19 Μαΐου 2022

13 Μαΐου 2022

Για τη φύση του πολέμου ― μέρος α΄.


13 | 5 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

Μουσική Συνοδεία


Ο πόλεμος δεν έχει να κάνει με τη νίκη και την ήττα, τουλάχιστον όχι απλώς και μόνο, καθώς νικητής και ηττημένος υπάρχει τόσο στα παιχνίδια όσο και στα αθλήματα, ατομικά και συλλογικά.

Εάν κάποιος ηττηθεί στο πεδίο της μάχης, είτε αυτό είναι εδαφικό και φυσικό, είτε οποιουδήποτε άλλου είδους, αλλά συνεχίζει να αντιστέκεται, δηλαδή εάν δεν υποκύψει στη θέληση του αντιπάλου, τότε ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει. Ο πόλεμος τελειώνει μόνο με συνθηκολόγηση νομικά και ονομαστικά και με παραίτηση ουσιαστικά, με την επιβολή της βούλησης του ενός επί του άλλου

Ο πόλεμος προϋποθέτει ότι οι πλευρές που αντιμάχονται χαρακτηρίζονται από εχθρότητα και είναι διατεθειμένες να υποστούν απώλειες και να πληρώσουν κόστη, με σκοπό την άρνηση και μη αποδοχή της βούλησης της αντίπαλης πλευράς. Δηλαδή, η βούληση συνδέεται με το τίμημα που πρέπει να είναι διατεθειμένες να καταβάλλουν οι εμπόλεμες πλευρές. Το ηθικό συνδέει τη βούληση και το τίμημα, και εάν εξεταστεί στενά, δηλαδή στο πλαίσιο της νίκης και της ήττας, είναι ο σημαντικότερος παράγοντας, όχι η τεχνολογία (ο άνθρωπος και όχι τα όπλα είναι ο καθοριστικός παράγοντας). Το ηθικό είναι η προθυμία να δεχτείς απώλειες και να πληρώσεις κόστος στην υποκειμενική διάσταση (τα πάσης φύσεως όπλα απλώς ανεβάζουν τον πήχη και τα επίπεδα του τιμήματος που καταβάλλεται), ενώ τα εσωτερικά κοινωνικά επίπεδα βίας αποτελούν την αντικειμενική διάσταση: όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα βίας μιας οργανωμένης κοινότητας στο εσωτερικό της, τόσο μεγαλύτερες απώλειες μπορεί να αντέξει, και άρα τόσο υψηλότερο τίμημα μπορεί να πληρώσει με στόχο την άρνηση και μη αποδοχή της βούλησης του αντιπάλου: η Δανία μπορεί να αντέξει λιγότερες απώλειες ποσοστιαία από ό,τι η Γαλλία, ενώ η τελευταία με τη σειρά της λιγότερες απ' ό,τι οι Η.Π.Α, οι οποίες πιθανόν να μπορούν να αντέξουν λιγότερες απώλειες απ' ό,τι η Βραζιλία (ασφαλώς υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που διαδραματίζουν ρόλο, όπως η ανθρώπινη διάνοια, τα ήθη και οι αρετές, η οργανωτική ισχύς, η συνοχή και η σχέση μεταξύ των γενεών κάθε κοινωνίας κ.λπ).

