Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αριστοτέλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αριστοτέλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

5 Μαΐου 2023

Περί Φιλίας ― μέρος α΄.


4 | 5 | 4 μ.Κ ~ Year ΙV AQ | 2023

Μουσική Συνοδεία



Πραγματικά, κανένας δεν θα επέλεγε να ζει δίχως φίλους, κι ας είχε όλα τα υπόλοιπα αγαθά. Ακόμη και οι πλούσιοι άνθρωποι, όπως και αυτοί που έχουν αξιώματα και εξουσία, έχουν ιδιαίτερα μεγάλη ανάγκη από φίλους. Αλήθεια, ποιό το όφελος όλης αυτής της καλής τους κατάστασης αν δεν υπάρχει η δυνατότητα της ευεργεσίας, η οποία γίνεται κατά κύριο λόγο και στην πιο αξιέπαινη μορφή της προς τους φίλους; Και από την άλλη, πώς θα μπορούσε όλη αυτή η καλή κατάσταση να διατηρηθεί και να διαφυλαχθεί δίχως τους φίλους; Γιατί όσο μεγαλύτερη είναι τόσο επισφαλέστερη είναι. Αλλά και στη φτώχεια και στις άλλες δυστυχίες της ζωής οι άνθρωποι θεωρούν τους φίλους ως το μόνο καταφύγιο. 

Για τους νέους οι φίλοι είναι μια βοήθεια που τους κάνει να αποφεύγουν τα λάθη· στους ηλικιωμένους ανθρώπους προσφέρουν φροντίδα και περιποίηση, και αποτελούν ένα συμπλήρωμα για τις δραστηριότητες της ζωής που, εξαιτίας της φυσικής τους αδυναμίας, παρουσιάζονται μειωμένες· τους ανθρώπους, τέλος, που βρίσκονται στην ακμή της ηλικίας τους τούς βοηθούν με το να τους ωθούν σε πράξεις καλές και ωραίες — «σαν πάνε δυο μαζί»: πραγματικά, οι άνθρωποι γίνονται τότε πιο δυνατοί στις σκέψεις και στις πράξεις. 

Φαίνεται, επίσης, ότι η φιλία ενυπάρχει από τη φύση στον γονιό για το παιδί και στο παιδί για τον γονιό του, και όχι μόνο στους ανθρώπους αλλά και στα πουλιά και σε όλα σχεδόν τα ζώα· τη νιώθουν το ένα για το άλλο όλα τα όντα που έχουν κοινή καταγωγή — ιδιαίτερα οι άνθρωποι· αυτός είναι και ο λόγος που επαινούμε αυτούς που νιώθουν αγάπη για τους συνανθρώπους τους. Μπορούμε να το προσέξουμε και στα ταξίδια μας, στα ξένα, πόσο κοντινός είναι ο κάθε άνθρωπος στον άλλον άνθρωπο και πόσο φιλικός. 

Φαίνεται επίσης ότι η φιλία συνέχει και τις πόλεις, και οι νομοθέτες νοιάζονται πιο πολύ γι᾽ αυτήν παρά για τη δικαιοσύνη (πολύ φυσικό, αφού η ομόνοια φαίνεται πως είναι κάτι παρόμοιο με τη φιλία): αυτήν επιθυμούν κατά κύριο λόγο, και κοιτάζουν κατά κύριο λόγο να διώξουν από την πόλη τη διχόνοια, που τί άλλο είναι παρά μίσος και έχθρα;

Αν οι άνθρωποι είναι φίλοι μεταξύ τους δεν την έχουν ανάγκη τη δικαιοσύνη, ενώ αν είναι δίκαιοι χρειάζονται επιπλέον και τη φιλία, και η πιο γνήσια μορφή δικαιοσύνης θεωρείται πως έχει όλα τα χαρακτηριστικά της φιλίας...

~

Ίσως όμως τα πράγματα θα γίνονταν σαφέστερα σε σχέση με το θέμα αυτό, αν πρώτα γνωρίζαμε ποιό είναι ακριβώς το αντικείμενο της αγάπης, αυτό που γεννάει τη φιλία. Γιατί δεν φαίνεται να κινεί την αγάπη και να γεννάει τη φιλία το καθετί, παρά μόνο αυτό που είναι άξιο να αγαπηθεί και να προκαλέσει τη φιλία, και τέτοιο θεωρείται πως είναι το αγαθό, το ευχάριστο, και το χρήσιμο... Τρεις είναι λοιπόν οι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι αγαπούν και δημιουργούν μεταξύ τους φιλίες... Οι τρεις αυτοί λόγοι διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το είδος — άρα και οι μορφές της αγάπης και τη φιλίας. Τρία, επομένως, είδη φιλίας υπάρχουν, ακριβώς όσα είναι και τα πράγματα που είναι άξια να αγαπηθούν...

Αυτοί λοιπόν που αγαπούν ο ένας τον άλλον και γίνονται φίλοι για τη χρησιμότητα, δεν αγαπούν τον άλλον καθεαυτόν, αλλά για το αγαθό που μπορεί να πάρει από αυτόν. Το ίδιο και στην περίπτωση που οι άνθρωποι αγαπούν ο ένας τον άλλον και γίνονται φίλοι για χάρη της ευχαρίστησης· πραγματικά, οι άνθρωποι αγαπούν τους χαριτολόγους όχι για τον χαρακτήρα τους, αλλά γιατί τους είναι ευχάριστοι. Και αυτοί λοιπόν που αγαπούν τους άλλους και τους κάνουν φίλους τους για τη χρησιμότητά τους τούς αγαπούν για χάρη αυτού που είναι αγαθό γι᾽ αυτούς τους ίδιους, και αυτοί που αγαπούν τους άλλους και τους κάνουν φίλους τους για χάρη της ευχαρίστησης τούς αγαπούν για χάρη αυτού που είναι ευχάριστο γι᾽ αυτούς τους ίδιους, και όχι γιατί το πρόσωπο που αγαπούν έχει αυτές κι αυτές τις ιδιότητες, αλλά γιατί είναι γι᾽ αυτούς ένα πρόσωπο χρήσιμο ή ευχάριστο. 

Αυτές λοιπόν οι φιλίες είναι φιλίες για έναν λόγο συμπτωματικό, αφού το πρόσωπο που αγαπιέται δεν αγαπιέται επειδή είναι αυτό που είναι, αλλά επειδή εξασφαλίζει σ᾽ αυτόν που το αγαπάει κάποιο αγαθό ή κάποια ευχαρίστηση. Ε, αυτού του είδους οι φιλίες διαλύονται εύκολα, αν τα δύο μέρη δεν παραμένουν αυτό που ήταν· πραγματικά, αν ο ένας δεν είναι πια ευχάριστος ή χρήσιμος στον άλλον, ο άλλος παύει να τον αγαπάει. Το χρήσιμο όμως δεν μένει σταθερά το ίδιο, αλλά συνεχώς αλλάζει. Αν λοιπόν λείψει ο λόγος για τον οποίο τα δύο αυτά άτομα ήταν φίλοι, διαλύεται και η φιλία, αφού η φιλία τους είχε δημιουργηθεί μόνο για τον συγκεκριμένο λόγο.

Αυτού του είδους η φιλία φαίνεται ότι γεννιέται κατά κύριο λόγο μεταξύ των μεγάλης ηλικίας ανθρώπων (γιατί οι άνθρωποι αυτής της ηλικίας δεν επιδιώκουν το ευχάριστο αλλά το ωφέλιμο), και από αυτούς που βρίσκονται στην ακμή της ηλικίας τους, αλλά και από τους νέους όσοι επιδιώκουν το συμφέρον τους. Ούτε και η συμβίωση αρέσει και τόσο στους ανθρώπους αυτούς· γιατί είναι φορές που δεν είναι ούτε και ευχάριστοι ο ένας στον άλλον· δεν τη χρειάζονται λοιπόν οι άνθρωποι αυτοί αυτού του είδους τη συντροφιά, εκτός κι αν είναι ωφέλιμοι ο ένας στον άλλον· γιατί ως εκεί είναι οι άνθρωποι αυτοί ευχάριστοι ο ένας στον άλλον, όσο έχουν ελπίδες για κάποιο όφελος ο ένας από τον άλλον...

Αντίθετα, η φιλία των νέων ανθρώπων θεωρείται ότι έχει για στόχο της την ευχαρίστηση· γιατί αυτοί ζουν κάτω από την επήρεια και την καθοδήγηση του πάθους, και αυτό που κατά κύριο λόγο επιδιώκουν είναι η ευχαρίστηση και ό,τι είναι παρόν. Καθώς όμως προχωρεί η ηλικία, αλλάζουν και τα πράγματα που τους είναι ευχάριστα. Αυτός είναι ο λόγος που οι νέοι άνθρωποι γίνονται γρήγορα φίλοι και γρήγορα, πάλι, παύουν να είναι φίλοι: η φιλία τους αλλάζει καθώς αλλάζει αυτό που τους είναι ευχάριστο, και αυτού του είδους η ευχαρίστηση αλλάζει γρήγορα. Είναι και ερωτικοί οι νέοι· γιατί η ερωτική φιλία σχετίζεται κατά κύριο λόγο με το πάθος και την ευχαρίστηση· αυτός είναι και ο λόγος που οι νέοι ερωτεύονται και ο έρωτάς τους περνάει γρήγορα — τα αισθήματά τους αλλάζουν πολλές φορές μέσα στην ίδια μέρα. Οι άνθρωποι, πάντως, αυτοί θέλουν να περνούν μαζί τις μέρες τους και να συμβιώνουν: έτσι την καταλαβαίνουν αυτοί τη φιλία...

~

Οι άνθρωποι όμως που θέλουν το καλό των φίλων τους για χάρη των φίλων τους είναι οι γνησιότεροι φίλοι: ο λόγος είναι ότι αυτό το κάνουν επειδή αυτή είναι η φύση τους και όχι για έναν συμπτωματικό λόγο. Διαρκεί λοιπόν η φιλία αυτών των ανθρώπων για όσο διάστημα αυτοί είναι αγαθοί — και η αρετή είναι κάτι το μόνιμο. Ο καθένας από τους δύο είναι καθεαυτόν αγαθός και αγαθός για τον φίλο του· πραγματικά, οι αγαθοί άνθρωποι είναι και καθεαυτούς αγαθοί και ωφέλιμοι ο ένας στον άλλον. Με τον ίδιο τρόπο είναι και ευχάριστοι ο ένας στον άλλον· πραγματικά, οι αγαθοί άνθρωποι είναι και καθεαυτούς ευχάριστοι και ευχάριστοι ο ένας στον άλλον· γιατί στον κάθε άνθρωπο είναι πηγή ευχαρίστησης και οι δικές του πράξεις και όσες άλλες μοιάζουν με τις δικές του — και οι πράξεις των αγαθών ανθρώπων είναι ίδιες ή παρόμοιες...

