Το 2008 ξεκίνησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής μια αφηγηματική εξιστόρηση που έγινε προσπάθεια να μετατραπεί σε αναλυτικό και ερμηνευτικό εργαλείο κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων. Η προεδρική εκστρατεία του Obama χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη προεκλογική εκστρατεία στην οποία η χρήση των κοινωνικών δικτύων διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο και είχε σημαντικό αντίκτυπο.
Το ότι η συγκεκριμένη ματιά ενσωμάτωνε ένα υποκειμενικό ιδεολογικό στοιχείο, και ένα δέον, φανερώθηκε λίγα χρόνια αργότερα με τις λεγόμενες «επαναστάσεις του Twitter» ―οι οποίες κατέληξαν σε διάψευση προσδοκιών― και πιο μετά με την εκλογή Trump.
Όμως εδώ δεν επιθυμώ να επισημάνω το αυτονόητο ―το οποίο έγινε μεγάλη προσπάθεια να καταστεί δυσνόητο―, δηλαδή πως η χρήση των κοινωνικών δικτύων δεν έχει κάποιο αποκλειστικά προοδευτικό ή συντηρητικό περιεχόμενο ή πρόσημο, και ότι τα media (όλα τα media) επηρεάζουν συνειδήσεις και διαμορφώνουν κοινή γνώμη. Ούτε επιθυμώ να θίξω το ζήτημα της ρύθμισης παραμέτρων και του προγραμματισμού αλγορίθμων με τέτοιο τρόπο ώστε να ενισχύεται η αλληλεπίδραση και να δεσμεύεται η προσοχή των χρηστών. Αυτά είναι δευτερογενή ζητήματα που ανάγονται σε πρωτογενή μέσω της χρήσης μιας γλώσσας που αναφέρεται σε βιοχημικές διεργασίες.
Η πεζή πραγματικότητα είναι πως στην Αίγυπτο το 2011 υπήρχαν περισσότεροι από 100 και λιγότεροι από 150 χιλιάδες χρήστες του Twitter σε συνολικό πληθυσμό 85 εκατομμυρίων ανθρώπων, ποσοστό μικρότερο του 0.2% του συνολικού αιγυπτιακού πληθυσμού. Ενώ στην Τυνησία το 2010 λιγότεροι από 500 άνθρωποι χρησιμοποιούσαν ενεργά το Twitter ― το οποίο μάλιστα έγινε διαθέσιμο στην αραβική γλώσσα δύο χρόνια αργότερα, το 2012.
Και όμως οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν στις δύο αυτές χώρες βαφτίστηκαν από τους Αμερικανούς ως «επαναστάσεις του Twitter». Ωραία λόγια για δημοσιογραφικά κείμενα, για την διαμόρφωση της λεγόμενης κοινής γνώμης και για τη χειραγώγηση του φαντασιακού των ανθρώπων (και για πολλούς που βγάζουν χρήματα και οικοδομούν ολόκληρες καριέρες πάνω στα social media). Αρκετοί, μάλιστα, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, έφτασαν στο σημείο να αποδίδουν στα κοινωνικά δίκτυα και στον ψηφιακό εικονικό χώρο τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα τους και όχι, παραδείγματος χάριν, σε δημογραφικές και κοινωνικο-οικονομικές μεταβολές, δηλαδή σε μεταβολές που λαμβάνουν χώρα στο φυσικό χώρο, στην αγορά, στο κοινωνικό και αστικό περιβάλλον κ.ο.κ.
Αυτό που προσέφεραν εφαρμογές και υπηρεσίες όπως το Facebook και το Twitter σε αστικοποιημένα ή κοσμοπολίτικα στρώματα των μεγάλων πόλεων της Αιγύπτου και της Τυνησίας, ήταν μεν σημαντικό αλλά δεν ήταν καθοριστικό. Άλλωστε, μέσα στον ορυμαγδό της αποθέωσης ή της κριτικής των κοινωνικών δικτυών, οι περισσότεροι ξεχνούν πως οι άνθρωποι σε αυτές τις χώρες χρησιμοποιούσαν τα κινητά τους τηλέφωνα.
Όμως ούτε η υπηρεσία ή η εφαρμογή ούτε το τεχνολογικό μέσο ―δίχως το οποίο δεν υπάρχει η υπηρεσία και η εφαρμογή― αποτελούν το κεντρικό ζήτημα αυτού του κειμένου. Όλα τα προηγούμενα αποτελούν μια απλή ή και αχρείαστη εισαγωγή για το κεντρικό ζήτημα που θέλω να αναδείξω.
~
Και το ζήτημα είναι το εξής: Σε ό,τι αφορά, πρώτον, το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα, δεύτερον, τη σχέση χρηστών κοινωνικών δικτύων (ειδικότερα του Facebook) και εκλογικού αποτυπώματος και σώματος και τέλος, τρίτον, το πεδίο ποσοτικοποίησης σχέσεων και πραγμάτων, η κατάσταση δεν είναι τόσο πολύπλοκη όσο αφήνεται να αιωρείται στην ατμόσφαιρα, καθώς την περιβάλλει ένας μύθος και μια κυρίαρχη νοοτροπία που οδηγεί τους ανθρώπους να χάνουν από τα μάτια τους τη μεγάλη εικόνα.
Έτσι, αφήνοντας στην άκρη την παγκόσμια ματιά ―για την οποία πολύς λόγος γίνεται και πολλά βιβλία γράφονται καθώς είναι πολυεπίπεδη και πολυδιάστατη― και προσγειώνοντας τα πράγματα στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα, η μεγάλη εικόνα, σε συνάφεια με τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 7 Ιουλίου του 2019, έχει ως εξής:
Η Νέα Δημοκρατία ψηφίστηκε από 2.251.618 πολίτες. Τη σελίδα της ΝΔ στο Facebook παρακολουθούν λιγότερα από 110.000 άτομα. Δηλαδή:
Ένας στους είκοσι (20) ―δύο και πλέον εκατομμύρια λιγότεροι― από όσους ψήφισαν ΝΔ το 2019.
Ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς ψηφίστηκε από 1.781.057 πολίτες. Τη σελίδα του ΣΥΡΙΖΑ στο Facebook παρακολουθούν περίπου 115.000 άτομα.
Ένας στους δεκαπέντε (15) ―ένα εκατομμύριο εξακόσιες χιλιάδες λιγότεροι― από όσους ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ.
Το Κίνημα Αλλαγής ψηφίστηκε από 457.623 πολίτες. Τη σελίδα του ΚΙΝΑΛ στο Facebook παρακολουθούν περίπου 15.000 άτομα.
Ένας στους τριάντα (30) ―τετρακόσιες σαράντα και πλέον χιλιάδες λιγότεροι― από όσους ψήφισαν ΚΙΝΑΛ.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας ψηφίστηκε από 299.621 πολίτες αλλά δεν έχει επίσημη σελίδα στο Facebook.
Η Ελληνική Λύση ψηφίστηκε από 209.290 πολίτες. Τη σελίδα της Ελληνικής Λύσης στο Facebook παρακολουθούν λιγότερα από 45.000 άτομα.
Ένας στους τέσσερις (4) ―εκατόν εξήντα και πλέον χιλιάδες λιγότεροι― από όσους ψήφισαν Ελληνική Λύση το 2019.
Το Μέτωπο Ευρωπαϊκής Ρεαλιστικής Ανυπακοής ψηφίστηκε από 194.576 πολίτες. Τη σελίδα του ΜέΡΑ25 στο Facebook παρακολουθούν λιγότερά από 30.000 άτομα.
Ένας στους έξι (6) ―εκατόν εξήντα και πλέον χιλιάδες λιγότεροι― από όσους ψήφισαν το ΜέΡΑ25.
~
Τα μέλη και οι χρήστες του Twitter και του Facebook δεν αποτελούν το πραγματικό εκλογικό σώμα και δεν είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα των ψηφοφόρων των κομμάτων. Αποτελούν μειοψηφικές μερίδες που αποκτούν τρομακτική ορατότητα συγκριτικά με την πραγματική βαρύτητα που κατέχουν, τόσο ως προς το σύνολο του εκλογικού σώματος όσο και ως προς το σύνολο των ψηφοφόρων ενός κόμματος ― συμβάλλοντας ασφαλώς κατά αυτόν τον τρόπο στη στρέβλωση και την αλλοίωση της εικόνας που διαμορφώνουμε για το ποιες ιδέες ή αντιλήψεις είναι κυρίαρχες (για τα κοινά χαρακτηριστικά αυτών των μειοψηφικών ομάδων-μερίδων χρειάζεται ιδιαίτερο σημείωμα).
Τα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα έχουν τη δυνατότητα να μεταβάλλουν φυσικούς νάνους σε εικονικούς γίγαντες και να αποκρύβουν κοινωνικά τσουνάμι πίσω από υπερδιογκωμένους ψηφιακούς αμμόλοφους. Και στις δύο περιπτώσεις, κάποια στιγμή, η φυσική και κοινωνική πραγματικότητα θρυμματίζει τη σφαίρα της ψηφιακότητας και της εικονικότητας, φανερώνοντας το πραγματικό μέγεθος του νάνου και σαρώνοντας τους αμμόλοφους όπως τα κύματα.
Όμως πέρα από το ζήτημα της μεγέθυνσης ή της σμίκρυνσης, της ορατότητας ή της απόκρυψης, το σημαντικότερο είναι πως η κοινωνική πραγματικότητα δεν αλλάζει στον εικονικό χώρο και πως η πολιτική δεν παράγεται στα κοινωνικά δίκτυα, δηλαδή σε ψηφιακά υποκατάστατα και εικονικές αναπαραστάσεις του φυσικού δημόσιου χώρου [
Summa Ι και
Προλεγόμενα]. Και τούτο ακριβώς είναι που δεν θα πρέπει να ξεχνούν ούτε στιγμή οι πολιτικοί: Η ιστορία δημιουργείται και η πολιτική παράγεται στο φυσικό χώρο και στο κοινωνικό και αστικό περιβάλλον, δίχως τα οποία δεν υπάρχει πολιτική κοινότητα.
Υ.γ: Ο εγκλεισμός συμβάλλει σε αυτό που δυνητικά θα μπορούσε να συμβεί, δηλαδή αποϋλοποίηση πολιτών, κομμάτων και πολιτικών, από το φυσικό χώρο και το αστικό περιβάλλον και συνεπακόλουθη εξαΰλωσή τους σε ψηφιακά υποκατάστατα [
Summa Ι και
Προλεγόμενα], δηλαδή σε εικονικούς πολίτες και εικονικά κόμματα, δηλαδή τηλεκόμματα, τα οποία είναι εύκολο να αναγνωριστούν: είναι τα κόμματα που βλέπεις την εικονική τους παρουσία στο διαδίκτυο και στην τηλεόραση αλλά μόλις περάσεις π.χ από τα γραφεία ή τα εκλογικά τους κέντρα ―στο φυσικό δημόσιο χώρο― είναι άδεια... (οι δε πολιτικοί, αν δεν προσέξουν τις ισορροπίες στις σχέσεις φυσικού-κοινωνικού και ψηφιακού-εικονικού, θα μπορούσαν δυνητικά να εξαΰλωθούν σε ―δηλαδή να υποκατασταθούν από― internet bots).