Όμως αυτές οι διαστάσεις σχετίζονται με το είδος και το καθεστώς της βίας, όχι με τη φύση του πολέμου, και συνδέονται με το εσωτερικό και τον χαρακτήρα μιας οργανωμένης κοινότητας, που συνέχεται από την απειλή χρήσης και τη δυνατότητα άσκησης θεσμοθετημένης βίας, σε φυσική ή συμβολική μορφή (είδος), και με τις αντιλήψεις περί δίκαιου ή μη πολέμου (καθεστώς). Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το είδος της βίας, ακόμη και εάν κάποιος δεν αναγνωρίζει την ταύτιση φυσικότητας και βίας, άποψη που στις μέρες μας ενισχύεται μέσω της επιβολής οικονομικών κυρώσεων και της εργαλειακής χρήσης του νομίσματος ως όπλου, αλλά κυρίως λόγω της επέκτασης του φαινομένου του κυβερνοπολέμου, πεδίο μάχης του οποίου δεν αποτελεί ο φυσικός χώρος αλλά ένας ψηφιακός τόπος που ονομάζεται κυβερνοχώρος, θα πρέπει να τονιστεί ότι πάντοτε τελικός στόχος είναι επιρροή του φυσικού κόσμου (π.χ υποδομές) και ο επηρεασμός της ανθρώπινης συμπεριφοράς και βούλησης.

Η θέση ότι σκοπός και τέλος του πολέμου είναι η επιβολή της βούλησης μιας αντιμαχόμενης πλευράς επί μιας άλλης, επαληθεύει όχι απλώς τον κλασικό ορισμό ότι ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα, αλλά και μια λιγότερο γνωστή (ωστόσο εξίσου σημαντική) παρατήρηση ότι ο πόλεμος συνδέεται με την ανυπαρξία πολιτικής. Επιπλέον, επιβεβαιώνει άγνωστους για τους περισσότερους ανθρώπους ορισμούς, όπως του Κικέρωνα που επισημαίνει ότι ο πόλεμος είναι ισχυρισμός μέσω της χρήσης βίας, και του Γκρότιους που θεωρεί ότι είναι η κατάσταση αντιμαχόμενων πλευρών. Επιπροσθέτως, η θέση ερμηνεύει τη συνεχή επανάληψη του ιστορικού φαινομένου μια στρατιωτική νίκη να συνοδεύεται από πολιτική ήττα, καθώς και την κατ' εξακολούθηση διάψευση του οικονομίστικου δόγματος ότι το εμπόριο θα υποκαταστήσει τον πόλεμο (και άρα η οικονομία την πολιτική), που εδράζεται σε αναγωγή του πολέμου σε οικονομικά αίτια και σε εμπειρικά αναπόδεικτες νομοτέλειες, ή με διαφορετικά λόγια σε οικονομικό ντετερμινισμό, δηλαδή σε μια μεταφυσική αιτιοκρατία την οποία χαρακτηρίζει μια οικονομίστικη νομοτέλεια.

Ο λιτός ορισμός του Κικέρωνα έχει ιδιαίτερη σημασία αν ιδωθεί υπό το πρίσμα ότι ο πόλεμος αποτελεί είδος του γένους της βίας. Ο πόλεμος, ως ειδική υποκατηγορία της βίας, μπορεί να οριστεί στενά ως συλλογική, σκόπιμη και οργανωμένη βία ― και σε ορισμένες περιπτώσεις ως τελετουργική, ελεγχόμενη και θεσμοθετημένη. Ωστόσο, η τελετουργία δεν έχει να κάνει με τον πόλεμο καθαυτό αλλά με την έναρξη και τη λήξη του.

Με βάση τα προηγούμενα, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο πόλεμος είναι μορφή ή είδος συλλογικής, σκόπιμης και οργανωμένης βίας, που χαρακτηρίζεται από εχθρότητα με τέλος και σκοπό την επιβολή της βούλησης μιας αντιμαχόμενης πλευράς μιας οργανωμένης ανθρώπινης ομάδας επί μιας άλλης.

Ο πόλεμος, πριν ακόμη από την εποχή της πυραμίδας του Χέοπα και μέχρι την εποχή του πύργου του Χαλίφη (Burj Khalifa)*, τόσο πριν όσο και μετά από την ανθρώπινη αξιοποίηση των δυνάμεων του ηλεκτρισμού, τόσο επί της Γης διαχρονικά όσο και επί του γαλαξία πιθανόν στο μέλλον, δηλαδή ανεξαρτήτως χώρου και χρόνου, και ασφαλώς ανεξαρτήτως τεχνολογίας, έχει να κάνει πρώτα και κύρια με την επιβολή της βούλησης μιας αντιμαχόμενης πλευράς μιας οργανωμένης ανθρώπινης ομάδας επί μιας άλλης.




