21 | 3 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022
Μουσική Συνοδεία
~ . ~
Εισαγωγή
Από τη σκοπιά του διεθνούς δικαίου και της διατήρησης της κυρίαρχης τάξης η εισβολή δεν δικαιολογείται. Το ερώτημα είναι κατά πόσο αιτιολογείται από την πλευρά της διακρατικής πολιτικής και της επανεκκίνησης και επιστροφής της ιστορίας. Ωστόσο, μια τέτοια προσέγγιση είναι υπερβολικά εστιασμένη σε αυτό το ιστορικό θυσιαστήριο, τόσο του παρελθόντος όσο και του παρόντος, που ονομάζεται Ουκρανία. Μακάρι να υπήρχε μόνο η τοπική-εθνική και η περιφερειακή-ευρωπαϊκή διάσταση. Υπάρχει κυρίως η πλανητική, που αφορά τους πάντες.
Στο επίπεδο της διακρατικής πολιτικής, ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί έκφανση μιας κολοσσιαίων διαστάσεων δομικής κρίσης στις σχέσεις Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσικής Ομοσπονδίας (Ρ.Ο), που επωάζεται εδώ και χρόνια. Ακόμη και αν ο πόλεμος, η κρίση και το ζήτημα της Ουκρανίας βραχυπρόθεσμα αποκλιμακώνονταν και πάγωναν, για διαπραγματευτικούς και διπλωματικούς λόγους, δεν πρόκειται να ομαλοποιούνταν εάν δεν επιλύονταν οι αντιθέσεις και οι ασυμβατότητες συμφερόντων που κυριαρχούν στο εσωτερικό του πλανητικού Βορρά.
Σε συστημικό επίπεδο, η Ουκρανία αποτελεί το ευρωπαϊκό επίκεντρο ενός σεισμικού φαινομένου πλανητικής κλίμακας, που εκδηλώνεται λόγω των τεκτονικών μεταβολών και των ρηγμάτων που προκαλεί η μετάβαση προς μιας νέα πλανητική τάξη αρχικά, και σε βαθύτερο εστιακό επίπεδο η μεταστροφή από τον άξονα Δύσης-Ανατολής του 19ου-20ου αιώνα, προς τον άξονα Βορρά-Νότου του 21ου-22ου αιώνα.
Αλλά προτού φτάσουμε στο μέλλον, ας ξεκινήσουμε από το παρελθόν του παρόντος.
Το Πρώτο Μέρος, που αφορά το υπόβαθρο και το παρελθόν, θα πρέπει να ιδωθεί στο πλαίσιο της ερμηνείας και της αιτιολόγησης, ανεξάρτητα από την όποια δικαιολόγηση. Όπως έχει τονιστεί παλαιότερα, το γεγονός ότι το ερώτημα «γιατί γίνεται ένας πόλεμος;», για τους περισσότερους ανθρώπους ταυτίζεται με την ερώτηση «ποιος έχει την ευθύνη για το ξέσπασμά του;», δεν σημαίνει ότι η θεωρία του ενός ―προσώπου, επιτελείου, κράτους― και οι αντιλήψεις που εξυπηρετούν σκοπούς από την περιοχή του δικαίου, εφαρμοζόμενες στα ιστορικά γεγονότα, δίνουν απάντηση για τα αίτια του πολέμου. Στην πραγματικότητα δεν ερμηνεύουν τίποτα, απλώς αποδίδουν ή επιρρίπτουν την ευθύνη προκειμένου να υπάρξει καταλογισμός ενοχής, δηλαδή να γίνει μελλοντική δίκη. Ο άνθρωπος που ενδιαφέρεται μόνο να δικάσει, μπορεί να πετάξει στον κάλαθο των αχρήστων την ιστορία, την πολιτική και τη γεωγραφία, την κίνηση και τη μεταβολή, την αντίληψη απειλών και τους φόβους, τους ιστορικούς δαίμονες και τις κόκκινες γραμμές, την παρακίνηση και τους στόχους, το συμφέρον και την ανάγκη, και μαζί με όλα αυτά και το ερώτημα «γιατί γίνεται ένας πόλεμος;», εφόσον γνωρίζει την απάντηση για όλους τους πολέμους της ανθρώπινης ιστορίας: αυτός ο κακός ένας ευθύνεται για τον πόλεμο και είναι ένοχος για το ξέσπασμά του!
