Εάν το Χάος πήρε μορφή από τον Ἔρωτα' εάν ο Ἔρος μορφοποιεί, δίνει μορφή και ομορφιά στο Χάος και τη πλατύστηθη Γαία, μετασχηματίζοντας τα, σε Κόσμο, σε κόσμημα, τότε η έλευση του Έρωτα, ως Ελευθερία, που μάνα και κυρά της είναι η Μνημοσύνη, είναι η μορφοποίηση του Χάους και όχι η αποχαλίνωση του... η α-μορφία και η α-σχήμια του, η λατρεία της ασχήμιας του...
Η ηθική όταν δεν βρίσκεται σε μέθεξη, ενωμένη, σαν μουσικό ζευγάρι σε χορό, με την ομορφιά ηττάται από αυτήν.
Η ηθική όταν δεν βρίσκεται σε μέθεξη, ενωμένη, σαν μουσικό ζευγάρι σε χορό, με την ομορφιά ηττάται από αυτήν.
Η ομορφιά πάντα θα νικά μια ηθική που κάνει τους ανθρώπους άσχημους.
.~`~.
Η δύναμη και η μορφή των ματιών είναι η πιο καθαρή και πιο μεθυστική, ένας ακίνητος, συγκλονιστικός και σιωπηλός... κλονισμός' παγωμένος στον χρόνο' ίσως και γι' αυτό το βλέμμα, να είναι πιο δυνατό και από το κορμί και από τη σκέψη, τουλάχιστον εκείνες τις στιγμές που ο χρόνος κυριαρχείται, δεν κυριαρχεί. Το βλέμμα, η σαγήνη του βλέμματος, το άνθισμα ψυχή τε και σώματι που το βλέμμα φέρει, σμιλεύουν τον χρόνο και το χώρο. Τα σύμπαντα.
*
**
*
**
*
Έρος δηύτέ μ' ο λυσιμέλης δόνει γλυκύπικρον αμάχανον όρπετον... έγραφε η Σαπφώ
Πάλι μου κόβει τα πόδια με συγκλονίζει ο έρωτας, γλυκόπικρο θηρίο ανίκητο...
(Έρωτας πάλι, που τα μέλη λύνει, με ταράζει ανίκητο γλυκόπικρο ερπετό...)
(Έρωτας πάλι, που τα μέλη λύνει, με ταράζει ανίκητο γλυκόπικρο ερπετό...)
Δ`~.
Η μουσική, η ομορφιά, ο έρωτας,
κάποια μονάχα από τα λίγα,
και ένα ποτήρι κρασί, για να δεξιωθούμε, μόλις έρθει.
κάποια μονάχα από τα λίγα,
και ένα ποτήρι κρασί, για να δεξιωθούμε, μόλις έρθει.
Σ' ενούς λυράρη την αυλή εκόνεψεν ο χάρος
κι ανεσηκώθη ο λυρατζής παλιό κρασί να φέρει
λες κι ήτο φίλος του ακριβός να τονε τραπεζώσει
και ξεκρεμά τη λύρα του γλυκό σκοπό ν' αρχίσει
λες κι ήτονε κανάς γλεντζές να τονε ξεφαντώσει
κι ανεσηκώθη ο λυρατζής παλιό κρασί να φέρει
λες κι ήτο φίλος του ακριβός να τονε τραπεζώσει
και ξεκρεμά τη λύρα του γλυκό σκοπό ν' αρχίσει
λες κι ήτονε κανάς γλεντζές να τονε ξεφαντώσει
-Ασε το δίσκο λυρατζή και κρέμασε τη λύρα
φύλαξε το δοξάρι σου για δεν το ξαναπιάνεις
και κάτσε να χαζιρευτείς τα σκολινά σου βάλε
γιατί σε παίρνω σύναυγα και πας στον κάτω κόσμο
-Χάρε αν θέλεις αφησ' με τη λύρα μου να πάρω
απού μιλούν οι κόρδες τση και κλαίει ο καβαλάρης
και το γερακοκούδουνα του δοξαριού μου λένε
τ' απάνω κόσμου τσι χαρές τση νιότης τα τσαλίμια
την ομορφιά των κοριτσιών τση λεβεντιάς τη χάρη
και μιας αγάπης μου παλιάς το κάνω πασιγέτι
που μου διπλοπαράγγελνε τη λυρα μη ξεχάσω
στον κάτω κόσμο όντε θα 'ρθω
-Δεν στην αφήνω ζάβαλε καλλιά 'χω να τη σπάσεις
γιατί με το δοξάρι σου σηκώνεις ποθαμένους
και θ' αρχινήσεις κοντυλιές να ταραχίσεις τσ' άντρες
να ξεμυαλίσεις κοπελιές να ξετρουνίσεις γέρους
και θα πλανέψεις τα μωρά να κλαίνε για κανάκια
και θα μισήσουν τα κελιά του Νάδη τα καστέλια
κι ούλοι θα θένε να ΄ρθουνε στον κόσμο τον απάνω...
φύλαξε το δοξάρι σου για δεν το ξαναπιάνεις
και κάτσε να χαζιρευτείς τα σκολινά σου βάλε
γιατί σε παίρνω σύναυγα και πας στον κάτω κόσμο
-Χάρε αν θέλεις αφησ' με τη λύρα μου να πάρω
απού μιλούν οι κόρδες τση και κλαίει ο καβαλάρης
και το γερακοκούδουνα του δοξαριού μου λένε
τ' απάνω κόσμου τσι χαρές τση νιότης τα τσαλίμια
την ομορφιά των κοριτσιών τση λεβεντιάς τη χάρη
και μιας αγάπης μου παλιάς το κάνω πασιγέτι
που μου διπλοπαράγγελνε τη λυρα μη ξεχάσω
στον κάτω κόσμο όντε θα 'ρθω
-Δεν στην αφήνω ζάβαλε καλλιά 'χω να τη σπάσεις
γιατί με το δοξάρι σου σηκώνεις ποθαμένους
και θ' αρχινήσεις κοντυλιές να ταραχίσεις τσ' άντρες
να ξεμυαλίσεις κοπελιές να ξετρουνίσεις γέρους
και θα πλανέψεις τα μωρά να κλαίνε για κανάκια
και θα μισήσουν τα κελιά του Νάδη τα καστέλια
κι ούλοι θα θένε να ΄ρθουνε στον κόσμο τον απάνω...
.~`~.