* Κάποιος δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί γιατί τα υψηλότερα οικοδομήματα στον πλανήτη, στη μεγαλύτερη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, τα συναντάμε με σημερινούς όρους στα εδάφη του κεντρικού Ισλάμ, και διαχρονικά σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από έρημο, επίπεδη γη, ανυπαρξία βουνών κ.λπ.

Δημήτρης Β. Πεπόνης

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


13 | 5 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

10 Μαΐου 2022

Ο ιδιαίτερος δρόμος της Ινδίας ― μέρος α΄: Οι έξι φάσεις της Ινδικής εξωτερικής πολιτικής από την ανεξαρτησία μέχρι σήμερα.


10 | 5 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022

Το κείμενο αποτελεί εισαγωγή στο κράτος της Ινδίας και στην εξωτερική του πολιτική. Απόλυτη βάση του αποτελεί το βιβλίο του Υπουργού Εξωτερικών της Ινδίας, Subrahmanyam Jaishankar, με τίτλο The Indian Way



Θεμιτό και σκόπιμο είναι μια εισαγωγή στην Ινδική εξωτερική πολιτική να ξεκινά από μια γενική εικόνα και εποπτεία της πορείας του κράτους στα παγκόσμια πράγματα, από την ίδρυση της Δημοκρατίας της Ινδίας μέχρι τις μέρες μας. Στο πλαίσιο αυτής της ιστορικής πορείας θα μπορούσαμε να χωρίσουμε την εποχή από την ανεξαρτησία του Νέου Δελχί το 1947 μέχρι σήμερα, 75 χρόνια μετά, σε έξι φάσεις, καθεμία από τις οποίες αποτελεί απάντηση σε ένα διαφορετικό παγκόσμιο περιβάλλον. 

Η πρώτη φάση για την νέα Ινδία ξεκινά το 1947 και ολοκληρώνεται το 1962. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι μια αδέσμευτη εξωτερική πολιτική, σε έναν διεθνές περιβάλλον που διαμορφωνόταν από τον διπολισμό του ψυχροπολεμικού κόσμου, ο οποίος ήταν χωρισμένος σε στρατόπεδα με ηγέτιδες δυνάμεις τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Σοβιετική Ένωση. Στόχος του Νέου Δελχί ήταν να αντισταθεί στον περιορισμό της ελευθερίας των επιλογών που είχε στη διάθεσή του και στις προσπάθειες αποδυνάμωσης της κυριαρχίας του, παράλληλα με την ανοικοδόμηση της οικονομίας και της κοινωνίας στο εσωτερικό του. Στο εξωτερικό, στόχος του νέου Ινδικού κράτους, ως το πρώτο από τα αποικιοποιημένα έθνη, ήταν να οδηγήσει την Ασία και την Αφρική σε μια πιο δίκαιη παγκόσμια τάξη. Είναι μια περίοδος που θα χαρακτηριστεί από τη διάσκεψη του Μπαντουγκ (το πνεύμα της οποίας επικαλείται η σημερινή Κίνα), ανάμεσα σε κράτη της Ασίας και της Αφρικής, και θα αποτελέσει προστάδιο της δημιουργίας του κινήματος των Αδεσμεύτων κρατών. Η Ινδική διπλωματία την περίοδο αυτή θα κινείται από την Κορέα και το Σουέζ μέχρι το Βελιγράδι και την Ουγγαρία. 