οἱ δὲ ἐκραύγασαν· ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν
~ . ~
Πρώτο Μέρος
Το Παρελθόν του Παρόντος
I
Προειδοποιήσεις:
Από τον George F. Kennan στον William J. Burns,
ή από το ‘A Fateful Error’ στο ‘Nyet Means Nyet’
Μια 25ετία πριν από σήμερα, στο άρθρο του με τίτλο 'A Fateful Error' (1997), ο George F. Kennan θα δηλώσει ότι: «Η επέκταση του ΝΑΤΟ θα είναι το πιο μοιραίο λάθος της αμερικανικής πολιτικής σε ολόκληρη τη μεταψυχροπολεμική εποχή», χαρακτηρίζοντάς την στρατιωτικό τετελεσμένο γεγονός (fait accompli). Ένα χρόνο μετά, σε συνέντευξή που παραχώρησε στον Thomas L. Friedman, και δημοσιεύτηκε στις 2 Μαΐου 1998 από τη New York Times, θα πει:
«Νομίζω ότι είναι η αρχή ενός νέου ψυχρού πολέμου», είπε ο κ. Κέναν από το σπίτι του στο Πρίνστον. «Νομίζω ότι οι Ρώσοι σταδιακά θα αντιδράσουν αρκετά αρνητικά και αυτό θα επηρεάσει τις πολιτικές τους. Νομίζω ότι είναι τραγικό λάθος. Δεν υπήρχε κανένας λόγος για αυτό. Κανείς δεν απειλούσε κανέναν άλλον. Αυτή η επέκταση θα έκανε τους Ιδρυτές Πατέρες αυτής της χώρας να στριφογυρίζουν στους τάφους τους. Έχουμε υπογράψει να προστατεύσουμε μια ολόκληρη σειρά χωρών, παρόλο που δεν έχουμε ούτε τους πόρους ούτε την πρόθεση να το κάνουμε με οποιονδήποτε σοβαρό τρόπο. [Η επέκταση του ΝΑΤΟ] ήταν απλώς μια ανάλαφρη ενέργεια από μια Γερουσία που δεν έχει πραγματικό ενδιαφέρον για τις εξωτερικές υποθέσεις... Αυτό που με ενοχλεί είναι πόσο επιφανειακή και κακώς ενημερωμένη ήταν όλη η συζήτηση στη Γερουσία», πρόσθεσε ο κ. Κέναν.
Μια δεκαετία μετά από τα ανησυχητικά λόγια του Kennan, το 2008, ο τότε Πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στη Ρωσική Ομοσπονδία, William J. Burns, και τωρινός διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών από τις 19 Μαρτίου 2021, θα γράψει ένα εσωτερικό υπόμνημα με τίτλο: ‘Nyet Means Nyet: Russia's NATO Enlargement Redlines’, δηλαδή «Όχι, σημαίνει όχι: Οι κόκκινες γραμμές της Ρωσίας για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ», η σύνοψη του οποίου μεταφρασμένη έχει ως εξής:
Και θα συνεχίσει, σε άλλο σημείο του ίδιου βιβλίου, ο τωρινός διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (C.I.A), William J. Burns:
Όλα συνέβησαν όπως τα περιγράφει, προειδοποιώντας, ο William J. Burns. Πράγματι, το 2008 η Ρωσσία αναγνώρισε την Αμπχαζία, μετά από τον πόλεμο εναντίον της Γεωργίας. Έξι χρόνια μετά, το 2014, θα προσαρτήσει την Κριμαία, και οκτώ χρόνια αργότερα, στις αρχές του 2022, θα εισβάλλει στην Ουκρανία. Όλα ήταν γνωστά, αν όχι από την ομιλία του Putin το 2007 στη Σύνοδο Ασφαλείας του Μονάχου, που πλέον έχει περάσει στην ιστορία, τουλάχιστον από το υπόμνημα και το προσωπικό email του Burns το 2008. Ας ολοκληρώσουμε με κάποια λόγια που είπε το 2009 ο Medvedev σε συνέντευξή στο Der Spiegel:
Μετά από μια σιωπηλή πρώτη αντίδραση στην πρόθεση της Ουκρανίας να επιδιώξει ένα Σχέδιο Δράσης για Ένταξη στο ΝΑΤΟ στη Σύνοδο Κορυφής του Βουκουρεστίου, ο υπουργός Εξωτερικών Λαβρόφ και άλλοι ανώτεροι αξιωματούχοι επανέλαβαν την έντονη αντίθεσή τους, τονίζοντας ότι η Ρωσία θα θεωρούσε την περαιτέρω επέκταση προς την Ανατολή ως πιθανή στρατιωτική απειλή. Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα προς την Ουκρανία, παραμένει «ένα συναισθηματικό και νευραλγικό» ζήτημα για τη Ρωσία, αλλά στρατηγικοί πολιτικοί παράγοντες επίσης αποτελούν τη βάση της έντονης αντίθεσης στην ένταξη στο ΝΑΤΟ της Ουκρανίας και της Γεωργίας. Στην Ουκρανία, αυτά περιλαμβάνουν φόβους ότι το ζήτημα θα μπορούσε ενδεχομένως να χωρίσει τη χώρα στα δύο, οδηγώντας σε βία ή ακόμη, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, σε εμφύλιο πόλεμο, που θα ανάγκαζε τη Ρωσία να αποφασίσει αν θα παρέμβει. Επιπλέον, η Κυβέρνηση της Ρωσίας και οι ειδικοί συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στην αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας, στις Ρωσο-Ουκρανικές σχέσεις μεταξύ οικογενειών και γενικά στις διμερείς σχέσεις. Στη Γεωργία, η Κυβέρνηση της Ρωσσίας φοβάται τη συνέχιση της αστάθειας και τις «προκλητικές ενέργειες» στις αυτονομιστικές περιοχές.
Περίπου μια δεκαετία αργότερα, το 2019, στο βιβλίο του με τίτλο ‘The Back Channel: A Memoir of American Diplomacy and the Case for Its Renewal’, ο William J. Burns θα σημειώσει:
Εφαρμοσμένα σε αυτό το πρώτο κύμα επέκτασης του ΝΑΤΟ στην Κεντρική Ευρώπη, τα σχόλια του Kennan μου φάνηκαν λίγο υπερβολικά. Έβλαψε τις προοπτικές των μελλοντικών σχέσεων με τη Ρωσία, αλλά όχι μοιραία. Εκεί που κάναμε ένα σοβαρό στρατηγικό λάθος ―και όπου ο Kennan ήταν προνοητικός― ήταν να αφήσουμε αργότερα την αδράνεια να μας οδηγήσει να πιέσουμε για ένταξη στο ΝΑΤΟ την Ουκρανία και τη Γεωργία, παρά τις βαθιές ιστορικές προσκολλήσεις της Ρωσίας και στα δύο κράτη και τις ακόμη εντονότερες διαμαρτυρίες. Αυτό προκάλεσε ανεπανόρθωτη ζημιά και τροφοδότησε την όρεξη μιας μελλοντικής ρωσικής ηγεσίας να εκδικηθεί.Τελικά, αποδείχθηκε ότι δεν υπήρχε αποφυγή της αίσθησης απώλειας και ταπείνωσης που ήρθε με την ήττα στον Ψυχρό Πόλεμο και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όσες φορές κι αν είπαμε εμείς και οι Ρώσοι, ο ένας στον άλλον, ότι το αποτέλεσμα δεν είχε ηττημένους, μόνο νικητές. Οι δυνάμεις της ιστορίας θα συνέχιζαν να αντηχούν και η Ρωσία ―όπως έκανε σε όλη την πολυτάραχη ιστορία της― θα επέστρεφε τελικά από την καταστροφή. Ήταν βέβαιο ότι θα ερχόταν μια στιγμή που η Ρωσία θα είχε την ικανότητα να απορρίψει τον ρόλο του κατώτερου εταίρου (junior partner) που την έκανε να νιώθει τόσο άβολα, παρόλο που η μακροπρόθεσμη παρακμή της ισχύος της ως μεγάλης δύναμης θα συνεχιζόταν. Αυτή η στιγμή ήρθε νωρίτερα από ό,τι περίμενε κανείς από εμάς.