Αυτού του είδους οι φιλίες είναι φυσικά σπάνιες· ο λόγος είναι ότι αυτού του είδους άνθρωποι υπάρχουν μόνο λίγοι. Έπειτα αυτού του είδους η φιλία χρειάζεται χρόνο και κλίμα αμοιβαίας οικειότητας: όπως λέει και η παροιμία, οι άνθρωποι δεν είναι δυνατό να γνωρίσουν καλά ο ένας τον άλλον, αν δεν φάνε πρώτα μαζί «ψωμί και αλάτι»· ούτε είναι δυνατό να αποδεχθεί ο ένας τον άλλον και να γίνουν φίλοι, αν πρώτα δεν θεωρηθεί ο ένας από τον άλλον άξιος αγάπης και αν ο ένας δεν κερδίσει την εμπιστοσύνη του άλλου: αυτοί που δείχνουν γρήγορα ο ένας στον άλλον τα σημάδια της φιλίας θέλουν, βέβαια, να είναι φίλοι, δεν είναι όμως, αν δεν είναι άξιοι να αγαπηθούν και αν το πράγμα δεν τους είναι γνωστό· η θέληση για φιλία μπορεί να γεννηθεί γρήγορα, η φιλία όμως όχι.


Αριστοτέλης




.~`~.

Το βιβλίο μου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Τόπος με τίτλο:


Το Τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης
Από την Ουκρανία και την Πανδημία στη Νέα Πλανητική Τάξη

Δημήτρης Β. Πεπόνης




Μπορείτε να προμηθευτείτε και να παραγγείλετε Το Τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης σε όλα τα βιβλιοπωλεία πανελλαδικά. Ενδεικτικοί σύνδεσμοι με το βιβλίο: Πολιτεία, ΙανόςΠρωτοπορίαPublic κ.λπ.



~

Επικοινωνία: cosmoidioglossia@gmail.com

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


4 | 5 | 4 μ.Κ ~ Year ΙV AQ | 2023

8 Σεπτεμβρίου 2022

― Οι λόγοι που κάνουν τους ανθρώπους να θέλουν να βλάψουν και να κάνουν το κακό, είναι... ― Όλες λοιπόν τις πράξεις τους οι άνθρωποι δεν μπορεί παρά να τις κάνουν για επτά λόγους:


8 | 9 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

Μουσική Συνοδεία


Οι λόγοι που κάνουν τους ανθρώπους να θέλουν να βλάψουν και να κάνουν το κακό, είναι η κακία και η έλλειψη αυτοελέγχου· γιατί αν ένας άνθρωπος έχει μία ή περισσότερες κακίες, κάνει και αδικίες σχετικές με την κακία που τυχαίνει να έχει· ο ανελεύθερος, π.χ., σχετικές με τα χρήματα, ο ακόλαστος σχετικές με τις σωματικές ηδονές, ο μαλθακός σχετικές με την καλοπέρασή του, ο δειλός σχετικές με τους κινδύνους (εγκαταλείπουν, πράγματι, από φόβο τους συντρόφους τους την ώρα του κινδύνου), ο φιλόδοξος για χάρη των τιμών, ο οξύθυμος πάνω στο θυμό του, ο παθιασμένος με τις νίκες για χάρη της νίκης, ο στυφός για να πάρει εκδίκηση, ο δίχως φρόνηση γιατί μπερδεύει το δίκαιο και το άδικο, ο ξεδιάντροπος από αδιαφορία για τη γνώμη των άλλων — παρόμοια και όλοι οι άλλοι, ο καθένας ενσχέσει με το είδος και το περιεχόμενο της ιδιαίτερης κακίας του...

Όλες οι πράξεις των ανθρώπων έχουν την αρχή τους είτε σε λόγους που βρίσκονται έξω από τους ίδιους είτε σε λόγους που βρίσκονται μέσα τους. Στην περίπτωση που η αιτία της πράξης δεν βρίσκεται μέσα στο ίδιο το άτομο, η πράξη οφείλεται είτε στην τύχη είτε στην ανάγκη. Από τις πράξεις που οφείλονται στην ανάγκη άλλες οφείλονται σε άσκηση βίας και άλλες στη φύση. Επομένως όλα όσα κάνουν οι άνθρωποι για λόγους που δεν βρίσκονται μέσα στους ίδιους οφείλονται στην τύχη, στη φύση ή στην άσκηση βίας, ενώ όσα κάνουν για λόγους που βρίσκονται μέσα στους ίδιους, όταν δηλαδή η αιτία γι᾽ αυτά είναι τα ίδια τα άτομα, οι πράξεις αυτές οφείλονται είτε σε συνήθεια είτε σε έντονη επιθυμία, η οποία άλλοτε ελέγχεται από τη λογική και άλλοτε όχι. Αυτό που λέμε «βούληση» είναι η επιθυμία για κάτι καλό (κανείς, πράγματι, δεν θέλει κάτι παρά μόνο αν πιστεύει πως είναι καλό)· μη ελεγχόμενες από τη λογική επιθυμίες είναι η οργή και ο πόθος. 

Όλες λοιπόν τις πράξεις τους οι άνθρωποι δεν μπορεί παρά να τις κάνουν για επτά λόγους: τύχη, φύση, βία, συνήθεια, λογική, οργή, ζωηρή επιθυμία.

Η παραπέρα διαίρεση των ανθρώπινων πράξεων με βάση την ηλικία, τις ιδιότητες του χαρακτήρα ή κάτι άλλο δεν έχει κανένα νόημα· γιατί αν οι νέοι συμβαίνει να είναι οργίλοι ή πλήρεις από επιθυμίες, δεν είναι η νεότητά τους η αιτία γι᾽ αυτού του είδους τις πράξεις τους, αλλά η οργή και η επιθυμία·... Γι᾽ αυτό, το σωστό είναι να αφήσουμε καταμέρος αυτές τις διακρίσεις, δεν πρέπει όμως να παραλείψουμε να εξετάσουμε τί λογής επακόλουθα έχουν κατά κανόνα οι συγκεκριμένες ιδιότητες των επιμέρους προσώπων ή πραγμάτων· γιατί αν κάποιος είναι ανοιχτόχρωμος ή σκουρόχρωμος, ψηλός ή κοντός, δεν υπάρχει κανόνας που να λέει ότι θα ακολουθήσει τότε κάποιο από τα επακόλουθα που είπαμε· αν όμως είναι νέος ή γέρος, δίκαιος ή άδικος, τότε πια υπάρχει διαφορά. Γενικά, πρέπει να εξετάζουμε καθετί που κάνει τους χαρακτήρες των ανθρώπων να διαφέρουν· π.χ., το να θεωρεί κανείς τον εαυτό του πλούσιο ή φτωχό θα προκαλέσει κάποια διαφορά, όπως επίσης το να θεωρεί τον εαυτό του καλότυχο ή κακότυχο.

Της τύχης αποτέλεσμα είναι όλα εκείνα που η αιτία τους είναι απροσδιόριστη και δεν γίνονται για κάποιον σκοπό· επίσης όσα δεν γίνονται πάντοτε, ούτε τις περισσότερες φορές, ούτε με έναν προδιαγεγραμμένο τρόπο (όλα αυτά είναι, βέβαια, φανερά από τον ορισμό της τύχης). Της φύσης αποτέλεσμα είναι όσα έχουν την αιτία τους μέσα τους και σύμφωνη με έναν προδιαγεγραμμένο κανόνα: πάντοτε ή τις περισσότερες φορές συμβαίνουν με τον ίδιο τρόπο. Όσο γι᾽ αυτά που γίνονται αντίθετα με τους φυσικούς κανόνες, δεν υπάρχει κανένας λόγος να διερευνήσουμε εξονυχιστικά αν γίνονται σύμφωνα με κάποιον φυσικό νόμο ή για κάποιον άλλο λόγο — αιτία αυτών των πραγμάτων θα μπορούσε, κατά τη γνώμη μου, να θεωρηθεί και η τύχη. Σε βία οφείλονται όσα γίνονται παρά την επιθυμία και τους λογικούς σχεδιασμούς αυτών που τα κάνουν. Από συνήθεια γίνονται όσα κάνουμε επειδή τα έχουμε κάνει πολλές φορές. Στη λογική οφείλονται όσα από τα καλά πράγματα για τα οποία μιλήσαμε θεωρούνται συμφέροντα ή ως τέλος ή ως μέσα που οδηγούν στο τέλος, με τον όρο βέβαια ότι γίνονται επειδή είναι συμφέροντα· γιατί και οι ακόλαστοι κάνουν πράγματα συμφέροντα, δεν τα κάνουν όμως επειδή τους συμφέρουν, αλλά επειδή τους είναι ευχάριστα. Σε παραφορά και σε οργή οφείλονται οι πράξεις εκδίκησης. Υπάρχει, πάντως, διαφορά ανάμεσα στην εκδίκηση και την τιμωρία: η τιμωρία γίνεται για χάρη αυτού που την υφίσταται, ενώ η εκδίκηση για χάρη αυτού που την κάνει, για να νιώσει δηλαδή ικανοποίηση. Τί είναι η οργή θα γίνει φανερό όταν θα μιλήσουμε για τα πάθη. Από ζωηρή επιθυμία γίνονται όσα είναι ολοφάνερα ευχάριστα. Στα ευχάριστα ανήκει επίσης καθετί που μας είναι οικείο εκ φύσεως, όπως και καθετί στο οποίο έχουμε συνηθίσει· γιατί οι άνθρωποι κάνουν με ευχαρίστηση ακόμη και πράγματα που δεν είναι από τη φύση τους ευχάριστα, αν τα έχουν συνηθίσει μια ζωή.

~

Επομένως (για να συνοψίσουμε) όλα όσα κάνουν οι άνθρωποι για λόγους που βρίσκονται μέσα στους ίδιους είναι ή τους φαίνονται καλά, είναι ή τους φαίνονται ευχάριστα. Δεδομένου ότι οι άνθρωποι κάνουν με τη θέλησή τους αυτά που η αιτία τους βρίσκεται μέσα στους ίδιους και χωρίς τη θέλησή τους αυτά που η αιτία τους βρίσκεται έξω από τους ίδιους, μπορούμε να πούμε ότι όλα όσα κάνουν οι άνθρωποι με τη θέλησή τους είναι ή τους φαίνονται καλά, είναι ή τους φαίνονται ευχάριστα — φυσικά, στα καλά βάζω επίσης τόσο την απαλλαγή από αυτά που είναι ή τους φαίνονται κακά όσο και την αντικατάσταση ενός μεγαλύτερου κακού με ένα μικρότερο, όπως επίσης βάζω στα ευχάριστα τόσο την απαλλαγή από τα λυπηρά ή από αυτά που τους φαίνονται λυπηρά όσο και την αντικατάσταση ενός λυπηρού από ένα άλλο λιγότερο λυπηρό...

