Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πλάτων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πλάτων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

17 Αυγούστου 2022

Η ιδέα του Πλάτωνα και το πράγμα καθ' αυτό του Καντ.


17 | 8 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

Μουσική Συνοδεία


...διαπιστώνουμε ότι το πράγμα καθ' αυτό του Καντ και η ιδέα του Πλάτωνα (το μοναδικό γι' αυτόν όντως ον), τα δύο μεγάλα αυτά σκοτεινά παράδοξα των δύο μέγιστων φιλοσόφων της Εσπερίας, μπορεί να μην ταυτίζονται, όμως συγγενεύουν μολαταύτα πολύ μεταξύ τους και δεν διαφέρουν παρά ως προς έναν και μόνο προσδιορισμό. Αμφότερα τα μεγάλα αυτά παράδοξα αποτελούν πράγματι το καθένα το άριστο υπόμνημα του άλλου, καθώς μοιάζουν με δύο εντελώς διαφορετικές διαδρομές που οδηγούν στον ίδιο προορισμό. Τούτο μπορεί να καταστεί σαφές με τα εξής ολίγα: 

Εκείνο που λέει ο Καντ είναι, ως προς τα ουσιώδη, το ακόλουθο:

Ο χρόνος, ο χώρος και η αιτιότητα δεν είναι προσδιορισμοί του πράγματος καθ' αυτό, αλλά προσιδιάζουν μόνο στην εμφάνισή του, καθώς δεν είναι τίποτε άλλο παρά μορφές που διέπουν την γνώση μας. Καθότι δε κάθε πολλαπλότητα, καθώς και η γένεση και ο αφανισμός των όντων είναι δυνατά χάρη και μόνο στον χρόνο, τον χώρο και την αιτιότητα, έπεται ότι κι αυτά επίσης ανήκουν μόνο στο φαινόμενο κι επουδενί στο πράγμα καθ' αυτό· κατά συνέπεια, οι νόμοι εκείνων δεν μπορούν να εφαρμοσθούν σε τούτο. Τα λεχθέντα ισχύουν ακόμα και για το δικό μας Εγώ, το οποίο και δεν γιγνώσκουμε παρά μόνον ως φαινόμενο και όχι όπως ενδέχεται να είναι καθ' αυτό.

Τούτο είναι, όσον αφορά το υπό θεώρηση σημαντικό ζήτημα, το νόημα και το περιεχόμενο της διδασκαλίας του Καντ.

Ο δε Πλάτων τώρα λέει:

Τα πράγματα αυτού του κόσμου, τα αντιληπτά από τις αισθήσεις μας, δεν έχουν απολύτως κανένα αληθές Είναι, είναι αεί γιγνόμενα και ουδέποτε όντα, δεν έχουν παρά σχετικό απλώς Είναι και δεν υπάρχουν στο σύνολό τους παρά μόνο στο πλαίσιο της μεταξύ τους σχέσης και χάρη σ' αυτήν· ολόκληρη άρα την ύπαρξή τους μπορεί κανείς να την ονομάσει κάλλιστα και "μη-Είναι". Δεν αποτελούν επομένως ούτε και αντικείμενα πραγματικής γνώσης (επιστήμης), καθότι τέτοια γνώση δεν είναι δυνατή παρά μόνον αναφορικά με τα όσα υπάρχουν καθ' αυτά και αυτοτελώς και πάντοτε με τον ίδιο τρόπο· εκείνα, αντιθέτως, δεν είναι τίποτε άλλο παρά το αντικείμενο δόξας βασιζόμενης στην αίσθηση (δόξα μετ' αισθήσεως αλόγου).
Όσο τώρα είμαστε δέσμιοι της κατ' αίσθησιν αντίληψης αυτών, μοιάζουμε με ανθρώπους που βρίσκονται μέσα σ' ένα ζοφερό σπήλαιο και είναι τόσο σφιχτά δεμένοι ώστε να μην μπορούν να στρέψουν ούτε το κεφάλι τους, οι οποίοι έτσι δεν θα βλέπουν τίποτε άλλο πέρα από τις σκιές πραγματικών αντικειμένων τις σχηματιζόμενες στον τοίχο απέναντί τους από το φως μιας φωτιάς πίσω τους (αντικειμένων μεταφερόμενων πέρα δώθε ανάμεσα στους ίδιους και την φωτιά) και οι οποίοι δεν θα μπορούν μάλιστα να δουν ούτε ο ένας τον άλλον, ούτε καν τον ίδιο τους τον εαυτό· το μοναδικό που θα βλέπουν θα είναι οι σκιές στον τοίχο εκείνο, η δε σοφία τους θα περιορίζεται στο να προβλέπουν εκ πείρας την σειρά με την οποία εμφανίζονται οι εν λόγω σκιές. 
Το μοναδικό αντιθέτως που μπορεί εδώ να ονομάζεται "πραγματικά ον" (όντως ον), καθότι αεί ον, ουδέποτε γιγνόμενο και αφανιζόμενο, είναι τα πραγματικά αρχέτυπα των σκιών εκείνων, οι αιώνιες ιδέες, οι πρωταρχικές μορφές όλων των πραγμάτων. Αυτές δεν παρουσιάζουν καμία πολλαπλότητα, καθότι η καθεμιά τους δεν είναι κατά την ουσία της παρά μια και μόνο, όντας η ίδια το αρχέτυπο εκείνο είδωλα ή σκιές του οποίου είναι όλα τα επιμέρους, εφήμερα πράγματα του ίδιου μ' αυτήν ονόματος και είδους. Δεν υπόκεινται επίσης διόλου στην γένεση και τον αφανισμό, καθώς είναι αληθώς όντα, ουδέποτε γιγνόμενα και αφανιζόμενα, όπως είναι τα εφήμερα και αφανιζόμενα είδωλά τους (αμφότεροι δε οι αρνητικοί αυτοί καθορισμοί εμπεριέχουν κατ' ανάγκη την προϋπόθεση ότι ο χρόνος, ο χώρος και η αιτιότητα δεν έχουν καμία σημασία και ισχύ γι' αυτές και ότι άρα οι ίδιες δεν υπάρχουν εντός αυτών). Γι' αυτές και μόνο υπάρχει αυθεντική γνώση, καθώς αντικείμενο μιας τέτοιας δεν μπορεί να είναι παρά μόνο το αεί και το από πάσης απόψεως (ήτοι καθ' αυτό) ον, όχι εκείνο που ναι μεν είναι, όμως συγχρόνως επίσης δεν είναι, ανάλογα με το πως κανείς το θεωρεί.