Ένα τυπικά θλιβερό απόγευμα Παρασκευής στις αρχές Φεβρουαρίου 2008, με το χιόνι να πέφτει σταθερά με φόντο τον γκρίζο ουρανό της Μόσχας έξω από το παράθυρο του γραφείου μου, κάθισα και έγραψα ένα μακροσκελές προσωπικό email στην υπουργό Rice [Condoleezza], το οποίο αργότερα διαμοιράστηκε στον Steve Hadley και τον Bob Gates. Ενώ τα πιο επίσημα διπλωματικά τηλεγραφήματα εξακολουθούσαν να έχουν τη χρησιμότητά τους, τα απόρρητα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ήταν πιο γρήγορα, πιο άμεσα και πιο διακριτικά ― στην προκειμένη περίπτωση ένας καλύτερος τρόπος για να μεταφέρω τον επείγοντα χαρακτήρα και το εύρος των ανησυχιών μου.«Οι επόμενοι δύο μήνες θα είναι από τους πιο σημαντικούς στις πρόσφατες σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας», έγραψα. «Αντιμετωπίζουμε τρία πιθανά ναυάγια: Κοσσυφοπέδιο, MAP για Ουκρανία/Γεωργία [MAP: Σχέδια Δράσης για Ένταξη στο ΝΑΤΟ] και αντιπυραυλική άμυνα. Έχουμε ένα πρόβλημα υψηλής προτεραιότητας με το Ιράν, το οποίο θα είναι εξαιρετικά δύσκολο... να αντιμετωπίσουμε χωρίς τους Ρώσους. Έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε κάτι που θα έχει διάρκεια με τους Ρώσους για την πυρηνική συνεργασία... και έχουμε την ευκαιρία να τα πάμε καλύτερα με μια αναδιαμορφωμένη ρωσική ηγεσία μετά από την πιθανή εκλογή του Μεντβέντεφ, και να βοηθήσουμε τους Ρώσους να περάσουν τη γραμμή του τερματισμού φέτος στον ΠΟΕ [Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου], το οποίο είναι ένα από τα πιο πρακτικά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να προωθήσουμε τις μακροπρόθεσμες προοπτικές για πολιτικό και οικονομικό εκσυγχρονισμό σε αυτήν την περήφανη, ευερέθιστη και περίπλοκη κοινωνία». Προσπάθησα να είμαι σαφής σχετικά με το τι πρέπει να γίνει:Η άποψή μου είναι ότι μπορούμε να διαχειριστούμε μόνο ένα από αυτά τα τρία ναυάγια χωρίς να προκαλέσουμε πραγματική ζημιά σε μια σχέση που δεν έχουμε την πολυτέλεια να αγνοήσουμε. Από την ομολογουμένως επαρχιώτικη οπτική μου εδώ, είναι δύσκολο να δω πώς θα μπορούσαμε να κάνουμε τους βασικούς Ευρωπαίους να μας υποστηρίξουν και στα τρία ταυτόχρονα. Θα επέλεγα να προχωρήσω αποφασιστικά στο Κοσσυφοπέδιο, αναβολή των MAP [Σχεδίων Δράσης για Ένταξη στο ΝΑΤΟ] για την Ουκρανία ή τη Γεωργία έως ότου τεθούν ισχυρότερα θεμέλια· και να πάω απευθείας στον Πούτιν, ενώ είναι ακόμα στην Προεδρία, για να προσπαθήσουμε να συνάψουμε μια συμφωνία για την αντιπυραυλική άμυνα, ως μέρος ενός