Ευχάριστα είναι επίσης όσα γίνονται από συνήθεια· ο λόγος είναι ότι καθετί στο οποίο έχουμε συνηθίσει μοιάζει πια σαν κάτι το φυσικό· γιατί η συνήθεια είναι κάτι σαν τη φύση, για τον λόγο ότι το «συχνά» βρίσκεται πολύ κοντά στο «πάντοτε»: το «πάντοτε» έχει να κάνει με τη φύση, το «συχνά» με τη συνήθεια. Ευχάριστο είναι επίσης αυτό που δεν είναι αποτέλεσμα βίας· γιατί η βία είναι αντίθετη προς τη φύση· γι᾽ αυτό και ό,τι γίνεται αναγκαστικά, είναι δυσάρεστο: είχε δίκαιο αυτός που είπε ό,τι μας επιβάλλεται αναγκαστικά, είναι δυσάρεστο· οι έγνοιες, οι σοβαρές ασχολίες, οι εντάσεις είναι δυσάρεστα πράγματα, γιατί μας επιβάλλονται αναγκαστικά και με τη βία — εκτός κι αν τα έχουμε συνηθίσει, οπότε η συνήθεια τα κάνει ευχάριστα. Τα αντίθετά τους είναι ευχάριστα· έτσι η τεμπελιά, η αποφυγή του κόπου, η αδιαφορία, η διασκέδαση, η ξεκούραση και η χαλάρωση, ο ύπνος ανήκουν στα ευχάριστα πράγματα· γιατί τίποτε από όλα αυτά δεν έχει σχέση με εξαναγκασμό.

Καθετί για το οποίο έχουμε μέσα μας επιθυμία είναι ευχάριστο· η επιθυμία είναι, πράγματι, πόθος για το ευχάριστο. Από τις επιθυμίες, τώρα, άλλες σχετίζονται με το άλογο μέρος της ψυχής μας και άλλες με το λογικό της μέρος. Όταν λέω «επιθυμίες που σχετίζονται με το άλογο μέρος της ψυχής», εννοώ αυτές που δεν τις προκαλεί κάποια διεργασία του νου· τέτοιες είναι αυτές που τις λέμε φυσικές, όπως αυτές που τις έχουμε μέσω του σώματος, η επιθυμία της τροφής, π.χ., η πείνα και η δίψα, και το ξεχωριστό είδος επιθυμίας που αντιστοιχεί σε κάθε ξεχωριστό είδος τροφής· επίσης οι επιθυμίες που σχετίζονται με τη γεύση, με τις αφροδισιακές ηδονές και γενικά με την αφή, αλλά και με την όσφρηση, την ακοή και την όραση. «Επιθυμίες που σχετίζονται με το λογικό μέρος της ψυχής» ονομάζω αυτές που οφείλονται στο ότι έχουμε πεισθεί· πολλά, πράγματι, οι άνθρωποι επιθυμούν να τα δουν και να τα αποκτήσουν, αφού άκουσαν γι᾽ αυτά και πείσθηκαν... είναι φανερό ότι ηδονή αισθάνονται και αυτοί που θυμούνται και αυτοί που ελπίζουν, αφού υπάρχει εκεί και αίσθηση. Κατά συνέπεια όλα τα ευχάριστα πράγματα δεν μπορεί παρά να είναι ή παρόντα (στην περίπτωση της αίσθησης) ή παρελθόντα (στην περίπτωση της ανάμνησης) ή μελλοντικά (στην περίπτωση της ελπίδας)· γιατί οι άνθρωποι αισθάνονται το παρόν, θυμούνται το παρελθόν, ελπίζουν για το μέλλον. Από αυτά λοιπόν που θυμούμαστε, ευχάριστα είναι όχι μόνο αυτά που ήταν ευχάριστα τη στιγμή που ήταν παρόντα, αλλά και κάποια που δεν ήταν τότε ευχάριστα, που είχαν όμως αργότερα μια όμορφη και καλή συνέχεια· εξού και ο λόγος

είναι, στ᾽ αλήθεια, ευχάριστο, όταν σωθείς, 
να θυμάσαι τα όσα τράβηξες 

και

χαίρεται κανείς και με τα βάσανα που τράβηξε,
όταν θυμάται πόσα έπαθε και πόσα έκανε ο ίδιος.

Αριστοτέλης

~ . ~

Πολλές ακόμα παρατηρήσεις για τα ανθρώπινα πράγματα προηγούνται και έπονται του συγκεκριμένου αποσπάσματος. Και όσο περισσότερο διαβάζει κανείς το κείμενο τόσο εντονότερα αντιλαμβάνεται πως δεν έχει αλλάξει τίποτα εδώ και χιλιετίες (όλα τριγύρω ―δηλαδή εξωτερικά― αλλάζουνε κι όλα τα ίδια ―εσωτερικά― παραμένουν), παρά τις αντιλήψεις περί υποκειμενικότητας, νεωτερικότητας και προόδου των τελευταίων δύο αιώνων, τις διαφορετικές ερμηνείες και τις γελοιογραφίες του «προνεωτερικού» ανθρώπου από διάφορες «επιστήμες».

Η εποχή μας φαντάζει σε αρκετούς ανθρώπους ριζικά διαφορετική από όλες τις προηγούμενες, όμως η φύση των πραγμάτων παραμένει πάντοτε ίδια, και μόνον τεχνητά και παροδικά είναι δυνατόν να αλλοιωθεί ― η δε πίστη στην τεχνολογία συνεχώς γεννά ψευδοεπιστήμες και τεχνοθρησκείες

~

Διαβάστε περισσότερα σπουδαία αποσπάσματα από τον Αριστοτέλη, και από άλλα σπουδαία πρόσωπα, καθώς και από κινηματογραφικές επιλογές του 21ου αιώνα


.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


8 | 9 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

1 Φεβρουαρίου 2022

Πως να αντιλαμβάνεστε μια απάτη.


1 | 2 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

Μουσική Συνοδεία


Τα κυριότερα όπλα της απάτης είναι η ομοιότητα, η μίμηση και η υποκριτική συμφωνία, δηλαδή το να πηγαίνει κάποιος με τα νερά του ανθρώπου που θέλει να εξαπατήσει. Τα σπουδαιότερα όπλα για να αντιληφθείς μια απάτη ―και κατά συνέπεια να την αποφύγεις ή να την καταπολεμήσεις― είναι δύο: πρώτον, να αναγνωρίζεις τις διαφορές ανάμεσα στα πράγματα και, δεύτερον, να ορίζεις και άρα να γνωρίζεις τι είναι ίδιο με κάτι άλλο. Και εφόσον δεν μπορούμε να αντιληφθούμε καθόλου εάν ένα πράγμα είναι το ίδιο με ένα άλλο, ή διαφορετικό, χωρίς να γνωρίζουμε τους τρόπους που διαιρείται η ομοιότητα, είναι δικαιολογημένο στο κείμενο αυτό να ξεκινήσουμε με τη διαίρεση της ομοιότητας. Για τη μίμηση, την υποκριτική συμφωνία και τους τρόπους αναγνώρισης των διαφορών θα απαιτηθεί διαφορετικό κείμενο. 

Κατά τον Αριστοτέλη, λοιπόν, το ίδιο διαιρείται με 3+1 τρόπους: είτε αριθμητικά, είτε ως προς το είδος, είτε ως προς το γένος, αλλά και με έναν ακόμα δυσκολότερο και πιο πλούσιο τρόπο, που είναι πιο μακριά από τους τρεις προηγούμενους, δηλαδή με το να είναι τα πράγματα ίδια κατ' αναλογία: 

Πράγματα που είναι ίδια αριθμητικά είναι τα πράγματα που έχουν περισσότερα από ένα ονόματα αν και το ίδιο το πράγμα είναι ένα: π.χ ένα πανωφόρι έχει πολλά ονόματα. 

Πράγματα που είναι ίδια ως προς το είδος είναι πάντα ίδια και ως προς το γένος, όπως ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας, που ήταν άνθρωποι ως προς το είδος αλλά και ζωντανά όντα ως προς το γένος.

Πράγματα που είναι ίδια ως προς το γένος δεν είναι απαραίτητα ίδια ως προς το είδος· ο άνθρωπος και ο σκύλος είναι ίδια ως προς το γένος, σαν ζωντανά όντα, αλλά διαφορετικά ως προς το είδος. 

Τέλος έχουμε την περίπτωση, που είναι πιο μακριά από τις τρεις προηγούμενες, όπου τα πράγματα διαφέρουν ως προς το γένος, αλλά είναι ίδια κατ' αναλογία. Παραδείγματος χάριν, όπως αναφέρει ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς ― ο αγαπημένος μου συγγραφέας τα χρόνια της νέας προ και μετά πανδημίας εποχής:

Το ίδιο κατ' αναλογία είναι η καρδιά, η πηγή και η μονάδα, επειδή η μονάδα είναι για έναν αριθμό ό,τι είναι η πηγή για ένα ποτάμι και η καρδιά για ένα ζωντανό ον: και τα τρία αποτελούν αφετηρίες ή σημεία εκκίνησης των πραγμάτων στα οποία βρίσκονται. Δεύτερο παράδειγμα: η όραση και η κατανόηση είναι το ίδιο κατ' αναλογία επειδή η κατανόηση είναι για την ψυχή ό,τι και η όραση για το μάτι (βέβαια, εάν δεν πιστεύεις στην ύπαρξη ψυχής είναι  δύσκολο να δεις και να κατανοήσεις την αναλογία). Με τον ίδιο τρόπο, ακόμα πιο απλά αλλά συνάμα πιο ποιητικά, η ηρεμία της θάλασσας (μπονάτσα) είναι το ίδιο με την ησυχία του ανέμου (άπνοια-νηνεμία): το ένα είναι για τη θάλασσα ό,τι το άλλο για τον αέρα, και τα δύο είναι η ήρεμη κατάσταση των πραγμάτων

Είναι τυχαίο, άραγε, ότι κάποιες φορές όταν η θάλασσα είναι ήρεμη και επικρατεί ησυχία ανέμου, γαληνεύει η ψυχή μας; Και συμβαίνει άνευ λόγου και αιτίας, άραγε, όταν ανοίγεται και χάνεται το βλέμμά μας στον ορίζοντα, μιας τέτοιας συνθήκης, ότι νιώθουμε η αίσθηση του περιβάλλοντος να εισέρχεται μέσα μας, νιώθοντας γαλήνια; ― η φράση «η θάλασσα μέσα μου» είναι πανέμορφη. Και, μήπως, ό,τι είναι η μπονάτσα για τη θάλασσα και η άπνοια για τον άνεμο δεν είναι η γαλήνη για τη ψυχή; (Δεν χρησιμοποιώ τον όρο αταραξία διότι η λέξη φέρει συγκεκριμένο φορτίο και θα ήταν σα να βρίσκομαι στο πλευρό των Στωϊκών έναντι των Αριστοτελικών. Επιπλέον, το παράδειγμα φέρνει στο νου μια διαδικασία εισχώρησης των συνθηκών του φυσικού περιβάλλοντος στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου, και ανοίγματος του εσωτερικού προς το εξωτερικό, όχι π.χ μια αποκοπή από το περιβάλλον και συνακόλουθα μια πλήρης βύθιση στον κόσμο του εαυτού). Ξανά, ένας άνθρωπος που τον χαρακτηρίζει η πίστη στη μη ύπαρξη ψυχής, που δεν πιστεύει στην ύπαρξή της, ναι μεν θα αισθανθεί την ομοιότητα, ωστόσο ούτε θα δει ούτε θα κατανοήσει την αναλογία.