Αυτή είναι η διδασκαλία του Πλάτωνα.

Είναι προφανές και δεν χρήζει περαιτέρω απόδειξης ότι το βαθύτερο νόημα των δύο θεωριών είναι ακριβώς το ίδιο: Αμφότερες αποφαίνονται ότι ο ορατός κόσμος δεν συνιστά παρά το φαινόμενο, το οποίο, είναι καθ' αυτό μηδαμινό, διαθέτει δε σημασία και αντλεί πραγματικότητα αποκλειστικά και μόνον από εκείνο του οποίου αποτελεί έκφραση (από το πράγμα καθ' αυτό για τον έναν φιλόσοφο, από την ιδέα για τον άλλον), με όλες τις μορφές του φαινομένου, ακόμα και τις πλέον καθολικές και ουσιώδεις, να είναι, σύμφωνα με τις δύο θεωρίες, παντελώς ξένες στο ίδιο το αληθώς ον. Ο Καντ, προκειμένου να άρει τις μορφές αυτές, τις εξέφρασε άμεσα τις ίδιες με αφηρημένους όρους και αποστέρησε ευθέως το πράγμα καθ' αυτό από τον χρόνο, τον χώρο και την αιτιότητα, καθότι πρόκειται για απλές μορφές του φαινομένου. Ο Πλάτωνας, από την άλλη πλευρά, δεν έφτασε έως την ύψιστη διατύπωση, αποστέρησε δηλαδή τις ιδέες του από τις εν λόγω μορφές μόνον έμμεσα, αφαιρώντας από τις μεν εκείνο που είναι δυνατόν χάρη και μόνο στις δε, τουτέστιν την πολλαπλότητα των ομοειδών, την γένεση και τον αφανισμό.

Θέλω ωστόσο, αν και εκ του περισσού, την παράδοξη και σημαντική αυτή συμφωνία να την καταστήσω παραστατική και μ' ένα επίσης παράδειγμα. Έστω ότι έχουμε μπροστά μας ένα ζώο, σε πλήρη δράση.

Ο Πλάτων θα έλεγε: «Το ζώο αυτό δεν έχει ύπαρξη αληθή, αλλά μόνο φαινομενική, αέναο γίγνεσθαι, ύπαρξη σχετική... Αληθώς ον είναι αποκλειστικά και μόνον η απεικονιζόμενη στο ζώο τούτο ιδέα ή το ζώο αυτό καθ' αυτό (αυτό το θηρίον), το οποίο δεν εξαρτάται από τίποτα, υπάρχει απεναντίας καθ' αυτό και αυτοτελώς, χωρίς αρχή και τέλος, πάντοτε κατά τον ίδιο τρόπο. Στο μέτρο δε που αναγνωρίζουμε στο ζώο αυτό την ιδέα του, είναι εντελώς αδιάφορο και άνευ σημασίας το αν έχουμε μπροστά μας αυτό το συγκεκριμένο ζώο ή τον προγονό του που ζούσε πριν από χίλια χρόνια, επίσης το αν αυτό βρίσκεται εδώ ή σε μια ξένη χώρα, το αν παρουσιάζεται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, στην μια ή στην άλλη στάση, ενεργώντας έτσι ή αλλιώς, τέλος το αν είναι η τάδε ή δείνα ατομική οντότητα του είδους. Όλα τούτα είναι μηδενικής σημασίας και αφορούν αποκλειστικά το φαινόμενο. Η ιδέα του ζώου και μόνο διαθέτει αληθές Είναι και συνιστά αντικείμενο πραγματικής γνώσης». Αυτά θα έλεγε ο Πλάτων.

Ο Καντ θα έλεγε περίπου τα ακόλουθα: «το ζώο αυτό είναι ένα φαινόμενο μέσα στον χρόνο, τον χώρο και την αιτιότητα, τα οποία αυτά άπαντα αποτελούν τους ενυπάρχοντες στην γνωστική μας δυνατότητα απριόρι όρους της δυνατότητας της εμπειρίας και όχι προσδιορισμούς του πράγματος καθ' αυτό. Ως εκ τούτου, το ζώο αυτό, όπως εμείς το αντιλαμβανόμαστε στον ορισμένο αυτό χρόνο και τον δεδομένο αυτόν τόπο ως μια, στο πλαίσιο της εμπειρίας (ήτοι βάσει της αλυσίδας αιτίων και αιτιατών), γενόμενη και επίσης κατ' ανάγκη εφήμερη ατομική οντότητα, δεν είναι πράγμα καθ' αυτό, αλλά φαινόμενο, το οποίο δεν έχει εγκυρότητα παρά μόνο σε σχέση με τη γνώση μας. Προκειμένου να αποκτήσουμε γνώση του ως προς το τι ενδεχομένως είναι καθ' αυτό, ανεξάρτητα συνεπώς από όλους τους προσδιορισμούς που εμπεριέχονται στον χρόνο, τον χώρο και την αιτιότητα, απαιτείται ένας τρόπος γνώσης διαφορετικός από τον μοναδικό δυνατό σ' εμάς, ήτοι δια των αισθήσεων και της διάνοιας».