ευρύτερου πλαισίου ασφάλειας. Καταλαβαίνω πλήρως πόσο δύσκολη θα είναι μια απόφαση αναστολής των MAP. Αλλά είναι εξίσου δύσκολο να υπερεκτιμηθούν οι στρατηγικές συνέπειες μιας πρόωρης προσφοράς MAP, ειδικά στην Ουκρανία. Η είσοδος της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ είναι η πιο έντονη από όλες τις κόκκινες γραμμές για τη ρωσική ελίτ (όχι μόνο για τον Πούτιν). Σε περισσότερα από δυόμισι χρόνια συνομιλιών με βασικούς Ρώσους παίκτες, από τους πιο αρρωστημένους στις σκοτεινές γωνιές του Κρεμλίνου μέχρι τους πιο οξύθυμους φιλελεύθερους επικριτές του Πούτιν, δεν έχω βρει ακόμη κανέναν που να βλέπει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ ως οτιδήποτε άλλο εκτός από μια άμεση πρόκληση στα ρωσικά συμφέροντα. Σε αυτό το στάδιο, μια προσφορά MAP [Σχεδίου Δράσης για Ένταξη στο ΝΑΤΟ] θα θεωρηθεί όχι ως ένα τεχνικό βήμα σε έναν μακρύ δρόμο προς την ένταξη, αλλά ως πέταγμα του στρατηγικού γαντιού. Η σημερινή Ρωσία θα απαντήσει. Οι σχέσεις Ρωσίας-Ουκρανίας θα παγώσουν... Θα δημιουργήσει γόνιμο έδαφος για τη ρωσική ανάμειξη στην Κριμαία και την ανατολική Ουκρανία. Όσον αφορά τη Γεωργία, ο συνδυασμός της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου και μιας προσφοράς MAP πιθανότατα θα οδηγούσε στην αναγνώριση της Αμπχαζίας, όσο αντιπαραγωγικό κι αν είναι αυτό για τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της Ρωσίας στον Καύκασο. Οι προοπτικές μιας επακόλουθης ένοπλης σύγκρουσης Ρωσία-Γεωργίας θα ήταν υψηλές.
...δεν κατέστη δυνατό να επαναπροσδιοριστεί η θέση της Ρωσίας στην Ευρώπη. Μετά την εξαφάνιση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ελπίζαμε σε έναν υψηλότερο βαθμό ολοκλήρωσης. Τι λάβαμε όμως; Τίποτα από τα πράγματα που μας διαβεβαίωσαν, δηλαδή ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκτείνεται ατελείωτα προς τα ανατολικά και ότι τα συμφέροντά μας θα λαμβάνονται συνεχώς υπόψη. Το ΝΑΤΟ παραμένει ένα στρατιωτικό μπλοκ του οποίου οι πύραυλοι είναι στραμμένοι προς ρωσικό έδαφος. Αντίθετα, θα θέλαμε να δούμε μια νέα Ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Όλα ήταν γνωστά. Όλα είναι γνωστά. Οι ανησυχίες και οι προειδοποιήσεις ήταν γνωστές, οι αναμενόμενες πράξεις επίσης, το ίδιο και οι πιθανές επιπτώσεις και συνέπειες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί μια απολύτως αναμενόμενη και προβλέψιμη τραγωδία εδώ και περίπου μια 15ετία, που μπορούσε να αποφευχθεί. Εάν το ζήτημα ήταν απλώς η Ουκρανία.