Ο Σινο-Ινδικός πόλεμος του 1962 θα προσγειώσει το Νέο Δελχί στην σκληρή πραγματικότητα της διεθνούς πολιτικής, αφήνοντας ένα τραύμα στο νέο κράτος που είναι υπαρκτό μέχρι σήμερα, βάζοντας ουσιαστικό τέλος στην αισιόδοξη ιδεαλιστική περίοδο διεθνιστικής αλληλεγγύης και πλήττοντας σημαντικά τη θέση της νέας Ινδίας, προτού καλά-καλά σταθεί στα πόδια της. Οι Ινδοί, στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας τους και της νέας κρατικής τους ύπαρξης, είχαν μια εσωτερική βεβαιότητα ότι το κύρος, η παλαιότητα και η διαχρονία του πολιτισμού και της ιστορικής τους εστίας, θα τους προστάτευαν από εξωτερικές απειλές, αμφισβητήσεις και συγκρούσεις.

Η δεύτερη φάση, από το 1962 έως το 1971, είναι μια δεκαετία ρεαλισμού και προσπαθειών ανάκαμψης. Η Ινδία, αντιμετωπίζοντας πολιτικές προκλήσεις και έλλειψη πόρων, αναγκάστηκε να ασχοληθεί σοβαρά με την ασφάλειά της. Κινήθηκε πέρα από τη λογική της μη δέσμευσης, προς τη λογική του συμφέροντος σε επίπεδο εθνικής ασφάλειας. Το παγκόσμιο περιβάλλον παρέμενε διπολικό, άμεσα και απόλυτα στον ονομασθέν αργότερα παγκόσμιο Βορρά, έμμεσα στον υπόλοιπο πλανήτη. Όμως είχε αρχίσει να αναπτύσσεται μια περιορισμένη συνεργασία ανάμεσα στις Η.Π.Α και την Ε.Σ.Σ.Δ. Οι εξωτερικές Αμερικανικές και Βρετανικές πιέσεις στο Κασμίρ αυξήθηκαν, οδηγώντας σε μια περίοδο μεγάλης ευαλωτότητας και ανασφάλειας. Έχοντας απέναντί του υπερδυνάμεις, και με τη διαμεσολάβηση των Σοβιετικών, το Νέο Δελχί υπέγραψε στις 10 Ιανουαρίου 1966 τη Διακήρυξη της Τασκένδης, που έβαλε τέλος στον Ινδο-Πακιστανικό Πόλεμο του 1965. Ήταν επίσης μια περίοδος πιέσεων, άγχους, εσωτερικών προκλήσεων και αναταραχών, που όμως ολοκληρώθηκε δίχως μεγάλες απώλειες.

Στην αρχή της τρίτης φάσης, η οποία ξεκίνησε το 1971 και ολοκληρώθηκε δύο δεκαετίες μετά το 1991, το διεθνές περιβάλλον είχε μεταβληθεί δραματικά, με το σχηματισμό του άξονα Η.Π.Α-Κίνας-Πακιστάν να διαμορφώνει την πιο απειλητική και επικίνδυνη συνθήκη στην 75χρονή ιστορία του νέου Ινδικού κράτους. Εναρκτήριο γεγονός αποτέλεσε η αποφασιστική νίκη στον Ινδο-Πακιστανικό πόλεμο του 1971 (ή πόλεμο της απελευθέρωσης του Μπανγκλαντές όπως ονομάζεται διαφορετικά), που οδήγησε στην ανεξαρτησία του Ανατολικού Πακιστάν υπό τη μορφή του Μπαγκλαντές, με την παρέμβαση και τη συνεισφορά της Ε.Σ.Σ.Δ. Είχε προηγηθεί, λίγους μήνες νωρίτερα, η Ινδο-Σοβιετική συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας. Η τρίτη αυτή φάση θα οδηγήσει σε ευρύτερη υιοθέτηση θέσεων της Μόσχας από το νέο Δελχί σε διεθνή θέματα, και σε συνεχή διπλωματική υποστήριξη της Ινδίας από την πλευρά της Σοβιετικής Ένωσης. 