Για να φέρουμε τον τρόπο με τον οποίον το εκφράζει ο Καντ ακόμα πιο κοντά σ' εκείνον του Πλάτωνα, θα μπορούσαμε  να πούμε επίσης το εξής: Ο χρόνος, ο χώρος και η αιτιότητα είναι η δομή εκείνη του νου μας δυνάμει της οποίας η, στην πραγματικότητα, μια και μοναδική υπαρκτή ουσία του κάθε είδους μας παρουσιάζεται ως πολλαπλότητα όντων ομοειδών, τα οποία γεννώνται και αφανίζονται διαρκώς εκ νέου, διαδεχόμενα το ένα το άλλο ατέρμονα. Η σύλληψη των πραγμάτων μέσω της εν λόγω δομής και σύμφωνα μ' αυτήν είναι η εμμενής· εκείνη αντιθέτως που συνειδητοποιεί το πως έχει το όλο αυτό ζήτημα είναι η υπερβατολογική. Αυτή την πορίζεται κανείς αφηρημένα με την Κριτική του καθαρού Λόγου...

Εάν είχαν ποτέ όντως συλλάβει και κατανοήσει την διδασκαλία του Καντ, καθώς επίσης έκτοτε και τον Πλάτωνα, εάν το βαθύτερο νόημα και περιεχόμενο των όσων διδάσκουν οι δύο μεγάλοι διδάσκαλοι το είχαν αναλογισθεί πιστά και σοβαρά, αντί να εκτοξεύουν προς πάσα κατεύθυνση του τεχνικούς όρους του ενός και να παρωδούν το ύφος του άλλου, θα είχαν αναπόφευκτα προ πολλού κατορθώσει να διαπιστώσουν το πόσο πολύ οι δύο μεγάλοι αυτοί σοφοί συμφωνούν μεταξύ τους και το ότι το αμιγές νόημα, ο στόχος αμφότερων των θεωριών μεταξύ τους είναι εντελώς ίδιος. Τότε, όχι μόνο δεν θα συνέκριναν διαρκώς τον Πλάτωνα με τον Λάιμπνιτς, ο οποίος ουδόλως διαπνέεται από το πλατωνικό πνεύμα, ή μάλιστα και μ' έναν εν ζωή ακόμη γνωστό κύριο [εννοεί τον Φ.Χ. Γιακόμπι]... αλλά και θα είχαν όλως προχωρήσει πολύ περισσότερο απ' ό,τι όντως έχουν - ή μάλλον, δεν θα είχαν οπισθοχωρήσει τόσο επονείδιστα πολύ όπως έχει συμβεί τα τελευταία σαράντα χρόνια και δεν θα επέτρεπαν να τους σέρνει από την μύτη σήμερα ο τάδε αύριο ο δείνα αερολόγος, ο δε 19ος αιώνας στην Γερμανία, ο οποίος προμηνυόταν τόσο σημαντικός, δεν θα είχε εγκαινιασθεί με φιλοοσοφικές φαρσοκωμωδίες σαν αυτές που διοργανώθηκαν πάνω στον τάφο του Καντ [πολεμική εναντίον, πρώτα και κύρια, του Χέγκελ και δευτερευόντως των Φίχτε και Σέλλινγκ, δηλαδή κατά των κύριων εκπροσώπων του Γερμανικού ιδεαλισμού]...

Τόσο όμως περιορισμένο είναι το πραγματικό κοινό των γνήσιων φιλοσόφων ώστε οι αιώνες είναι φειδωλοί ακόμα και με μαθητές που να διαθέτουν κατανόηση...

Ακολουθώντας και εξετάζοντας [απλώς] τις διατυπώσεις -διατυπώσεις όπως «παραστάσεις απριόρι, μορφές της εποπτείας και της νόησης συνειδητές ανεξάρτητα από την εμπειρία, πρωταρχικές έννοιες της καθαρής διάνοιας» κ.τ.λ-, έθεσαν τώρα το ερώτημα αν οι ιδέες του Πλάτωνα, οι οποίες, κατά τον ίδιον, είναι επίσης έννοιες πρωταρχικές, επιπλέον δε και αναμνήσεις μιας εποπτείας των αληθώς όντων πρότερης της ζωής, είναι περίπου το ίδιο με τις καντιανές μορφές της εποπτείας και της νόησης, τις ενυπάρχουσες στη συνείδηση μας απριόρι. Τις δύο αυτές εντελώς ετερογενείς θεωρίες, την καντιανή των μορφών, οι οποίες περιορίζουν τη γνώση του ατομικού ανθρώπου στα φαινόμενα, και την πλατωνική των ιδεών, των οποίων η γνώση σημαίνει ακριβώς την ρητή άρνηση των μορφών αυτών - τις δύο αντιδιαμετρικά αντίθετες αυτές θεωρίες, επειδή μοιάζουν λίγο ως προς τις διατυπώσεις τους τις συνέκριναν μετά προσοχής, συνδιασκεπτόμενοι και αντιπαρατιθέμενοι μεταξύ τους για το κατά πόσο ταυτίζονται, κατέληξαν δε εν τέλει στην διατύπωση ότι όντως δεν ταυτίζονται και [από αυτό] εξήγαγαν το συμπέρασμα ότι η πλατωνική θεωρία των ιδεών και η καντιανή κριτική του Λόγου δεν συμφωνούν μεταξύ τους...

Η πλατωνική ιδέα αποτελεί κατ' ανάγκη αντικείμενο, κάτι το γιγνωσκόμενο, μια παράσταση, για δε τον λόγο αυτόν, και για κανέναν όμως άλλον, είναι διάφορη του πράγματος καθ' αυτό. Έχει απεκδυθεί όλες τις δευτερεύουσες μόνο μορφές του φαινομένου [δεν υπόκειται δηλαδή στον χρόνο, τον χώρο και την αιτιότητα], ή μάλλον δεν έχει ακόμα υπαχθεί σε αυτές· ωστόσο, την πρώτη και καθολική μορφή, εκείνη της παράστασης εν γένει, του αντικειμένου για ένα υποκείμενο, την διατηρεί.