Η ομοιότητα, επίσης, μπορεί να παραπλανά και να εξαπατά μέσω της εξομοίωσης ή και της προσομοίωσης. 

Την περίπτωση της εξομοίωσης τη συναντάμε άπειρες φορές σε καθημερινή σχεδόν βάση. Ας αναφέρουμε, όμως, ένα επίκαιρο παράδειγμα προσπάθειας εξαπάτησης, μέσω αυτής, από τη διακρατική πολιτική που θα μας απασχολήσει και στο προσεχές μέλλον. Αναφέρομαι στην προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής να εξομοιώσουν τις περιπτώσεις της Ουκρανίας και της Ταϊβάν, για αυτονόητους λόγους. Για την ασυνείδητη χρήση αυτής της εξομοίωσης δε χρειάζεται να γράψουμε κάτι. Τη συνειδητή χρήση της, εντούτοις, τη συναντάμε σε ανθρώπους που είτε θέλουν να εξαπατήσουν μέσω της συγκεκριμένης εξομοίωσης, είτε μιμούνται τους αμέσως προηγούμενους, είτε θέλουν να αναλύσουν τη συγκεκριμένη κατάσταση-συνθήκη, ανεξάρτητα από το αν την πιστεύουν, και σε ανθρώπους που είτε ψάχνουν τις διαφορές, επειδή θέλουν να αποφύγουν την πλάνη ή να αναδείξουν την απάτη, είτε απλώς αναγνωρίζουν τις διαφορές

Όπως ειπώθηκε στην αρχή, ένα από τα κυριότερα όπλα της απάτης είναι η ομοιότητα, και η (εξ)απάτη(ση) λαμβάνει χώρα μέσω της ομοιότητας. Αυτό δεν το είχε τονίσει μόνο ο Πλάτων, όπως είδαμε πρόσφατα, αλλά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα είχαν δώσει ο Αριστοτέλης και ο Πλούταρχος, με τον τελευταίο να γράφει το περίφημο Quomodo adulator ab amico internoscatur, δηλαδή πως να ξεχωρίζεις τον κόλακα από τον φίλο.

Σε ό,τι αφορά, τέλος, την προσομοίωση. Εάν ζούσαν σήμερα, δηλαδή στην εποχή της εικονικής πραγματικότητας (virtual reality), των avatar και του Metaverse, ο Αριστοτέλης, ο Πλούταρχος και ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, ίσως να μην αερολογούσαν περί μιας νέας, εξίσου πραγματικής, πραγματικότητας παρά να αναφωνούσαν με χαρακτηριστική ευκολία: απάτη ― ενώ η πλέον κυρίαρχη μεταφυσική ιδέα της εποχής μας, που προωθείται με διάφορους επιστημονικοφανείς και μη τρόπους, δηλαδή η πραγματικότητα ως προσομοίωση, για τη δική τους κατανόηση των πραγμάτων μπορεί να ερμηνευόταν απλώς και μόνο ως εξής: η πραγματικότητα ως απάτη

Δημήτρης Β. Πεπόνης

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


1 | 2 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

28 Νοεμβρίου 2021

Απώλεια αξιοπιστίας, κρίση εμπιστοσύνης, πολιτικοί, ειδικοί και επιστήμονες.


28 | 11 | 2 μ.Κ (Year ΙΙ AQ) | 2021

Μουσική Συνοδεία


Κατά τον Αριστοτέλη, όπως είδαμε σε προηγούμενο κείμενο για τους τρόπους πειθούς και τους ρητορικούς λόγους, ο συμβουλευτικός και προτρεπτικός λόγος είναι πολιτικός. Ο άνθρωπος που προτρέπει ή αποτρέπει στη δημόσια σφαίρα, ακόμη και αν είναι επιστήμονας, βρίσκεται στη σφαίρα της πολιτικής, και όχι της επιστήμης. 

Η επιστημονική γνώση δεν μπορεί να είναι πρακτικά δεσμευτική για κανέναν, καθώς δεν διαθέτει ―ή υποτίθεται πως δεν διαθέτει― ηθικό ή κανονιστικό φορτίο και προσανατολισμό. 

Ακόμη και εάν τα μέτρα που προτείνονται από μέλη της επιστημονικής κοινότητας είναι ―ή υποτίθεται πως είναι― ουδέτερα, αντικειμενικά και επιστημονικά, από τη στιγμή που εφαρμόζονται, είναι μέτρα πολιτικά. Και κάποιος πρέπει να λογοδοτήσει για τον τρόπο εφαρμογής τους, τις επιπτώσεις και τα αποτελέσματά τους.

Επιπλέον, η «επιστημονική κοινότητα» δεν ταυτίζεται με τους «ειδικούς». Υπάρχει επικάλυψη μεταξύ τους αλλά όχι ταύτιση. Οι «ειδικοί» αποτελούν μια μικρή ομάδα, ή μια ελίτ, που προκύπτει μετά από ιεράρχηση και συσχέτιση με θεσμούς. 

Η ολοένα συχνότερη επίκληση των ειδικών από τους πολιτικούς κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, ιδιαίτερα από την κρίση της Ευρωζώνης και μετά, φανερώνει τη σταδιακή μετατόπιση στο σκοπό των πολιτευμάτων. 

Ο Αριστοτέλης ορίζει τα πολιτεύματα, όχι μόνο με βάση το σώμα που ασκεί την κυρίαρχη εξουσία και εκφράζει την αποφασιστική γνώμη (και εδώ ακριβώς φαίνεται καθαρά η ανατίμηση του ρόλου των «ειδικών» στις λεγόμενες δυτικές δημοκρατίες), αλλά και από το τέλος, δηλαδή από τον σκοπό, του κάθε πολιτεύματος. Κατά τον Αριστοτέλη, τέλος-σκοπός της δημοκρατίας είναι η ελευθερία, της ολιγαρχίας ο πλούτος, της αριστοκρατίας τα πάτρια και οι νόμοι, ενώ της τυραννίδας η αυτοφρούρηση και η αυτοφύλαξή της. 

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών, και συγκεκριμένα από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και ύστερα, παρατηρείται μια σταδιακή μετατόπιση από το παραδοσιακό εκκρεμές μεταξύ ελευθερίας και πλουτισμού, δηλαδή από την κλασική σχέση μεταξύ δημοκρατίας και ολιγαρχίας, με αριστοτελικούς όρους, προς την αυτοφρούρηση και αυτοφύλαξη, δηλαδή προς την τυραννίδα. 

Η μετατόπιση αυτή, μέσω της διεύρυνσης των υπηρεσιών επιβολής του νόμου και των υπηρεσιών πληροφοριών, με αφορμή τον πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας, διαμόρφωσε ένα κλίμα αβεβαιότητας, καχυποψίας και δυσπιστίας στη σχέση των πολιτών με το κράτος.

Είκοσι χρόνια μετά από την έναρξη του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε πόλεμο, εναντίον ενός ιού αυτή τη φορά. 

Κατά τη διάρκεια του τελευταίου αυτού «πολέμου», δηλαδή της πανδημίας του κορονοϊού SARS-CoV-2, η συνεχής επίκληση της επιστήμης από τους πολιτικούς, η οποία συμβάλλει στη νομιμοποίηση των αποφάσεών τους μέσω της οικειοποίησης του επιστημονικού κύρους, σε συνδυασμό με τις υπερβολικές προσδοκίες που καλλιεργούν οι κυβερνήσεις, και τη συνεχή διάψευση αυτών των προσδοκιών, έχει οδηγήσει σε απώλεια αξιοπιστίας όχι μόνο πολιτικών, όπως στην πρώτη φάση της πανδημίας, αλλά και επιστημόνων.

Αυτή η απώλεια αξιοπιστίας εκβάλλει σε μια ευρύτερη κρίση εμπιστοσύνης

Η κατάσταση είναι εντονότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση για διάφορους λόγους. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τους εξής δύο: αφενός, έχουν προηγηθεί παλαιότερες κρίσεις που οδήγησαν σε ευθεία αμφισβήτηση, τόσο των ευρωγραφειοκρατών όσο και των εθνικών ηγεσιών, όπως η κρίση της ζώνης του ευρώ (οικονομική-χρέους), της ζώνης Σένγκεν (μεταναστευτική-προσφυγική), και η πιο πρόσφατη κρίση του πνεύματος ευρωπαϊκής αλληλεγγύης (προμήθεια εμβολίων) και, αφετέρου, έχουμε τον τωρινό εκρηκτικό συνδυασμό της αποτυχημένης διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης από τη μια μεριά, και της ενεργειακής κρίσης από την άλλη, που εκβάλλει σε μια εντονότατη κοινωνικό-οικονομική κρίση. 

Σε αυτή την ιδιαίτερα επιβαρυμένη και έκρυθμη κατάσταση, έρχεται τώρα να προστεθεί μια ευρύτερη κρίση εμπιστοσύνης, που οδηγεί σε αμφισβήτηση όχι μόνο της υπεροχής της εξουσίας του κράτους αλλά και του κύρους της επιστήμης.