Η κατάρρευση το 1991 της Ε.Σ.Σ.Δ, στενής συμμάχου της Ινδίας, θεωρήθηκε εκείνη την περίοδο καταστροφική, και οδήγησε σε ριζική επανεξέταση των βασικών στοιχείων του διεθνούς προσανατολισμού του Νέου Δελχί.

Η αποσύνθεση και πολυδιάσπαση της Σοβιετικής Σφαίρας και η διακήρυξη μιας Νέας Αμερικανοκεντρικής Παγκόσμιας Τάξης, με την εμφάνιση στο ιστορικό προσκήνιο της μονοπολικής στιγμής κυριαρχίας των Η.Π.Α, οριοθετεί την τέταρτη φάση της Ινδικής εξωτερικής πολιτικής. Η εστίαση που είχε ως στόχο τη διασφάλιση της στρατηγικής αυτονομίας άλλαξε, η οικονομία της Ινδίας σταδιακά άνοιξε προς τον υπόλοιπο κόσμο, και οι διπλωματικές προτεραιότητες μεταβλήθηκαν. Το νέο Δελχί άρχισε να κοιτά προς την Ανατολή, δηλαδή τις χώρες που αποτελούν την Ένωση της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), ενώ αναπροσάρμοσε τη θέση του σε ό,τι αφορά το Ισραήλ, και ενίσχυσε σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις του με τις Η.Π.Α. Η αναζήτηση στρατηγικής αυτονομίας επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στην εξασφάλιση πυρηνικών όπλων και σε πιο ενεργητικές εμπορικές διαπραγματεύσεις. Το 1998, η Ινδία ήταν πλέον επίσημα πυρηνική δύναμη. Ένα χρόνο μετά, το 1999, αντιμετώπισε με επιτυχία το Πακιστάν στη σύγκρουση του Καργκίλ, η οποία αναδιαμορφώσε τις Ινδο-Αμερικανικές σχέσεις, και άρχισε να αναπτύσσεται οικονομικά με εντονότερους ρυθμούς.

Η σταδιακή αποδυνάμωση της Αμερικανικής μονοπολικής στιγμής σηματοδότησε την πέμπτη φάση κοινωνικοποίησης της Ινδίας στις παγκόσμιες υποθέσεις. Η αδυναμία διατήρησης του Αμερικανικού ηγεμονισμού σε παγκόσμιο επίπεδο προσέφερε ευκαιρίες στο νέο Δελχί, που σταδιακά απέκτησε χαρακτηριστικά δύναμης εξισορρόπησης στην παγκόσμια σκηνή, μέσω πολλαπλών συνεργασιών οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις επικρίνονταν ως αντιφατικές ή απλώς ενοχλούσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η Ινδία άρχισε να παράγει αποτελέσματα που σχετίζονταν άμεσα με τα συμφέροντά της και να διαμορφώνει το ευρύτερο περιβάλλον της. Σημαντική στιγμή ήταν η πυρηνική συμφωνία Η.Π.Α-Ινδίας το 2005, καθώς και μια καλύτερη συνεννόηση με τη λεγόμενη Δύση. Ταυτόχρονα, βέβαια, η Ινδία επίσης έβρισκε κοινούς τόπους με την Κίνα, για θέματα όπως το κλιμα και το εμπόριο, και επαναβεβαίωνε εδραιώνοντας τους δεσμούς της με τη Ρωσσία, με τις τρεις αυτές χώρες να αποτελούν τον πυρήνα των λεγόμενων BRICS. 