Arthur Schopenhauer
Ο Κόσμος ως Βούληση και Παράσταση
Βιβλία Γ' και Δ'
Εκδ. Ροες


Διαβάστε περισσότερα Σπουδαία Αποσπάσματα από τον Πλάτωνα, τον Καντ και τον Σοπενχάουερ, και από άλλα πρόσωπα όπως: ο Αριστοτέλης, ο Βίτγκενσταϊν, ο Πριγκόζιν, ο Φεγεράμπεντ, ο Τολστόι, ο Χομπς, ο Νίτσε, ο Σπένγκλερ, η Άννα Κομνηνή, καθώς και από Κινηματογραφικές επιλογές του 21ου αιώνα

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


17 | 8 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

24 Ιανουαρίου 2022

Αν βρίσκαμε μόνοι μας την αλήθεια, άραγε θα μας ενδιέφεραν οι γνώμες των ανθρώπων; ― Ρητορική, γραπτός και προφορικός λόγος κατά τον Πλάτωνα.


24 | 1 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

Μουσική Συνοδεία


Ο βασιλιάς λέει σε έναν θεό «να ξέρεις πως άλλος έχει την ικανότητα να δημιουργεί τις τέχνες, και άλλος να κρίνει πόσο θα ωφελήσουν και πόσο θα βλάψουν εκείνους που πρόκειται να τις χρησιμοποιήσουν», επισημαίνοντας ουσιαστικά τη διαφορά κυβερνήτη και τεχνουργού ή πολιτικού και επιστήμονα, τόσο επίκαιρη τα χρόνια διαχείρισης της πανδημικής κρίσης. Τα σπουδαία κείμενα είναι σπουδαία για πολλούς λόγους. Όχι μόνο παραμένουν επίκαιρα μέσα στους αιώνες, αλλά εκφράζουν και την ειδική περίπτωση με τρόπο που να ισχύει γενικότερα και ό,τι είναι γενικό με τρόπο ειδικό και ιδιόμορφο, εξ ου και κανείς βρίσκει μέσα σε αυτά σημεία που έχουν εφαρμογή σε εντελώς διαφορετικές καταστάσεις, συνθήκες και εποχές. Η απάτη, διαπιστώνουμε στο κείμενο, πετυχαίνει πιο εύκολα σε εκείνα τα πράγματα που μεταξύ τους διαφέρουν λίγο παρά σε εκείνα που διαφέρουν πολύ, δηλαδή βασίζεται στην ομοιότητα. «Όμως, προχωρώντας με μικρά βήματα, ευκολότερα θα περάσεις απαρατήρητος και θα φθάσεις στο αντίθετο, παρά αν προχωρείς με μεγάλα βήματα». Εδώ κάποιος μπορεί να σκεφτεί τον τρόπο που συμπεριφέρθηκε ύπουλα ένας πρώην φίλος ή παλαιός σύντροφος κατά το παρελθόν, κάποιος άλλος τη σταδιακή επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, κάποιος τρίτος κάτι άλλο. Διαβάζουμε, επίσης, ότι «μια αληθινή τέχνη του λόγου που να μη συλλαμβάνει την αλήθεια, ούτε υπάρχει, ούτε θα δημιουργηθεί ποτέ». Άρα, τι είναι και πως ονομάζεται ο λόγος που βλέπουμε, ακούμε και ζούμε καθημερινά μέσα από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο και το διαδίκτυο; 

Ο διάλογος είναι διαιρεμένος σε τέσσερα μέρη, από τα οποία έχω αφαιρέσει τα ονόματα των δύο προσώπων· στη θέση τους υπάρχουν σημεία και χρώματα, διότι «εσένα ίσως σε ενδιαφέρει ποιος είναι αυτός που λέει την αλήθεια και από ποιον τόπο είναι. Γιατί δεν εξετάζεις μονάχα τούτο, αν το πράγμα είναι έτσι ή αλλιώς.». Στις μέρες μας έχουμε φτάσει στο σημείο να ενδιαφέρει ποιος είναι αυτός που λέει κάτι και από ποιον τόπο είναι, όχι αν λέει την αλήθεια

Το κείμενο αποτελεί συνέχεια και συμπλήρωμα παλαιότερης δημοσίευσης με τίτλο Τρόποι πειθούς και ρητορικοί λόγοι κατά τον Αριστοτέλη ― και η εφαρμογή τους στη σύγχρονη εποχή. Δίχως τον Πλάτωνα και την ακαδημία του άραγε θα υπήρχαν η σκέψη και το έργο του Αριστοτέλη;


I

ο • Έχω να πω όσα άκουσα από τους παλιούς, και αν αυτά είναι αληθινά οι ίδιοι το ξέρουν. Αν όμως βρίσκαμε την αλήθεια μόνοι μας, άραγε θα μας ενδιέφεραν οι γνώμες των ανθρώπων;

Άκουσα, λοιπόν, πως κάπου στη Ναύκρατη της Αιγύπτου υπάρχει ένας από τους αρχαίους τοπικούς θεούς. Το όνομά του είναι Θεύθ. Αυτός είναι που βρήκε πρώτος τους αριθμούς και τον μαθηματικό συλλογισμό και τη γεωμετρία και την αστρονομία, και ακόμα τα παιχνίδια με τους πεσσούς και τους κύβους, και τέλος τους χαρακτήρες των γραμμάτων. Και εκείνη την εποχή βασιλιάς όλης της Αιγύπτου ήταν ο Θαμούς, που έμενε στη μεγάλη πόλη της επάνω περιοχής, την οποία οι Έλληνες την ονομάζουν Αιγυπτιακές Θήβες. Και τον θεό της τον ονομάζουν Άμμωνα. Ήρθε σ' αυτόν ο Θεύθ και του έδειξε τις τέχνες του, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να διαδοθούν και στους άλλους Αιγυπτίους. Και ο Θαμούς ρώτησε ποια είναι η χρησιμότητα της καθεμιάς. Καθώς ο Θεύθ τις εξηγούσε μία προς μία, ο βασιλιάς επαινούσε ό,τι έκρινε πως λεγόταν καλά και κατηγορούσε ό,τι έκρινε πως δεν ήταν καλό. Λέγεται πως ο Θαμούς είπε στον Θεύθ πολλά και υπέρ και κατά κάθε τέχνης, που αν τα εξετάσουμε αναλυτικά, θα μακρηγορούσαμε. 