Δημήτρης Β. Πεπόνης

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


28 | 11 | 2 μ.Κ (Year ΙΙ AQ) | 2021

21 Νοεμβρίου 2021

Τρόποι πειθούς και ρητορικοί λόγοι κατά τον Αριστοτέλη ― και η εφαρμογή τους στη σύγχρονη εποχή.


21 | 11 | 2 μ.Κ (Year ΙΙ AQ) | 2021


~
Εισαγωγή

Η ρητορική τέχνη, μας λέει ο Αριστοτέλης, σχετίζεται με τους τρόπους δημιουργίας πειθούς· και όταν λέμε «τρόπος δημιουργίας πειθούς» εννοούμε ένα είδος απόδειξης ― γιατί τότε κυρίως πειθόμαστε, όταν θεωρήσουμε ότι κάτι έχει αποδειχθεί.

Τρία είδη ρητορικής υπάρχουν, ισχυρίζεται ο μεγάλος αυτός νους από τα Στάγειρα Χαλκιδικής, γιατί τόσων ειδών είναι και οι ακροατές των λόγων.

Και τρία είναι, επίσης, τα συστατικά στοιχεία ενός λόγου: ο ομιλητήςτο θέμα για το οποίο μιλάει και, τέλος, αυτός στον οποίο απευθύνεται, δηλαδή ο ακροατής, ο οποίος είναι και ο τελικός στόχος του λόγου.


I
Τρεις τρόποι πειθούς

Ο ρητορικός λόγος λειτουργεί πειστικά με τρεις τρόπους: άλλοτε μέσω του χαρακτήρα του πολιτικού ρήτορα, άλλοτε μέσω της συγκεκριμένης διάθεσης που δημιουργεί στην ψυχή του ακροατή και άλλοτε με τα αποδεικτικά ή φαινομενικά αποδεικτικά επιχειρήματα επί του θέματοςπου είναι πειστικά.

Τα προηγούμενα έχουν κωδικοποιηθεί ως ήθος (χαρακτήρας του ρήτορα), λόγος (αποδεικτικά επιχειρήματα επί του θέματος) και πάθος (ψυχική διάθεση του ακροατηρίου).

Το ήθος του ρήτορα: Ο χαρακτήρας ή το ήθος του ρήτορα είναι σημαντικότατο και υποτιμημένο μέσο πειθούς. Με τον χαρακτήρα ή το ήθος τού ο ρήτορας πείθει όταν μιλάει με τέτοιον τρόπο ώστε ο λόγος τού να τον καθιστά αξιόπιστο. Μάλιστα, χαρίζουμε σε μεγαλύτερο βαθμό και με περισσότερη προθυμία την εμπιστοσύνη μας, σε ανθρώπους που τους χαρακτηρίζει η εντιμότητα.

Το ήθος του ρήτορα, λοιπόν, πείθει όταν ο λόγος τού διατυπώνεται κατά τρόπον που να εμπνέει εμπιστοσύνη και ο ίδιος να αποπνέει αξιοπιστία

Η απόδειξη, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προέρχεται από το χαρακτήρα ή το ήθος που εκφράζεται μέσω του λόγου του πολιτικού ρήτορα.

Το πάθος του κοινού: Διεγείροντας το πάθος των ακροατών ή του κοινού, επίσης, πείθει ο ρήτορας. Η απόδειξη, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προέρχεται από το γεγονός ότι ο λόγος του ρήτορα διαμορφώνει ένα κλίμα όπου το πάθος έχει κυριεύσει το κοινό· Και τούτο, γιατί ούτε τις ίδιες αποφάσεις παίρνουμε, ούτε επικροτούμε ή αποδεχόμαστε τα ίδια πράγματα, όταν είμαστε λυπημένοι ή χαρούμενοι, κυριευμένοι από φόβο ή από οργή κ.λπ.

Yes, we did. Yes, we can. Και η απόδειξη βρίσκεται στο 1:12. Δείτε το βίντεο.

Δε χρειάζεται καμία απoδεικτική επιχειρηματολογία που να πείθει ότι, όντως, we did, κατά το παρελθόν. Αρκούν τα χειροκροτήματα και οι ζητωκραυγές. Και όχι απλώς αρκούν τα χειροκροτήματα και οι ζητωκραυγές (για να πείσουν ότι, όντως, we did κατά το παρελθόν), αλλά επιπλέον αποτελούν την απόδειξη και για το ότι, όντως, we can, στο μέλλον


Ασφαλώς, το κλείσιμο της ομιλίας ξεκινά με μια προτροπή για το μέλλονI am asking you to believe, γιατί όλα ξεκινούν από την πίστη και καταλήγουν στην πίστη.

I am asking you to believe... Yes, we can... Yes, we did. Όλα τα υπόλοιπα, όσα ειπώθηκαν ανάμεσα σε αυτές τις λέξεις, κανείς δεν θα τα θυμάται.

Ο Obama, είχε έναν εξαιρετικό συνδυασμό ήθους και λόγου. Εάν αυτό το ήθος ήταν φαινομενικό είναι δευτερεύουσας σημασίας, όχι μόνο επειδή απόδειξη αποτελούσε το πάθος του κοινού, αλλά και επειδή στη ρητορική, σημασία έχει κάτι να είναι ή να φαίνεται ότι είναι (θυμίζω πως στην αρχή διαβάσαμε για αποδεικτικά ή φαινομενικά αποδεικτικά επιχειρήματα). Συνδύαζε πολλά ακόμα ρητορικά χαρακτηριστικά στα οποία δε μπορούμε να επεκταθούμε εδώ. Στο μέρος III, παρουσιάζονται αναλυτικά τα ρητορικά χαρακτηριστικά ενός άλλου πολιτικού προσώπου.

Ο λόγος επί του θέματος: Οι ακροατές πείθονται από τον ίδιο τον λόγο, όταν τους δείξουμε καθαρά και με σαφήνεια την αλήθεια ή την αληθοφάνεια, χρησιμοποιώντας ό,τι είναι πειστικό στην κάθε περίπτωση και στο κάθε θέμα. Η απόδειξη προέρχεται από το περιεχόμενο του λόγου, από το τι λέμε και από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούμε, όταν παρουσιάζουμε την αλήθεια, ή εκείνο που φαίνεται ως αλήθεια, μέσω τεκμηρίων, παραδειγμάτων, επιχειρημάτων κ.λπ. 

Όποιος και όποια νομίζει ότι ο λόγος (επί του θέματος) υπερνικά το ήθος (του ρήτορα) ή το πάθος (του κοινού), με αυτονόητο τρόπο, θα πρέπει να επανεξετάσει τις σκέψείς του. Τέλος, όποιος νομίζει ότι ο λόγος υπερνικά την πίστη, επίσης θα πρέπει να το ξανασκεφτεί.

Στην Κοσμοϊδιογλωσσία υπάρχει επίγνωση της συνθήκης πραγμάτων: εφόσον στα κείμενα που δημοσιεύονται δεν γίνεται χρήση ενός λόγου που να διεγείρει τα πάθη, τα κείμενα αυτά δεν πρόκειται να υπερβούν ένα συγκεκριμένο όριο ανάγνωσης και δημοφιλίας· και τούτο, μάλιστα, ανεξάρτητα από το περιεχόμενό τους.  


II
Τρία είδη λόγων

Όπως διαβάσαμε στην εισαγωγή, υπάρχουν τρία είδη ρητορικής, γιατί τόσων ειδών είναι και οι ακροατές των λόγων. Ο ακροατής δεν μπορεί παρά να είναι είτε θεατής είτε κριτής. Σαν κριτής, κρίνει είτε πράγματα που έχουν γίνει, δηλαδή κατηγορίες και απολογίες για το παρελθόν, είτε πράγματα που πρόκειται να γίνουν, δηλαδή συμβουλές και προτροπές για το μέλλον. Σαν απλός θεατής κρίνει τα πράγματα του παρόντος (συνήθως τη δεινότητα του ρήτορα, ή ψέγει ή επαινεί μια καλή ή κακή συμπεριφορά του κ.λπ). 

Ο Αριστοτέλης, λοιπόν, διακρίνει τρία είδη λόγων που αντιστοιχούν σε τρία είδη ακροατηρίου, σε τρεις διαφορετικούς χρόνους και σε τρεις διαφορετικούς στόχους.  Υποχρεωτικά, επομένως, τα είδη των ρητορικών λόγων είναι τρία: ο συμβουλευτικός, ο δικανικός και ο επιδεικτικός.

Ο συμβουλευτικός λόγος ασχολείται με το μέλλον, και κύριο μέλημά του είναι να συμβουλεύει, δηλαδή να προτρέπει ή να αποτρέπει. Στόχος του είναι το συμφέρον και το επιζήμιο. Κρίνουν οι πάντες

Ο δικανικός λόγος ασχολείται με το παρελθόν, και κύριο μέλημά του είναι να κατηγορεί ή να απολογείται. Στόχος του είναι το δίκαιο και το άδικο. Κρίνει ο δικαστής

Ο επιδεικτικός λόγος ασχολείται με το παρόν, και κύριο μέλημά του είναι να επαινεί ή να ψέγει. Στόχος του είναι το καλό και το κακό (ή το ωραίο και το άσχημο). Κριτής είναι το κοινό ή ο θεατής.

Και στα τρία είδη λόγων χρησιμοποιούνται όλοι οι στόχοι, συμπληρωματικά όμως ως προς τον κύριο στόχο του κάθε λόγου. Παραδείγματος χάριν, ο συμβουλευτικός ή προτρεπτικός λόγος, δηλαδή ο κατεξοχήν πολιτικός λόγος, θα ασχοληθεί πρώτα και κύρια με το συμφέρον και το επιζήμιο, και δευτερευόντως μόνο με το δίκαιο ή το άδικο, το καλό ή το κακό (το όμορφο ή το άσχημο)

Κατά αυτόν τον τρόπο, ένας ρήτορας μπορεί να εγκαταλείψει, για μικρό χρονικό διάστημα, τις συμβουλές και τις προτροπές του για το μέλλον ―είτε για λόγους πολεμικής, είτε για λόγους υπεκφυγής, είτε για λόγους δημιουργίας εντυπώσεων, είτε επειδή έχει έλλειψη επιχειρημάτων ή έλλειψη ιδεών και προτάσεων για το μέλλον, είτε επειδή εξάντλησε τις θέσεις του για ένα θέμα ή επειδή δεν έχει θέσεις για το συγκεκριμένο θέμα, είτε επειδή βρίσκεται σε δύσκολη θέση, είτε για οποιοδήποτε άλλο λόγο―, και να καταφύγει σε ένα λόγο δικανικό, δηλαδή να μετατραπεί από πολιτικός, που προτείνει για το μέλλον, σε δικαστή, που κατηγορεί και δικάζει για πράξεις του παρελθόντος, μετατρέποντας, κατά αυτόν τον τρόπο, τον αντίπαλο ρήτορα από πολιτικό σε απολογούμενο.