Μέχρι το 2015 τα πράγματα είχαν αρχίσει να ξεκαθαρίζουν, σηματοδοτώντας την έκτη και τελευταία φάση της Ινδικής εξωτερικής πολιτικής. Η υποχώρηση της ισχύος και της αξιοπιστίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής ήταν πλέον εμφανής, η συνεχής ενδυνάμωση της Κίνας επίσης, ενώ το πλανητικό τοπίο της διακρατικής πολιτικής είχε αρχίσει να γίνεται πιο ανταγωνιστικό και άναρχο, οδηγώντας σε μια μεταβατική περίοδο ανάδυσης πολυπολικών τάσεων. Η Αμερικανική υποχώρηση, ο απόηχος του πολέμου στο Ιράκ, η ανακοίνωση της αποχώρησης από το Αφγανιστάν, οι αυξανόμενες πιέσεις στην Ασία του Ειρηνικού, η ανασφάλεια και η εσωστρέφεια στην Ευρώπη, ακολούθησαν την κρίση του 2008 και μια παγκόσμια οικονομική επανεξισορρόπηση, που βρίσκεται σε εξέλιξη και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η διάχυση και η διασπορά της ισχύος και της επιρροής κατέστησε σαφές ότι η πολυπολικότητα πλέον έχει εισέλθει για τα καλά στο ιστορικό προσκήνιο, απαιτώντας μια διαφορετική προσέγγιση και διαχείριση στην άσκηση της πλανητικής πολιτικής. Σε αυτή την τελευταία φάση, η Ινδία αποκτά επίγνωση των δυνατοτήτων της, και έχοντας αυξημένη αυτοπεποίθηση επιδιώκει συγκλήσεις που σε αρκετές περιπτώσεις ενοχλούν όσους επιδιώκουν συνειδητά την καταστροφή τους, συμμετέχει στη διαμόρφωση διαπραγματεύσεων για παγκόσμια θέματα, και αντιλαμβάνεται τις προσδοκίες που έχει ο υπόλοιπος πλανήτης από την ίδια, γεγονός που την οδηγεί να είναι διατεθειμένη να επωμιστεί μεγαλύτερες ευθύνες, σε μια εποχή που ο κόσμος είναι πιο φοβικός, επιφυλακτικός και επιθετικός.

Την ίδια στιγμή που οι Αμερικανοί προωθούν την Τετραμερή μεταξύ Η.Π.Α, Ινδίας, Ιαπωνίας και Αυστραλίας (Quadrilateral Security Dialogue, QSD/QUAD), ως μια άτυπη συμμαχία σε επίπεδο ασφάλειας που έχει ως στόχο την ανάσχεση της Κίνας, επιδιώκοντας είτε την επαναφορά του μονοπολικού ηγεμονισμού τους είτε έναν νέο ψυχρό ή θερμό πολεμικού τύπου διπολισμό, οι Ινδοί ερμηνεύουν την QUAD, μεταξύ άλλων, ως ένα γνώρισμα και ως μια αντανάκλαση της κίνησης του πλανήτη προς την πολυπολικότητα.

Ο Υπουργός Εξωτερικών της Ινδίας, Subrahmanyam Jaishankar, στη Σύνοδο του Μονάχου τον Φεβρουάριο απέρριψε την ιδέα ότι η Τετραμερής (QUAD) αποτελεί ένα Ασιατικό ΝΑΤΟ, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Θα σας παροτρύνω να μην διολισθήσετε σε αυτήν την τεμπέλικη αναλογία ενός Ασιατικού ΝΑΤΟ. Δεν είναι, επειδή υπάρχουν τρεις χώρες που είναι σύμμαχοι με βάση συνθήκες [Η.Π.Α, Ιαπωνία, Αυστραλία]. Εμείς δεν είμαστε σύμμαχος. Δεν υπάρχει μια συνθήκη, μια δομή, μια γραμματεία, είναι ένα είδος τρόπου ανταπόκρισης στον 21ο αιώνα σε έναν πιο διαφοροποιημένο, διάσπαρτο-σποραδικό κόσμο».