Πάντως όταν έφθασαν στα γράμματα, ο Θεύθ είπε: «Βασιλιά μου, η γνώση αυτών των πραγμάτων θα κάνει τους Αιγυπτίους πιο σοφούς και το μνημονικό τους πιο δυνατό, γιατί βρέθηκε το φάρμακο της σοφίας και της μνήμης».

Όμως ο βασιλιάς απάντησε: «Πολύτεχνε Θεύθ, εσύ που κατέχεις τόσες τέχνες, να ξέρεις πως άλλος έχει την ικανότητα να δημιουργεί τις τέχνες, και άλλος να κρίνει πόσο θα ωφελήσουν και πόσο θα βλάψουν εκείνους που πρόκειται να τις χρησιμοποιήσουν. Και τώρα εσύ, σαν πατέρας της τέχνης των γραμμάτων, από ευμενή διάθεση προς το έργο σου, απέδωσες τα αντίθετα από αυτά που μπορεί πραγματικά τούτη η τέχνη να κάνει. Γιατί τα γράμματα θα φέρουν λησμονιά στις ψυχές όσων θα τα μάθουν, εφόσον οι ίδιοι δε θα φροντίζουν για την άσκηση της μνήμης τους, γιατί αποκτώντας εμπιστοσύνη στη γραφή θα φέρνουν τα πράγματα στo μυαλό τους, όχι από μέσα τους και από τον ίδιο τους τον εαυτό, αλλά από έξω διαμέσου ξένων σημείων. Ώστε δεν βρήκες, λοιπόν, το φάρμακο της μνήμης, αλλά της υπενθύμισης. Και έτσι παρέχεις στους μαθητές σου μια φαινομενική σοφία, όχι όμως και την αλήθεια. Γιατί, έχοντας ακούσει πολλά χωρίς να τα διδαχθούν θα πιστέψουν ότι ξέρουν πολλά, ενώ στην πραγματικότητα θα στερούνται της γνώσης και θα είναι δύσκολο να τους συναναστρέφεται κανείς, αφού αντί σοφοί θα έχουν γίνει δοκησίσοφοι».

□ • Εσύ εύκολα δημιουργείς ιστορίες αιγυπτιακές και απ' όποια άλλη χώρα θέλεις.

ο • Εσένα ίσως σε ενδιαφέρει ποιος είναι αυτός που λέει την αλήθεια και από ποιον τόπο είναι. Γιατί δεν εξετάζεις μονάχα τούτο, αν το πράγμα είναι έτσι ή αλλιώς.

□ • Καλά έκανες και με μάλωσες. Και η δική μου γνώμη σχετικά με τα γράμματα είναι ίδια με εκείνη του Θηβαίου.

ο • Όποιος λοιπόν πιστεύει ότι μέσα στους χαρακτήρες των γραμμάτων άφησε κάποια τέχνη για τους μετά από αυτόν και, επίσης, όποιος δέχεται ότι από τα γράμματα θα προκύψει κάτι σαφές και βέβαιο, πρέπει να διακατέχεται από μεγάλη απλοϊκότητα, αφού νομίζει ότι οι γραμμένοι λόγοι κάνουν κάτι παραπάνω από το να υπενθυμίζουν τα πράγματα που λένε τα γραπτά σ' εκείνον που τα ξέρει...

Γιατί αυτό το κακό έχει η γραφή και μοιάζει στ' αλήθεια με τη ζωγραφική. Και τούτης εδώ τα έργα στέκονται μπροστά μας σα να είναι ζωντανά, όμως αν τα ρωτήσεις κάτι σιωπούν με σοβαροφάνεια. Το ίδιο κάνουν και οι γραπτοί λόγοι. Πας δηλαδή να πιστέψεις ότι αυτοί σκέφτονται κάτι και μιλούν, αν όμως τους ρωτήσεις για κάτι απ' όσα λένε, το οποίο θέλεις να το καταλάβεις, πάντοτε σου εκφράζουν ένα και το ίδιο πράγμα. Και κάθε λόγος, από τη στιγμή που γραφτεί, κυλάει παντού με τον ίδιο τρόπο, και σ' εκείνους που τον γνωρίζουν καλά και σ' εκείνους που δεν έχουν καθόλου σχέση με το περιεχόμενό του, και δεν ξέρει από μόνος του σε ποιους πρέπει να απευθύνεται και σε ποιους όχι. Και όταν τον κακομεταχειρίζονται και τον κακολογούν άδικα, πάντα έχει ανάγκη από τον πατέρα του για να τον βοηθήσει, αφού ο ίδιος δεν μπορεί ούτε να αμυνθεί ούτε να βοηθήσει τον εαυτό του.

□ • Σωστά τα λες.

ο • Βλέπουμε κανέναν άλλο λόγο που να είναι γνήσιος αδελφός τούτου εδώ, του γραπτού, και με ποιον τρόπο δημιουργείται, και πόσο είναι καλύτερος και δυνατότερος από τη φύση του;

□ • Ποιος είναι αυτός ο λόγος, και πως πιστεύεις ότι δημιουργείται;

ο • Αυτός που γράφεται με γνώση μέσα στην ψυχή εκείνου που μαθαίνει, και έχει τη δύναμη να υπερασπιστεί τον εαυτό του, και γνωρίζει σε ποιους πρέπει να μιλάει και σε ποιους να σωπαίνει.

□ • Εννοείς τον έμψυχο και ζωντανό λόγο του γνώστη, κι αυτού του λόγου ο γραπτός σωστό θα ήταν να λέγεται ομοίωμα.