1. Χαρακτηριστικό παράδειγμα χρήσης μη συμβουλευτικού/προτρεπτικού, δηλαδή μη πολιτικού, δικανικού λόγου ―ο οποίος όπως είπαμε ασχολείται με το παρελθόν με στόχο να δικάσει― από την πρόσφατη πολιτική ζωή της χώρας:




2. Χαρακτηριστικό παράδειγμα χρήσης μη συμβουλευτικού/προτρεπτικού, επιδεικτικού λόγου ―ο οποίος ασχολείται με το παρόν και έχει ως στόχο το ωραίο και το άσχημο ή το καλό και το κακό―, από την πρόσφατη πολιτική ζωή της χώρας. Συνήθως χρησιμοποιείται από δημοσιογράφους, και λιγότερο από πολιτικούς, καθώς κριτής είναι το κοινό ή ο θεατής:




Τέλος, το συμφέρον για την πολιτική συλλογική οντότητα, την πολιτεία, την πόλη, το κράτος, μπορεί να μην αντιπροσωπεύει το δίκαιο. Σε αυτές τις περιπτώσεις πάνω σε αυτήν τη διαφορά και σε αυτή την ένταση, μεταξύ συμφέροντος-επιζήμιου και δικαίου-άδικου, μπορεί να οικοδομηθεί πολιτική αντιπαράθεση.


III
Ρητορικά χαρακτηριστικά ενός πολιτικού προσώπου που έμεινε στην ιστορία

• Εξαιρετική ικανότητα του συγκεκριμένου πολιτικού προσώπου να χρησιμοποιεί μια ρητορική τροφοδοτούμενη από έναν εντονότατο συνδυασμό ήθους και πάθους, μέσω της χρήσης του κοινωνικού υποβάθρου και του παρελθόντός του, προκειμένου να κερδίζει αξιοπιστία, αλλά και να δημιουργεί συναισθηματική σύνδεση με το κοινό, παράλληλα με τη χρήση ιδιαίτερων τεχνικών και αποδεικτικών στοιχείων στη ρητορική του λόγου τού. 

Συνεχείς αναφορές στο δικό του κοινωνικό-οικονομικό υπόβαθρο, σε αναλογίες μεταξύ προϋπολογισμού και νοικοκυριών, παράλληλα με την έμφαση στην οικογένεια, εξασφάλιζαν ότι ήταν σε θέση να έχει πρόσβαση σε μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος, να δημιουργεί συναισθηματικό δεσμό με το κοινό και να οικοδομεί ένα προφίλ αξιοπιστίας και ειλικρίνειας

• Έκανε χρήση μιας επιδεικτικής ρητορικής με έμφαση στο δράμα, δίνοντας μια σχεδόν θεατρική παράσταση. Ενσωματωμένη, μέσα σε αυτό το στυλ, υπήρχε η τάση για ψόγο και ειρωνεία.

• Χρησιμοποιούσε έναν συνδυασμό ρητορικών αντιθέσεων και απορριπτικού ύφους. Από τη μια μεριά απονομιμοποιούνταν οι πολιτικοί αντίπαλοι και από την άλλη η άποψη του συγκεκριμένου πολιτικού προσώπου παρουσιαζόταν ως σωστή.

Ο απλοϊκός τρόπος παρουσίασης του κόσμου σε άσπρο και μαύρο, γεμάτος από απόλυτα καλούς και απόλυτα κακούς όρους και ανθρώπους, αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της κατασκευής δυαδικών αντιθέσεων και ψευδών διλημμάτων

Ασφαλώς μιλάμε για την πολιτική ως σύγκρουση και όχι ως συναίνεση.

• Χρήση αλληγοριών προκειμένου να μετατρέπει το περίπλοκο σε απλοϊκό, με στόχο να γίνει προσβάσιμο και περισσότερο κατανοητό σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του εκλογικού σώματος. Επιπροσθέτως, έκανε συχνή χρήση βιβλικών αναφορών με στόχο τη δικαιολόγηση  υποκειμενικών αξιών και την επικύρωση πολιτικών θέσεων

Έτσι οι αλληγορίες, οι βιβλικές αναφορές και τα ψευδή διλήμματα και δίπολα, διαμόρφωναν ένα πλέγμα από ρητορικά κόλπα και όπλα.

• Η υπερβολή ως ρητορικό όπλο. Μετατροπή σε καρικατούρα των ιδεών και των αξιών των πολιτικών αντιπάλων μέσω της υπερβολής, η οποία συνοδευόμενη από ένα φλεγματικό χιούμορ, κατέληγε σε γελοιοποίησή τους. 

Βέβαια, εδώ θα πρέπει να επισημανθεί το εξής σημαντικό: η υπερβολή αποτελεί κλάδο του ψεύδους και οδηγεί σε απώλεια αξιοπιστίας.

Η σύνθεση μιας επιδεικτικής και έντονα αντιθετικής-πολεμικής ρητορικής, σε συνδυασμό με δράμα και θεατρικότητα, υπερβολή και χιούμορ, ειρωνεία και απορριπτικό ύφος, ουσιαστικά οδήγησε τη Margaret Thatcher σε μια εξαιρετικά εκλεπτυσμένη μορφή λαϊκισμού, που ταίριαζε στο χαρακτήρα και το ήθος του συγκεκριμένου λαού, καθώς και στους οπαδούς και τους λάτρες του συγκεκριμένου κράτους και της συγκεκριμένης κουλτούρας. Περισσότερα, για όσους ενδιαφέρονται, στο βιβλίο The Political Rhetoric and Oratory of Margaret Thatcher (2016, Palgrave Macmillan UK).




Σε έναν λαό με διαφορετικό χαρακτήρα και ήθος, ο συνδυασμός της θεατρικότητας, της υπερβολής και του φλεγματικού χιούμορ, δεν θα ήταν δυνατόν να υπερκεράσει την απώλεια αξιοπιστίας.

Από τη Θάτσερ στον Ομπάμα. Εδώ και αν μπορεί κανείς να μιλήσει για απειρίες πραγμάτων, για ιστορικούς κύκλους, για νοήματα και συμβολισμούς. Όχι τώρα όμως. Ίσως σε ένα επόμενο κείμενο.


IV

Ως προς την ουσία των πραγμάτων, τίποτα δεν έχει αλλάξει από την εποχή του Αριστοτέλη. Και τούτο διότι, πρώτον,  είναι διαφορετικό πράγμα η υλική και τεχνολογική ανάπτυξη, την οποία ορισμένοι ονομάζουν πρόοδο συγχέοντάς τη σκόπιμα με κάποια ηθική και πνευματική «εξέλιξη και πρόοδο»· και επειδή, δεύτερον, ο άνθρωπος ως χαρακτήρας ή ως φύση, ή όπως αλλιώς θέλει ας το ονομάσει κανείς, δεν αλλάζει τόσο πολύ όσο ορισμένοι πιστεύουν ή θέλουν να αλλάζει. 

Παρ' όλ' αυτά, μπορούμε να επισημάνουμε δύο χαρακτηριστικές διαφοροποιήσεις. Πρώτον, ο Αριστοτέλης δημιουργεί μια ηθική ρητορική τέχνη. Σε κανένα σημείο δεν παρακινεί σε υποτίμηση του αντιπάλου, σε επίθεση στον χαρακτήρα τού, σε λογικές πλάνες τύπου ad hominem κ.λπ. Αυτή αποτελεί μια διαφοροποίηση σε ηθικό επίπεδο. Σε υλικό επίπεδο, δεύτερον, υπάρχει διαφοροποίηση στο γεγονός ότι, πλέον, ανάμεσα στον λόγο που εκφέρει ο πολιτικός και στο κοινό του, διαμεσολαβούν μηχανισμοί (όπως τα τηλεοπτικά κανάλια, οι δημοσιογράφοι κ.λπ), με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται, ή ακόμα και να υποκαθίσταται, ο λόγος του ρήτορα επί ενός θέματος, από τον τρόπο με τον οποίο οι μηχανισμοί διαμεσολάβησης παρουσιάζουν το θέμα. Είμαι πεπεισμένος πως, αυτομάτως, σε αρκετούς ήρθαν στο μυαλό τα social media «που επαναφερούν την αμεσότητα, το αδιαμεσολάβητο» κ.λπ, κ.λπ. Όμως, σε ό,τι αφορά τα κοινωνικά δίκτυα, τόσο η πολιτική όσο και οι πολιτικοί διατρέχουν διαφορετικούς κινδύνους, ορισμένους από τους οποίους έχω επισημάνει σε παλαιότερο κείμενο.

Επιστρέφοντας στο θέμα προκειμένου να ολοκληρώσουμε. Ο πολιτικός πρέπει να φαίνεται αξιόπιστος (ανεξαρτήτως εάν όντως είναι) και πρέπει να δημιουργεί συναισθηματική σύνδεση και δεσμό με το κοινό, προκειμένου με τη σειρά του το κοινό να ταυτιστεί μαζί του, με τελικό στόχο ο πολιτικός να κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Με διαφορετικά λόγια, ο πολιτικός ρήτορας, μέσω της πειθούς, πρέπει να κάνει το κοινό να αισθανθεί και να σκεφτεί: «φαίνεται αξιόπιστος», «τον εμπιστεύομαι», «μπορεί να με καταλάβει/να με νιώσει», «είναι δικός μας, ένας από εμάς», «τον γουστάρω/συμπαθώ».

Τέλος, ο ρήτορας, μας λέει ο Αριστοτέλης, πρέπει να είναι σε θέση να πείθει και για την αντίθετη θέση από αυτή που υποστηρίζει. Όχι, ασφαλώς, προκειμένου να μεταπηδά από κόμμα σε κόμμα, αλλά προκειμένου, πρώτον, να μη του διαφεύγει η πραγματική ουσία του θέματος και, δεύτερον, σε περίπτωση που κάποιος άλλος ρήτορας επιχειρηματολογεί αντίθετα προς το σωστό και το δίκαιο, το συμφέρον και το καλό, αυτός να είναι σε θέση να ανατρέψει τα επιχειρήματά του.