Τέλος, στο βιβλίο του με τίτλο The Indian Way, ο Jaishankar σημειώνει:

Για τους αμύητους ή τους αναχρονιστικούς, η επιδίωξη φαινομενικά αντιφατικών προσεγγίσεων μπορεί να φαντάζει μπερδεμένη. Πώς συμβιβάζει κανείς... το RIC (Ρωσία-Ινδία-Κίνα) με το JAI (Ιαπωνία-Αμερική-Ινδία); Ή την QUAD και τον SCO (Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης); Ένα Ιράν με τους Σαουδάραβες ή το Ισραήλ με την Παλαιστίνη; Η απάντηση είναι στην προθυμία να κοιτάξουμε πέρα από το δόγμα και να εισέλθουμε στον πραγματικό κόσμο των συγκλίσεων... Αυτή η νέα εκδοχή των παγκόσμιων υποθέσεων είναι μια πρόκληση τόσο για επαγγελματίες όσο και για αναλυτές, αλλά πρέπει να κατακτηθεί... 

Εάν η Ινδία οδήγησε την ανανεωμένη Τετραμερή συμφωνία (QUAD), χρειαζόταν επίσης την ένταξη στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO). Μια μακροχρόνια τριμερής με τη Ρωσία και την Κίνα συνυπάρχει τώρα με μια ακόμα που περιλαμβάνει τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Αυτές οι φαινομενικά αντιφατικές εξελίξεις απλώς απεικονίζουν τον κόσμο στον οποίο λειτουργούμε τώρα. Η κατανόηση και η επικοινωνία τέτοιων μηνυμάτων είναι δύσκολη, ειδικά σε όσους δεν είναι έτοιμοι να συμβιβαστούν με τις περιπλοκές μιας νέας παγκόσμιας αρχιτεκτονικής... 

Η Ινδία δεν μπορεί να δώσει σε κανένα άλλο έθνος δικαίωμα βέτο στις πολιτικές της επιλογές.

Πράγματι, κατά αυτόν τον τρόπο, και μέσω μιας τέτοιας νοοτροπίας, αποκτά ένα κράτος την κεντρικότητα που αξίζει και έχει πλέον, σε μεγάλο βαθμό, η Ινδία στις παγκόσμιες υποθέσεις. Ουσιαστικά, η επιθυμία της Ουάσινγκτον είναι η επιστροφή της Ινδικής εξωτερικής πολιτικής στην τέταρτη φάση της, δηλαδή στην Ινδία της δεκαετίας του 1990, όταν το Νέο Δελχί στάθμιζε τη συμπεριφορά και τις επιλογές του με βάση τη μονοπολική στιγμή κυριαρχίας των Η.Π.Α, και η έμμεση επιβολή Αμερικανικού βέτο στις πολιτικές επιλογές του (επιδίωξη που γίνεται φανερή στις πιέσεις που ασκούνται προκειμένου η Ινδία να μεταβάλλει τη στάση της σχετικά με τη Ρωσσία). Ο Αμερικανός, που χάνει την ηγεμονική γη κάτω από τα πόδια του, θέλει και επιδιώκει έναν κόσμο του άσπρου και του μαύρου. Όμως ο Ινδός, που το μέλλον απλώνεται μπροστά του, βλέπει έναν κόσμο όπου το πράσινο σβήνει στο μπλε. Και ο Ινδικός ιδιαίτερος δρόμος δεν μπορεί να καταστραφεί, όπως συνέβη με τη Γερμανική «ιδιαίτερη πορεία» (Sonderweg), όχι μόνο γιατί η Ινδία αποτελεί την πολυπληθέστερη δημοκρατία στον πλανήτη, αλλά και επειδή όπως είναι απαραίτητη η Μόσχα για το Νέο Δελχί, έτσι και το Νέο Δελχί είναι απαραίτητο για την Ουάσινγκτον, σε μια εποχή που οι περισσότεροι δρόμοι οδηγούν στο Πεκίνο.

Δημήτρης Β. Πεπόνης

.~`~.

Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.


10 | 5 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022