ο • Έτσι ακριβώς... νομίζω πολύ πιο όμορφη γίνεται η σοβαρή ενασχόληση με αυτά όταν κάποιος, κάνοντας χρήση της διαλεκτικής τέχνης, παραλάβει μια πρόσφορη ψυχή και φυτέψει και σπείρει μέσα της λόγους με γνώση, που να έχουν τη δύναμη να βοηθούν και τον εαυτό τους κι εκείνoν που τους φύτεψε, και να μην είναι άκαρποι αλλά να φέρνουν καρπούς, κι από αυτούς να φυτρώνουν άλλοι λόγοι μέσα σε άλλες ψυχές, και να έχουν τη δύναμη να διατηρούν αθάνατο μέσα τους το σπέρμα, και να φέρνουν ευδαιμονία σ' εκείνον που τους έχει, στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό στον άνθρωπο.

II

□ • Έχω ακούσει ότι αυτός που πρόκειται να γίνει ρήτορας δεν είναι ανάγκη να γνωρίζει εκείνα που είναι πραγματικά δίκαια, αλλά εκείνα που φαίνονται δίκαια στο πλήθος που θα κρίνει, ούτε τα αληθινά καλά ή όμορφα, αλλά εκείνα που θα φανούν τέτοια. γιατί με αυτά πείθει κανείς, όχι με την αλήθεια.

ο • Αν εγώ σε έπειθα να αποκτήσεις ένα άλογο για να αποκρούεις τους εχθρούς σου, και αν και οι δύο δεν ξέραμε τίποτα σχετικά με τα άλογα, αλλά συνέβαινε να ξέρω απλώς αυτό για σένα: ότι θεωρείς άλογο εκείνο από τα ήμερα ζώα που έχει τα πιο μεγάλα αυτιά.

□ • Αυτό θα ήταν γελοίο.

ο • Όχι ακόμα, αλλά στην περίπτωση πια που σοβαρά θα επιχειρούσα να σε πείσω, συνθέτοντας έναν επαινετικό λόγο για το γαϊδούρι, ονομάζοντάς το άλογο και υποστηρίζοντας ότι αξίζει το καθετί αυτό το ζώο, να το έχει κανείς δικό του και στο σπίτι του και για τις εκστρατείες, και ότι είναι χρήσιμο για να πολεμά κανείς όντας επάνω του και, επίσης, ικανό να μεταφέρει αποσκευές και ωφέλιμο σε πολλά άλλα. 

□ • Τότε πια θα ήταν εντελώς γελοίο.

ο • Όταν λοιπόν ο ταλαντούχος ρήτορας, αγνοώντας τα σχετικά με το καλό και το κακό, παραλάβει μια πόλη που βρίσκεται στην ίδια άγνοια και την πείθει, επαινώντας όχι πια τη σκιά του γαϊδάρου σα σκιά του αλόγου, αλλά το κακό σα να είναι καλό, και έχοντας μελετήσει τις απόψεις που επικρατούν στο πλήθος, το πείσει να κάνει τα κακά αντί τα καλά πράγματα, ποιον καρπό νομίζεις ότι θα θερίσει η ρητορική από τη σπορά της;

□ • Όχι, βέβαια, καλό καρπό.

ο • Μήπως όμως κατηγορήσαμε πιο σκληρά απ' όσο έπρεπε την τέχνη του λόγου; Ίσως η ίδια μπορούσε να μας πει: «Παράξενοι άνθρωποι, γιατί φλυαρείτε έτσι; Εγώ δεν αναγκάζω κανέναν που αγνοεί την αλήθεια να μαθαίνει την τέχνη του λόγου, αλλά, αν κάτι αξίζει η συμβουλή μου, λέω ότι θα με καταλάβει αφού γίνει κάτοχος της αλήθειας. Έχω να πω το εξής σημαντικό: ότι χωρίς εμένα ακόμη και εκείνος που γνωρίζει την αλήθεια των πραγμάτων, δε θα είναι περισσότερο ικανός από άλλους στο να πείθει τους ανθρώπους με τέχνη».

□ • Και, λοιπόν, αν τα λέει αυτά, θα έχει δίκαιο;

ο • Μια αληθινή τέχνη του λόγου, λέει ο Λάκωνας, που να μη συλλαμβάνει την αλήθεια, ούτε υπάρχει, ούτε θα δημιουργηθεί ποτέ. 

III

ο • Άραγε η ρητορική, στο σύνολο της, δεν είναι μια τέχνη της αγωγής της ψυχής διαμέσου των λόγων, που ασκείται όχι μόνο στα δικαστήρια και όπου αλλού συμβαίνουν δημόσιες συγκεντρώσεις, αλλά και στην ιδιωτική ζωή, και δεν είναι η ίδια σε ό,τι αφορά και μικρά και μεγάλα ζητήματα; Και δεν είναι σημαντικότερη η ορθότητά της όταν πρόκειται για σπουδαία, παρά όταν πρόκειται για ευτελή και ασήμαντα πράγματα;... 

Όποιος λοιπόν κάνει αυτό το πράγμα με τέχνη δε θα πετύχει να φανεί το ίδιο πράγμα στους ίδιους ανθρώπους άλλοτε δίκαιο, και όταν πάλι θέλει άδικο; Και στις πολιτικές ομιλίες του προς το λαό, δε θα κάνει να φαίνονται τα ίδια πράγματα άλλοτε καλά, και άλλοτε το αντίθετο;

□ • Έτσι ακριβώς.

ο • Η απάτη σε ποια από τις δύο περιπτώσεις πιάνει πιο εύκολα, σε εκείνα τα πράγματα που μεταξύ τους διαφέρουν πολύ ή σε εκείνα που διαφέρουν λίγο;

□ • Σ' εκείνα που διαφέρουν λίγο.

ο • Όμως, προχωρώντας με μικρά βήματα, ευκολότερα θα περάσεις απαρατήρητος και θα φθάσεις στο αντίθετο, παρά αν προχωρείς με μεγάλα βήματα. Άρα, αυτός που επιχειρεί να εξαπατήσει κάποιον άλλον, χωρίς βέβαια ο ίδιος να εξαπατηθεί, πρέπει να γνωρίζει με ακρίβεια την ομοιότητα και την ανομοιότητα ανάμεσα στα πράγματα.

□ • Είναι αναγκαίο. 