Ολοκληρώνοντας με κάτι ευρύτερο, πέρα από τον πολιτικό, θα πρέπει να τονιστεί πως στη ζωή οι άνθρωποι συναναστρέφονται με ιδεολογικά διαφορετικούς από τους ίδιους ανθρώπους, διότι υπάρχουν πολλά διαφορετικά επίπεδα, τόσο ταύτισης όσο και κοινότητας φρονημάτων, συμφερόντων και σκοπών: ως προς την ηλικία, ως προς τον χαρακτήρα, ως προς την κοινωνική θέση, ως προς την καταγωγή, ως προς το φύλο, ως προς την εργασιακή εμπειρία, ως προς τις αξίες, ως προς τα προσωπικά βιώματα, ακόμα-ακόμα και ως προς το γούστο πάνω σε ορισμένα ζητήματα κ.λπ. Τέλος, καθοριστικό ρόλο διαδραματίζουν τα πάθη: η εκδίκηση, ο φόβος, η οργή, το θάρρος, η αδικία κ.λπ.


V

Η αλήθεια και το δίκαιο 
έχουν εκ φύσεως μεγαλύτερη δύναμη από τα αντίθετά τους.


~

Δημήτρης Β. Πεπόνης

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


21 | 11 | 2 μ.Κ (Year ΙΙ AQ) | 2021

9 Φεβρουαρίου 2021

Εξουσία, φόβος, οργή και αδικία, θάρρος και ελπίδα.


9 | 2 | 2 μ.Κ (Year ΙΙ AQ) | 2021

Μουσική Συνοδεία


Μια εξουσία μπορεί να είναι αδύναμη αν χαρακτηρίζεται από ανυπαρξία συναίνεσης, έλλειμμα νομιμοποίησης, απώλεια αξιοπιστίας, αποδυνάμωση της ισχύος της πειθούς ή παρακμή του κύρούς της.

Η αδυναμία αυτή, που δυνητικά μπορεί να οδηγήσει την εξουσία σε φάση αποσύνθεσης και σε διαδικασία διάλυσης, ιστορικά συνήθως αντιμετωπίζεται με πλεονασμό της ισχύος του εξαναγκασμού, με καταφυγή σε τιμωρίες, απειλές και εκβιασμούς, και με προσπάθεια ισχυροποίησής της μέσω πρόκλησης φόβου.

Η εξουσία, προκειμένου να συντηρείται και να κυριαρχεί ο φόβος, χρειάζεται να προσφέρει κάποια ελπίδα σωτηρίας από αυτό που προκαλεί αγωνία σε όσους ανθρώπους δεν συναινούν, δεν νομιμοποιούν, δεν εμπιστεύονται, δεν πείθονται, δεν αποδέχονται, δεν αναγνωρίζουν κ.λπ.

Στον αντίποδα του φόβου βρίσκεται η οργή. Η οργή είναι κάτι που δίνει θάρρος. Και η αδικία προκαλεί θάρρος. Όταν οι άνθρωποι αδικούνται συνήθως οργίζονται. Η ελπίδα για κάτι καλό, επίσης, δίνει θάρρος ή σωστότερα κουράγιο στον άνθρωπο [Επισήμανση].

Ο Αριστοτέλης μας λέει πως θάρρος ―ανεξάρτητα από αισθήματα αδικίας και οργής― έχουν οι άνθρωποι είτε όταν πιστεύουν ότι πέτυχαν πολλά δίχως να πάθουν τίποτε, είτε όταν βρέθηκαν πολλές φορές σε κίνδυνο και κατάφεραν να ξεφύγουν. Διαφορετικά: οι άνθρωποι που δεν είναι οργισμένοι και αδικημένοι γίνονται άφοβοι, δηλαδή θαρραλέοι, είτε επειδή έχουν πετύχει πολλά δίχως να έχουν απώλειες ή να υποστούν συνέπειες, είτε επειδή δεν έχουν βιώσει ποτέ κίνδυνο ή έχουν εκ πείρας αναπτύξει τρόπους αντιμετώπισής του.

Ο Πλάτων είχε επισημάνει πως ουσιαστικά δεν υπάρχει καμία κατάσταση πραγμάτων και καμία αναγκαιότητα στην οποία ο άνθρωπος να πρέπει να υπακούσει όταν δεν θέλει κατά κανέναν τρόπο, δηλαδή όταν είναι έτοιμος να πεθάνει.

Με βάση τα προηγούμενα, οι άνθρωποι που πιστεύουν πως έχουν πετύχει πολλά χωρίς να πάθουν τίποτα, οι άνθρωποι που δεν έχουν βιώσει ποτέ κίνδυνο ή έχουν γλιτώσει πολλές φορές από κινδύνους, οι οργισμένοι άνθρωποι, οι άνθρωποι που έχουν αδικηθεί και, τέλος, οι άνθρωποι που δεν φοβούνται το θάνατο, είναι οι άφοβοι, θαρραλέοι και ελεύθεροι άνθρωποι. Και είναι ακριβώς αυτοί οι άνθρωποι που δεν τους καθορίζει απόλυτα η πρόκληση φόβου και δεν χειραγωγούνται εύκολα από μια ελπίδα σωτηρίας.


Δημήτρης Β. Πεπόνης


Επισήμανση
Υπάρχει μια ιδιόμορφη σχέση μεταξύ οργής και ελπίδας και μια λεπτή γραμμή που διαφοροποιεί το κουράγιο από το θάρρος. Σε ό,τι αφορά το πρώτο ζευγάρι, δηλαδή την οργή και την ελπίδα, αναφέρω ενδεικτικά και εν συντομία τα εξής: η οργή σιγοβράζει μέσα στο καζάνι της αδικίας, της απαξίωσης, της περιφρόνησης και της προσβολής. Στην προσβολή εμπεριέχεται η έλλειψη αισθήματος σεβασμού, και όποιος δεν σέβεται περιφρονεί. Λόγω του ότι η ελπίδα από τη φύσή της είναι προσανατολισμένη προς το μέλλον, οι άνθρωποι ενσωματώνουν σε αυτήν ένα αποκλειστικά θετικό περιεχόμενο. Όμως η ελπίδα είναι πάντοτε ελπίδα για κάτι, καλό ή κακό: ένας άνθρωπος μπορεί να είναι γεμάτος από ελπίδες επιτυχίας, ευτυχίας, σωτηρίας αλλά και από ελπίδα εκδίκησης, η οποία αποτελεί την αρχή του ηδονικού αισθήματος που συνοδεύει την οργή. Σε αντίθεση με την ελπίδα, η οργή και το θάρρος δεν υπολογίζουν το μέλλον. Οι άνθρωποι χάνουν από τα μάτια τους το γεγονός ότι η ελπίδα δεν είναι πάντοτε αθώα. Πόσο μάλλον στις μέρες μας, όπου η διαχείριση του μέλλοντος αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες πάνω στους οποίους οικοδομεί κυριαρχία, διαμορφώνει συναίνεση και αντλεί νομιμοποίηση μια εξουσία.

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


9 | 2 | 2 μ.Κ (Year ΙΙ AQ) | 2021

29 Αυγούστου 2020

Στην αρχή της ζωής του δεν έχει κανείς να θυμάται τίποτε, έχει όμως περιθώριο να ελπίζει τα πάντα... τα γηρατειά, επομένως, είναι που άνοιξαν το δρόμο για τη δειλία.


29 | 8 | 1 μ.Κ (Year Ι AQ) | 2020

Μουσική Συνοδεία


Οι ηλικίες είναι η νεανική, η ώριμη και η γεροντική.

Οι νέοι λοιπόν έχουν έντονες επιθυμίες και είναι άξιοι να κάνουν αυτά που επιθυμούν. Από τις επιθυμίες που σχετίζονται με το σώμα κυνηγούν κατά κύριο λόγο την ερωτική, και δεν έχουν τη δύναμη να ελέγξουν τον εαυτό τους σε σχέση με αυτήν. Αλλάζουν εύκολα επιθυμίες και τις χορταίνουν γρήγορα: οι επιθυμίες τους είναι σφοδρές, ξεθυμαίνουν όμως γρήγορα· γιατί η όρεξή τους για κάτι είναι έντονη, διαρκεί όμως λίγο, όπως ακριβώς η δίψα και η πείνα —κάθε λίγο και λιγάκι— των αρρώστων. Παραφέρονται εύκολα, είναι ευέξαπτοι και ρέπουν στο να αφήνονται να παρασυρθούν από το θυμό τους. Δεν έχουν τη δύναμη να αντισταθούν στις παρορμήσεις τους· γιατί η αγάπη τους για την τιμή τούς κάνει να μη μπορούν να ανεχθούν την περιφρόνηση, αλλά αγανακτούν όταν πιστεύουν ότι αδικούνται. Αγαπούν τις τιμές, πιο πολύ όμως αγαπούν τη νίκη· γιατί οι νέοι θέλουν να υπερέχουν, και η νίκη είναι μια περίπτωση υπεροχής. Η αγάπη τους για τα δύο αυτά είναι μεγαλύτερη από την αγάπη τους για το χρήμα: η αγάπη τους για το χρήμα είναι πολύ μικρή, επειδή δεν έχουν ακόμη δοκιμάσει στέρηση και φτώχεια. Ο χαρακτήρας τους είναι τέτοιος που να μη βλέπουν την κακή όψη των πραγμάτων, αλλά την καλή· ο λόγος είναι ότι τα μάτια τους δεν έχουν ακόμη δει πολλές κακίες. Είναι, επίσης, ευκολόπιστοι, γιατί δεν ήταν πολλές ώς τώρα οι φορές που έπεσαν θύματα απάτης. Αντιμετωπίζουν, επίσης, τη ζωή με αισιοδοξία· γιατί όπως αυτοί που έχουν πιει πολύ κρασί, έτσι ακριβώς και οι νέοι έχουν μέσα τους, από την ίδια τους τη φύση, μια θέρμη — την ίδια, βέβαια, στιγμή και γιατί δεν έχουν ακόμη γνωρίσει πολλές αποτυχίες. Ζουν κυρίως με την ελπίδα· ο λόγος είναι ότι η ελπίδα σχετίζεται με το μέλλον, ενώ η μνήμη με το παρελθόν, και για τους νέους το μέλλον είναι μεγάλο, ενώ το παρελθόν μικρό· στην αρχή, πράγματι, της ζωής του δεν έχει κανείς να θυμάται τίποτε, έχει όμως περιθώριο να ελπίζει τα πάντα. Για τον λόγο αυτό είναι και ευεξαπάτητοι, επειδή εύκολα δημιουργούν μέσα τους ελπίδες. Έχουν, επίσης, θάρρος — περισσότερο αυτοί από τους άλλους· ο λόγος είναι ότι παραφέρονται εύκολα και είναι γεμάτοι από ελπίδες· η πρώτη από τις ιδιότητες αυτές τους κάνει να μη φοβούνται, ενώ η δεύτερη τους κάνει θαρραλέους: κανένας δεν αισθάνεται φόβο όσο κατέχεται από οργή, και η ελπίδα για κάτι καλό δίνει στον άνθρωπο θάρρος. Είναι, επίσης, συνεσταλμένοι και ντροπαλοί: έχοντας ανατραφεί αποκλειστικά με βάση τους καθιερωμένους κανόνες του κοινωνικού τους περιβάλλοντος δεν φαντάζονται ακόμη ότι υπάρχουν και άλλα όμορφα πράγματα. Είναι, επίσης, μεγαλόψυχοι· γιατί η ζωή δεν τους ταπείνωσε ακόμη, ούτε και δοκίμασαν τη δύναμη της ανάγκης, και το να θεωρεί κανείς τον εαυτό του άξιο μεγάλων πραγμάτων είναι μεγαλοψυχία — αυτό πάλι χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που είναι γεμάτος μέσα του από ελπίδες. Προτιμούν, επίσης, να κάνουν όμορφα μάλλον πράγματα παρά πράγματα που τους συμφέρουν· ο λόγος είναι ότι τη ζωή τους τη ρυθμίζουν πιο πολύ οι κανόνες του ηθικού χαρακτήρα παρά ο υπολογισμός: ο υπολογισμός σχετίζεται με το συμφέρον, ενώ η αρετή με το ωραίο. Αγαπούν, επίσης, τους φίλους τους και τους συντρόφους τους περισσότερο από ό,τι αυτοί που βρίσκονται σε άλλες ηλικίες, για τον λόγο ότι είναι μια ευχαρίστηση γι᾽ αυτούς να ζουν συντροφιά με άλλους, αλλά και γιατί δεν υπάρχει ακόμη τίποτε που να το κρίνουν με βάση το συμφέρον — άρα ούτε και τους φίλους τους. Όλα τους τα σφάλματα έχουν την αρχή τους στην υπερβολή και στη σφοδρότητά τους· πραγματικά, ό,τι κάνουν, το κάνουν σε υπερβολικό βαθμό: αγαπούν σε υπερβολικό βαθμό, μισούν σε υπερβολικό βαθμό, το ίδιο και όλα τα άλλα. Πιστεύουν ότι τα ξέρουν όλα, και είναι βέβαιοι για όλα πεισματικά· αυτό είναι και η αιτία που ό,τι κάνουν το κάνουν σε βαθμό υπερβολικό. Και οι αδικίες που κάνουν έχουν σχέση με τη διάθεσή τους να προσβάλουν, όχι με τη διάθεσή τους να κάνουν κακό. Αισθάνονται, επίσης, εύκολα οίκτο, για τον λόγο ότι θεωρούν όλους τους ανθρώπους καλούς ή καλύτερους από αυτό που πράγματι είναι: μετρώντας τούς πλησίον τους με μέτρο τη δική τους ακακία καταλήγουν να θεωρήσουν πως ό,τι παθαίνει ο άλλος, το παθαίνει δίχως να το αξίζει. Τους αρέσουν επίσης τα γέλια και οι χαρές, γι᾽ αυτό και είναι πειραχτήρια· γιατί ο αστεϊσμός είναι μια εξευγενισμένη μορφή προσβολής.