II
Χαμένες ευκαιρίες:
Μια πρόταση για την αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ανατολική Ευρώπη
Το 2017, δηλαδή τρία χρόνια μετά από την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία και πέντε χρόνια πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, ο Michael O'Hanlon θα παρουσιάσει μια πρόταση με τίτλο «Πέρα από το ΝΑΤΟ: Μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας για την Ανατολική Ευρώπη», την οποία μπορείτε να βρείτε υπό τη μορφή βιβλίου στην ιστοσελίδα του Brookings Institution. Η πρόταση ήταν μέρος της σειράς Marshall Paper Series και εκδόθηκε ως βιβλίο με το προαναφερθέντα τίτλο (Beyond NATO: A New Security Architecture for Eastern Europe). Η σύνοψη έχει ως εξής:
Ο Michael O'Hanlon υποστηρίζει ότι τώρα είναι η ώρα για τα Δυτικά έθνη να διαπραγματευτούν μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας για τις ουδέτερες χώρες στην ανατολική Ευρώπη προκειμένου να σταθεροποιήσουν την περιοχή και να μειώσουν τους κινδύνους πολέμου με τη Ρωσία. Πιστεύει ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ έχει προχωρήσει αρκετά μακριά. Η βασική ιδέα αυτής της νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας θα ήταν η μόνιμη ουδετερότητα. Οι εν λόγω χώρες σχηματίζουν συλλογικά ένα διακοπτόμενο τόξο, από τον μακρινό βορρά έως τον νότο της Ευρώπης: Φινλανδία και Σουηδία· Ουκρανία, Μολδαβία και Λευκορωσία· Γεωργία, Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν· και τέλος η Κύπρος συν τη Σερβία, καθώς και πιθανώς πολλά άλλα βαλκανικά κράτη. Η συζήτηση για το νέο πλαίσιο θα πρέπει να ξεκινήσει εντός του ΝΑΤΟ, ακολουθούμενη από συζήτηση με τις ίδιες τις ουδέτερες χώρες, και στη συνέχεια επίσημες διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία.Η νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας θα απαιτούσε από τη Ρωσία, όπως και από το ΝΑΤΟ, να δεσμευτεί να συμβάλει στη διατήρηση της ασφάλειας της Ουκρανίας, της Γεωργίας, της Μολδαβίας και άλλων κρατών στην περιοχή. Η Ρωσία θα πρέπει να αποσύρει τα στρατεύματά της από αυτές τις χώρες με τρόπο που να μπορεί να επαληθευθεί. Μετά από αυτό, οι αντίστοιχες κυρώσεις στη Ρωσία θα αρθούν. Οι ουδέτερες χώρες θα διατηρούσαν τα δικαιώματά τους να συμμετέχουν σε πολυμερείς επιχειρήσεις ασφαλείας σε κλίμακα συγκρίσιμη με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και εκείνων των επιχειρήσεων που ενδέχεται να διευθύνονται από το ΝΑΤΟ. Θα μπορούσαν να σκεφτούν και να περιγράψουν τους εαυτούς τους ως Δυτικά κράτη (ή οτιδήποτε άλλο). Εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ίδιοι το επιθυμούσαν στο μέλλον, θα μπορούσαν να ενταχθούν στην Ε.Ε. Θα είχαν πλήρη κυριαρχία και αυτοδιάθεση με όλη τη σημασία της λέξης. Αλλά το ΝΑΤΟ θα αποφάσιζε να μην τους προσκαλέσει στη συμμαχία ως μέλη. Στην ιδανική περίπτωση, αυτά τα έθνη θα υποστήριζαν και θα προωθούσαν τα ίδια αυτή την ιδέα ως το πιο πρακτικό τρόπο για να διασφαλίσουν την ασφάλειά τους από την τρέχουσα κατάσταση ή οποιαδήποτε άλλη εύλογη εναλλακτική.
Η συγκεκριμένη πρόταση θα μπορούσε να αποτελέσει πλαίσιο διαλόγου και διαπραγμάτευσης, μια ευκαιρία, προκειμένου να καθίσουν οι δύο πλευρές στο τραπέζι, με στόχο να αποφευχθεί ένας πόλεμος που αναμένεται εδώ και μια 15ετία. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δε συνέβη.