ο • Θα είναι όμως πράγματι ικανός, αν αγνοεί την αλήθεια του κάθε πράγματος, να ξεχωρίζει με ακρίβεια την ομοιότητα, μικρή και μεγάλη, του πράγματος που ο ίδιος δε γνωρίζει;

□ • Αυτό είναι αδύνατο.

ο • Επομένως, εκείνοι που πιστεύουν άλλα από τα αληθινά και εξαπατώνται, είναι φανερό ότι το παθαίνουν αυτό από κάποιες ομοιότητες.

□ • Έτσι γίνεται.

ο • Είναι λοιπόν δυνατό εκείνος που δε γνωρίζει τι είναι το καθένα από τα πράγματα, να κατέχει την τέχνη να μεταφέρει λίγο-λίγο την προσοχή των ακροατών του από το αληθινό στο αντίθετό του διαμέσου των ομοιοτήτων, ή ο ίδιος να αποφεύγει τέτοια παραπλάνηση;

□ • Όχι, ποτέ.

ο • Επομένως, εκείνος που δε γνωρίζει την αλήθεια, μα μονάχα δοξασίες και γνώμες άδειες κυνηγούσε, θα παρουσιάσει μια γελοία και αδέξια τέχνη. 

□ • Υπάρχει τέτοιος κίνδυνος...

ο • Όταν κάποιος πει τη λέξη σίδερο ή ασήμι, δε σκεπτόμαστε όλοι το ίδιο πράγμα;

□ • Βεβαιότατα.

ο • Τι συμβαίνει όμως όταν κάποιος πει τη λέξη δίκαιο ή καλό; Δεν εννοεί ο καθένας άλλο πράγμα, και δεν διχάζονται οι γνώμες και μεταξύ μας αλλά και μέσα στον ίδιο τον εαυτό μας;

□ • Πολύ σωστά.

ο • Επομένως σε μερικά θέματα συμφωνούμε και σε άλλα όχι.

□ •  Είναι φανερό: σ' εκείνα για τα οποία έχουμε αβέβαιη γνώμη.

ο •  Άρα, όποιος πρόκειται να ασχοληθεί με τη ρητορική τέχνη, πρέπει πρώτα να έχει διακρίνει αυτά τα δύο είδη μεθοδικά και να έχει συλλάβει καθαρά κάποιο χαρακτηριστικό του καθενός, εκείνου όπου το πλήθος αναγκαστικά ταλαντεύεται και έχει αβέβαιη γνώμη και εκείνου όπου δεν ταλαντεύεται.

IV

ο • Η μέθοδος της ιατρικής τέχνης είναι ίδια με εκείνη της ρητορικής.

□ • Μα πώς;

ο • Και στις δύο πρέπει να ξεχωρίσεις τμήματα στη φύση αναλύοντας την, στη μια βέβαια του σώματος στην άλλη όμως της ψυχής, αν βέβαια πρόκειται να ενεργήσεις βασιζόμενος όχι μόνο στην εξάσκηση και στην απλή εμπειρία αλλά και στην τέχνη, και να εμφυσήσεις δύναμη και υγεία στο σώμα δίνοντας του φάρμακα και τροφή, ενώ στην ψυχή, με λόγους και με ανάλογη άσκησή της στην τάξη, να δώσεις την πεποίθηση που θέλεις και την αρετή.

□ • Έτσι φαίνεται να είναι...

ο • Αφού, λοιπόν, η δύναμη του λόγου είναι να οδηγεί ψυχές, να ψυχαγωγεί, εκείνος που πρόκειται να γίνει ρήτορας χρειάζεται να ξέρει πόσα είδη έχει η ψυχή. Υπάρχουν λοιπόν τόσα είδη, και αυτής και της άλλης ποιότητας. Έτσι άλλοι άνθρωποι γίνονται τέτοιου είδους, άλλοι διαφορετικού. Με δεδομένη τούτη τη διαίρεση συνάγουμε ότι υπάρχουν και τόσα είδη λόγων, και το καθένα τους είναι αυτής ή εκείνης της ποιότητας. Όσοι λοιπόν άνθρωποι είναι τέτοιας φύσης πείθονται από τέτοιους λόγους, γι' αυτήν εδώ την αιτία και σε ανάλογα πράγματα, ενώ όσοι είναι άλλης φύσης, επειδή είναι τέτοιοι, πείθονται δύσκολα. Πρέπει λοιπόν κανείς να τα κατανοήσει αυτά επαρκώς και, μετά, βλέποντάς τα να υπάρχουν και να γίνονται στην πράξη, να μπορεί να τα παρακολουθεί με την οξύτητα της αντίληψης του, γιατί αλλιώς δε θα μάθει τίποτε παραπάνω απ' όσα άκουγε τότε, όταν διδασκόταν τη τέχνη των λόγων. Όταν όμως καταστεί ικανός να πει ποιου είδους άνθρωπος από ποιους λόγους πείθεται, και μπορεί να διαισθανθεί τι άνθρωπος είναι αυτός που τον πλησιάζει και να πει: τούτος είναι ο άνθρωπος και αυτός είναι ο χαρακτήρας, η φύση του, για τον οποίο έγινε τότε ο λόγος, και ότι σε αυτόν πρέπει να απευθύνεις τους κατάλληλους λόγους, προκειμένου να τον πείσεις για τα ανάλογα πράγματα. Και όταν πια κανείς τα κατέχει όλα αυτά, και επιπλέον, όταν μαζί με αυτά μάθει σε ποιες περιστάσεις χρειάζεται να μιλάει και σε ποιες να συγκρατείται και να σωπαίνει, και να διακρίνει πότε είναι κατάλληλη και πότε ακατάλληλη η στιγμή για να μιλάει σύντομα, και πότε κακομοίρικα ή παραπονεμένα και να μεγαλοποιεί το καθένα από τα είδη των λόγων που έχει μάθει, τότε πια η τέχνη του είναι σωστά και τέλεια επεξεργασμένη, νωρίτερα όμως όχι. Αν όμως κάποιος παραλείπει κάτι από αυτά, όταν μιλάει ή όταν διδάσκει ή όταν γράφει, και παρόλα αυτά ισχυρίζεται πως ο λόγος του έχει τέχνη, εκείνος που δεν τον πιστεύει έχει δίκιο.