Τέτοιος λοιπόν είναι ο χαρακτήρας των νέων.




Οι ηλικιωμένοι, από την άλλη, αυτοί δηλαδή που έχουν περάσει την ηλικία της ωριμότητας, έχουν τα περισσότερα σχεδόν από τα επιμέρους στοιχεία του χαρακτήρα τους αντίθετα με τα επιμέρους στοιχεία του χαρακτήρα των νέων. Καθώς, πράγματι, έχουν ζήσει πολλά χρόνια, καθώς έχουν πέσει περισσότερες φορές θύματα απάτης και έχουν σφάλει περισσότερες φορές, τέλος καθώς τα περισσότερα πράγματα δεν είναι και τόσο καλά, όχι μόνο δεν βεβαιώνουν οτιδήποτε με σιγουριά, αλλά και ό,τι βεβαιώνουν, το βεβαιώνουν με πολύ λιγότερη από την απαιτούμενη σιγουριά. Και πάντοτε «νομίζουν», ποτέ δεν «ξέρουν», και σε περίπτωση αμφιβολιών προσθέτουν πάντοτε ένα «ίσως» ή ένα «μπορεί»: οι εκφράσεις τους είναι πάντοτε αυτού του τύπου και για τίποτε δεν εκφράζονται δίχως επιφυλάξεις. Τους διακρίνει, επίσης, μια «κακοήθεια» — γιατί είναι, βέβαια, «κακοήθεια» να δίνεις σε όλα τη χειρότερη ερμηνεία. Λόγω της δυσπιστίας που τους διακρίνει είναι και καχύποπτοι — δύσπιστοι, βέβαια, είναι λόγω της πείρας που απέκτησαν. Για τους λόγους αυτούς ούτε αγαπούν ούτε μισούν σφοδρά, αλλά αγαπούν σαν να πρόκειται κάποια στιγμή στο μέλλον να μισήσουν και μισούν σαν να πρόκειται κάποια στιγμή στο μέλλον να αγαπήσουν. Είναι επίσης μικρόψυχοι, γιατί η ζωή τούς έχει ταπεινώσει: δεν ζητούν για τον εαυτό τους τίποτε το μεγάλο, τίποτε το έξω από τα συνήθη, παρά μόνο ό,τι είναι απαραίτητο για τη ζωή. Είναι επίσης φιλοχρήματοι και τσιγκούνηδες, πρώτον γιατί η περιουσία είναι ένα από τα απαραίτητα για τη ζωή πράγματα, και δεύτερον γιατί από την πείρα τους γνωρίζουν ότι είναι δύσκολο πράγμα η απόκτηση περιουσίας και ότι είναι εύκολο το χάσιμό της. Είναι επίσης δειλοί και φοβούνται κάθε είδους κακό εκ των προτέρων· ο λόγος είναι ότι η γενικότερη κατάστασή τους είναι αντίθετη με την κατάσταση των νέων: οι ηλικιωμένοι είναι κρύοι παγωμένοι, ενώ οι νέοι είναι θερμοί· τα γηρατειά, επομένως, είναι που άνοιξαν το δρόμο για τη δειλία· γιατί ο φόβος είναι ένα είδος παγώματος. Δείχνουν επίσης υπερβολική αγάπη για τη ζωή (ιδίως στις τελευταίες τους μέρες)· γιατί η επιθυμία αναφέρεται πάντοτε σ᾽ αυτό που δεν έχουμε και γιατί αυτό που επιθυμούμε είναι κατά κύριο λόγο αυτό που μας λείπει. Είναι, επίσης, φίλαυτοι περισσότερο από ό,τι πρέπει — είναι και αυτό ένα είδος μικροψυχίας. Ζουν, περισσότερο από ό,τι πρέπει, για το συμφέρον τους παρά για το ωραίο — ακριβώς γιατί είναι φίλαυτοι· γιατί το συμφέρον είναι καλό για το επιμέρους άτομο, ενώ το ωραίο είναι ένα απόλυτο αγαθό. Και είναι μάλλον αναίσχυντοι παρά ντροπαλοί· γιατί καθώς δεν νοιάζονται για το ωραίο στον βαθμό που νοιάζονται για το συμφέρον, αδιαφορούν για την εντύπωση που δημιουργούν στους άλλους για το άτομό τους. Λόγω της πείρας τους από τη ζωή, περιμένουν πάντοτε το χειρότερο (γιατί τα περισσότερα από τα πράγματα που συμβαίνουν δεν είναι και τόσο καλά — τις πιο πολλές φορές η έκβασή τους είναι προς το χειρότερο) μαζί όμως και λόγω της δειλίας τους. Ζουν πιο πολύ με τη μνήμη παρά με την ελπίδα· γιατί η ζωή που τους μένει να ζήσουν είναι λίγη, ενώ αυτή που πέρασε είναι πολλή, και βέβαια η ελπίδα σχετίζεται με το μέλλον, ενώ η μνήμη με τα περασμένα· εδώ ακριβώς βρίσκεται και η αιτία της φλυαρίας τους· δεν σταματούν, πράγματι, να μιλούν για τα παλιά· γιατί η ανάμνηση τους προκαλεί ευχαρίστηση. Τα ξεσπάσματα του θυμού τους είναι βίαια, όμως ασθενικά. Από τις επιθυμίες άλλες έχουν πια λείψει τελείως και άλλες είναι αδύναμες, με αποτέλεσμα οι ηλικιωμένοι είτε να μην έχουν επιθυμίες είτε να μη μπορούν να ενεργήσουν κατά τις επιθυμίες τους παρά μόνο για κέρδος· αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι αυτής της ηλικίας μοιάζουν μετριοπαθείς και νηφάλιοι· γιατί από τη μια οι επιθυμίες τους έχουν χάσει την έντασή τους και από την άλλη είναι δούλοι του κέρδους. Τη ζωή τους τη ρυθμίζει πιο πολύ ο υπολογισμός παρά οι κανόνες του ηθικού χαρακτήρα: ο υπολογισμός σχετίζεται με το συμφέρον, ενώ ο ηθικός χαρακτήρας με την αρετή. Οι αδικίες που κάνουν έχουν σχέση με τη διάθεσή τους να κάνουν κακό, όχι με τη διάθεσή τους να προσβάλουν. Οίκτο αισθάνονται και οι γέροι, όχι όμως για τους ίδιους λόγους με τους νέους: οι νέοι αισθάνονται οίκτο από αγάπη για τον άνθρωπο, οι γέροι από αδυναμία· γιατί οι γέροι πιστεύουν πως η πιθανότητα να πάθουν όλα τα κακά βρίσκεται κοντά τους — αυτό δεν λέγαμε πως είναι το να αισθάνεται κανείς οίκτο; Γι᾽ αυτό και είναι μεμψίμοιροι και δεν τους αρέσουν ούτε οι αστεϊσμοί ούτε τα γέλια· γιατί το να είναι κανείς μεμψίμοιρος είναι το αντίθετο του να του αρέσουν τα γέλια.

Είναι φανερό ότι οι άνθρωποι της ώριμης ηλικίας θα βρίσκονται, από την πλευρά του χαρακτήρα τους, ανάμεσα στις δύο άλλες κατηγορίες, απομακρύνοντας ό,τι είναι υπερβολικό στην καθεμιά τους.

Αριστοτέλης

.~`~.

29 | 8 | 1 μ.Κ (Year Ι AQ) | 2020