», δηλαδή φιλελεύθερα «δυτικά», και αποτελούν την πλειοψηφία στον πλανήτη. Eπειδή τα κράτη αυτά είναι πολύ διαφορετικά και ετερογενή μεταξύ τους τα βαφτίζουμε αυταρχικά κατασκευάζοντας μια αντίθεση την οποία επενδύουμε σε πραγματικούς ανταγωνισμούς και ξεμπερδεύουμε (υποβαθμίζοντας το γεγονός και αποκρύβοντας την αντίφαση ότι οι φιλελεύθερες δημοκρατίες συνεργάζονται με τέτοιου είδους αυταρχικά, μοναρχικά, δικτατορικά ή ακόμα και μονοκομματικά καθεστώτα, από το Βιετνάμ μέχρι την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ―μια από τις ελάχιστες χώρες στον πλανήτη μαζί με τη Σαουδική Αραβία που δεν αυτοκατανοείται και δεν αυτοπροσδιορίζεται ως δημοκρατία―, και από το Αζερμπαϊτζάν μέχρι τη Μαυριτανία). Επίσης, σε αυτή την προσέγγιση πολύ βολικά δεν υπάρχει ούτε θρησκεία ούτε πολιτισμός ούτε ιστορία ― που να εξηγεί π.χ. γιατί η
Ινδία μπορεί να είναι επιφυλακτική όχι απλώς λόγω του παλαιού αγγλικού αποικιοκρατικού παρελθόντος αλλά κυρίως λόγω του πιο πρόσφατου αμερικανικού, όταν ψυχροπολεμικά υπήρξε σχηματισμός του άξονα Η.Π.Α-Κίνας-Πακιστάν εις βάρος της Ινδίας, και παρέμβαση και συνεισφορά της Σοβιετική Ρωσσίας/Ένωσης τόσο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ όσο και στην πράξη, διαμορφώνοντας το θεμέλιο για τις μετέπειτα ινδο-ρωσσικές σχέσεις. Δεν υπάρχει τίποτε απ' όλα αυτά, δηλαδή παρελθόν, παρά μόνο το παρόν και το πολύ βολικό ανιστορικό δίπολο Δημοκρατίες-Αυταρχίες, που αρκεί από μόνο του προκειμένου να εξηγήσει και να ερμηνεύσει τα πάντα, με όλα τα προηγούμενα ασφαλώς να συνοδεύονται από χυδαία ηθικολογία και υποκρισία. Αυτά λοιπόν τα κακά αυταρχικά κράτη, που δεν γίνονται σαν εμάς αλλά κυρίως που δεν συνεργάζονται με εμάς με τους όρους που θα θέλαμε, που δεν υπακούουν με λίγα λόγια (σε αντίθεση με τα καλά αυταρχικά κράτη που είναι υπάκουα και συνεργάζονται) στέκονται εμπόδιο στην πραγμάτωση της «δυτικής» φιλελεύθερης Ουτοπίας μας και δεν μας αφήνουν να ζήσουμε στα λιβάδια του Τέλους της Ιστορίας και της Αιώνιας Ειρήνης των Ιμμάνουελ Καντ, Φρίντριχ Χέγκελ και Φράνσις Φουκουγιάμα (τα ίδια έλεγαν και για την Σοβιετική Ένωση: μόλις έφευγε το σοβιετικό εμπόδιο από τη μέση θα πραγματωνόταν το φιλελεύθερο ιδεώδες. Μόνο το περιεχόμενο άλλαξε: τότε ήταν ο κομμουνισμός, τώρα είναι ο αυταρχισμός). Αυτό που χρειάζεται λοιπόν η ανθρωπότητα είναι μια τελευταία κοσμική φιλελεύθερη προοδευτική «δυτική» σταυροφορία (δημοκρατική!), και μιας και την κάναμε και τη χάσαμε απέναντι στο (μη υπάκουο) Ισλάμ, το μόνο που απομένει είναι ένας τελευταίος δίκαιος πόλεμος (bellum justum), προκειμένου να φύγουν από τη μέση αυτά τα κακά αυταρχικά κράτη, με κύρια ή προεξάρχοντα την Κίνα και τη Ρωσσία (πάλι η Ρωσσία;! Τελικά το πρόβλημα δεν ήταν ότι ήταν «κομμουνιστική»...), και να επέλθει επιτέλους η Αιώνια Ειρήνη και το Τέλος της Ιστορίας και να πραγματωθεί το Νόημα της Ιστορίας και η Ουτοπία.
Στην πράξη δεν έχουμε τα «δημοκρατικά» κράτη απέναντι στα «αυταρχικά». Αυτό που έχουμε είναι τα κράτη που αποτελούν μέρος μιας φιλελεύθερης «δυτικής» ηγεμονίας με επίκεντρο τον Ατλαντικό υπό την ηγεσία των ΗΠΑ (τα οποία προσπαθούν να διατηρήσουν αποκλειστικά για τον εαυτό τους το προνόμιο να ορίζουν δεσμευτικά για όλους τους υπολοίπους τι είναι και τι δεν είναι δημοκρατία), έναντι όλων των υπολοίπων κρατών του πλανήτη (τα οποία τα πρώτα κράτη βαφτίζουν αυταρχικά).
Ωστόσο το ενδιαφέρον δεν βρίσκεται εδώ. Άλλωστε αυτό είναι ένα ψευδές δίπολο και μια κατασκευασμένη ιδεολογική διχοτομία, ένα ψευδές δίλημμα, που εξυπηρετεί τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προκειμένου να υπερασπιστούν τα απομεινάρια της ηγεμονίας τους και να συσπειρώσουν τους συμμάχους τους ιεραρχώντας τους κάτω από το λάβαρο της «Δημοκρατίας», την οποία έχουν καταφέρει να απαξιώσουν μέσω της ταύτισής της με τον ηθικά απαξιωμένο και πολιτικά αναξιόπιστο εαυτό τους.
Εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι το ερώτημα γιατί συνεχίζουν να πέφτουν έξω στις προβλέψεις τους (όπως και οι Μαρξιστές πριν από αυτούς). Οι άνθρωποι αυτοί ασφαλώς και πλατσουρίζουν σε πελάγη μεταφυσικής, όσο και αν το αρνούνται, απλώς επειδή είναι ισχυροί επηρεάζουν και προσηλυτίζουν ελίτ χωρών μέσω των πανεπιστημίων και των διεθνών θεσμών που ελέγχουν ή κυριαρχούν, έχοντας καταφέρει να επιβάλλουν ως κοινά αποδεκτή τη μεταφυσική τους θεώρηση και πρόσληψη του κόσμου σε εκπροσώπους διαφόρων ελίτ ανά τον πλανήτη, αν και αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους ― όμως σε αντίθεση με τους ανθρώπους η πραγματικότητα δεν προσηλυτίζεται.
Η απάντηση στο ερώτημα γιατί διαψεύδονται οι προβλέψεις τους είναι η εξής: ουσιαστικά αυτό που διαψεύδεται δεν είναι απλώς οι προβλέψεις τους, αυτό είναι το σύμπτωμα, αλλά η μεταφυσική θεώρηση που έχουν για τη φύση, την ιστορία και τον άνθρωπο ― και ασφαλώς για τον πόλεμο.
Δημήτρης Β. Πεπόνης