Πλάτων

Φαίδρος

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


24 | 1 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

9 Φεβρουαρίου 2021

Εξουσία, φόβος, οργή και αδικία, θάρρος και ελπίδα.


9 | 2 | 2 μ.Κ (Year ΙΙ AQ) | 2021

Μουσική Συνοδεία


Μια εξουσία μπορεί να είναι αδύναμη αν χαρακτηρίζεται από ανυπαρξία συναίνεσης, έλλειμμα νομιμοποίησης, απώλεια αξιοπιστίας, αποδυνάμωση της ισχύος της πειθούς ή παρακμή του κύρούς της.

Η αδυναμία αυτή, που δυνητικά μπορεί να οδηγήσει την εξουσία σε φάση αποσύνθεσης και σε διαδικασία διάλυσης, ιστορικά συνήθως αντιμετωπίζεται με πλεονασμό της ισχύος του εξαναγκασμού, με καταφυγή σε τιμωρίες, απειλές και εκβιασμούς, και με προσπάθεια ισχυροποίησής της μέσω πρόκλησης φόβου.

Η εξουσία, προκειμένου να συντηρείται και να κυριαρχεί ο φόβος, χρειάζεται να προσφέρει κάποια ελπίδα σωτηρίας από αυτό που προκαλεί αγωνία σε όσους ανθρώπους δεν συναινούν, δεν νομιμοποιούν, δεν εμπιστεύονται, δεν πείθονται, δεν αποδέχονται, δεν αναγνωρίζουν κ.λπ.

Στον αντίποδα του φόβου βρίσκεται η οργή. Η οργή είναι κάτι που δίνει θάρρος. Και η αδικία προκαλεί θάρρος. Όταν οι άνθρωποι αδικούνται συνήθως οργίζονται. Η ελπίδα για κάτι καλό, επίσης, δίνει θάρρος ή σωστότερα κουράγιο στον άνθρωπο [Επισήμανση].

Ο Αριστοτέλης μας λέει πως θάρρος ―ανεξάρτητα από αισθήματα αδικίας και οργής― έχουν οι άνθρωποι είτε όταν πιστεύουν ότι πέτυχαν πολλά δίχως να πάθουν τίποτε, είτε όταν βρέθηκαν πολλές φορές σε κίνδυνο και κατάφεραν να ξεφύγουν. Διαφορετικά: οι άνθρωποι που δεν είναι οργισμένοι και αδικημένοι γίνονται άφοβοι, δηλαδή θαρραλέοι, είτε επειδή έχουν πετύχει πολλά δίχως να έχουν απώλειες ή να υποστούν συνέπειες, είτε επειδή δεν έχουν βιώσει ποτέ κίνδυνο ή έχουν εκ πείρας αναπτύξει τρόπους αντιμετώπισής του.

Ο Πλάτων είχε επισημάνει πως ουσιαστικά δεν υπάρχει καμία κατάσταση πραγμάτων και καμία αναγκαιότητα στην οποία ο άνθρωπος να πρέπει να υπακούσει όταν δεν θέλει κατά κανέναν τρόπο, δηλαδή όταν είναι έτοιμος να πεθάνει.

Με βάση τα προηγούμενα, οι άνθρωποι που πιστεύουν πως έχουν πετύχει πολλά χωρίς να πάθουν τίποτα, οι άνθρωποι που δεν έχουν βιώσει ποτέ κίνδυνο ή έχουν γλιτώσει πολλές φορές από κινδύνους, οι οργισμένοι άνθρωποι, οι άνθρωποι που έχουν αδικηθεί και, τέλος, οι άνθρωποι που δεν φοβούνται το θάνατο, είναι οι άφοβοι, θαρραλέοι και ελεύθεροι άνθρωποι. Και είναι ακριβώς αυτοί οι άνθρωποι που δεν τους καθορίζει απόλυτα η πρόκληση φόβου και δεν χειραγωγούνται εύκολα από μια ελπίδα σωτηρίας.


Δημήτρης Β. Πεπόνης


Επισήμανση
Υπάρχει μια ιδιόμορφη σχέση μεταξύ οργής και ελπίδας και μια λεπτή γραμμή που διαφοροποιεί το κουράγιο από το θάρρος. Σε ό,τι αφορά το πρώτο ζευγάρι, δηλαδή την οργή και την ελπίδα, αναφέρω ενδεικτικά και εν συντομία τα εξής: η οργή σιγοβράζει μέσα στο καζάνι της αδικίας, της απαξίωσης, της περιφρόνησης και της προσβολής. Στην προσβολή εμπεριέχεται η έλλειψη αισθήματος σεβασμού, και όποιος δεν σέβεται περιφρονεί. Λόγω του ότι η ελπίδα από τη φύσή της είναι προσανατολισμένη προς το μέλλον, οι άνθρωποι ενσωματώνουν σε αυτήν ένα αποκλειστικά θετικό περιεχόμενο. Όμως η ελπίδα είναι πάντοτε ελπίδα για κάτι, καλό ή κακό: ένας άνθρωπος μπορεί να είναι γεμάτος από ελπίδες επιτυχίας, ευτυχίας, σωτηρίας αλλά και από ελπίδα εκδίκησης, η οποία αποτελεί την αρχή του ηδονικού αισθήματος που συνοδεύει την οργή. Σε αντίθεση με την ελπίδα, η οργή και το θάρρος δεν υπολογίζουν το μέλλον. Οι άνθρωποι χάνουν από τα μάτια τους το γεγονός ότι η ελπίδα δεν είναι πάντοτε αθώα. Πόσο μάλλον στις μέρες μας, όπου η διαχείριση του μέλλοντος αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες πάνω στους οποίους οικοδομεί κυριαρχία, διαμορφώνει συναίνεση και αντλεί νομιμοποίηση μια εξουσία.

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


9 | 2 | 2 μ.Κ (Year ΙΙ AQ) | 2021