Η συνεχής επέκταση του Οργανισμού Βορειοατλαντικού Συμφώνου αν δεν υπερεκτιμά τη δύναμη, τη συνοχή και την κοινότητα συμφερόντων και αξιών της Ευρωπαϊκής και της Αμερικανικής πλευράς του Ατλαντικού, συσκοτίζει το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ, από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα, αποτελεί μια συμμαχία μονόδρομης και όχι αμφίδρομης κατεύθυνσης, στον άξονα Δύσης-Ανατολής, υπό την σκέπη και την ηγεσία των Η.Π.Α, που πλήρωσε-γέμισε το κενό ασφάλειας στην μεταπολεμική Ευρώπη, μεταμορφώνοντας την ήπειρο σε αυτό που οι περισσότεροι άνθρωποι αποκαλούν «Δύση». Επτά και πλέον δεκαετίες μετά από την ίδρυσή της, η Συμμαχία του Βορείου Ατλαντικού βρίσκεται σε σημείο γεωγραφικού κορεσμού και πολιτικής υπερεπέκτασης. Το ΝΑΤΟ αποτελεί τον πυρήνα στρατιωτικά, πολιτικά, οικονομικά και θεσμικά συνδεδεμένων φιλελεύθερων κρατών, που περιβάλλεται από ομόκεντρους κύκλους: (1) τα ουδέτερα κράτη όπως η Σουηδία, η Φινλανδία, η Αυστρία, η Ιρλανδία κ.λπ, (2) μια ημιπεριφέρεια που αποτελείται από τα κράτη της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, και (3) μια εξωτερική περιφέρεια που οριοθετείται προς Νότο από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, και προς τα Ανατολικά από την Ευρώπη του Δνείπερου με δυτικό όριο τον ποταμό Προύθο.
Η βασική διαφορά σε επίπεδο στρατηγικής μεταξύ κρατών όπως η Φινλανδία, η Σουηδία, η Αυστρία και η Ιρλανδία από τη μια μεριά, και η Ουκρανία και η Γεωργία από την άλλη, είναι ότι οι πρώτες χώρες επιλέγουν σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση δίχως συμμετοχή στη Βορειοατλαντική Συμμαχία, ακολουθώντας μια πολιτική ουδετερότητας, ενώ οι δεύτερες προτάσσουν τη στρατιωτική συμμαχία (ΝΑΤΟ) και έπειτα την πολιτική και οικονομική ένωση (Ε.Ε), ή χρησιμοποιούν την Ε.Ε ως πρόσχημα προκειμένου να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ (Πολωνία κυρίως και δευτερευόντως Ουγγαρία), ή επιλέγουν ΝΑΤΟ χωρίς Ε.Ε («Δανίες και Νορβηγίες του Νότου»), αγνοώντας τη γεωγραφία τους. Οι διαδηλώσεις στο Κίεβο το 2013, με επίδικο τη σχέση Ε.Ε-Ουκρανίας, δεν θα είχαν αυτή την εξέλιξη δίχως το ΝΑΤΟϊκό υπόστρωμα και το ζήτημα των Σχεδίων Δράσης για Ένταξη στο ΝΑΤΟ του 2008 (MAP). Μέσα σε ένα χρόνο, η Μόσχα μετατόπισε τις κόκκινες γραμμές της, από τη μη συμμετοχή της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ στην προσπάθεια περιορισμού και ελέγχου της επιθυμίας του Κιέβου για στενότερους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς με την Ευρώπη. Μια απόφαση που αποτέλεσε σημείο καμπής, οδήγησε στη ταχεία επιδείνωση των σχέσεων ΝΑΤΟ-Ρωσσίας, στην επέμβαση της Μόσχας στο κράτος του Κιέβου, και στην σταδιακή στρατιωτικοποίηση του Ουκρανικού ζητήματος. Η αλλαγή της πολιτικής συμπεριφοράς της Ρωσσίας υπήρξε σταδιακή. Ξεκίνησε με απρόθυμη αποδοχή (προ 2008), συνεχίστηκε με απώθηση και pushback (2014), και κατέληξε σε εισβολή και backlash (2022).
Το ΝΑΤΟ δεν ήθελε να ακυρώσει την διακήρυξη του Βουκουρεστίου, μεταξύ άλλων, και για λόγους κύρους. Η ουδετερότητα ήταν στο χέρι της Ουκρανίας. Ωστόσο, η ένταξη στη Βορειοατλαντική Συμμαχία κατοχυρώθηκε στο σύνταγμα του κράτους. Το ΝΑΤΟ μπορεί να μην είναι ο κύριος λόγος για το ξέσπασμα του πολέμου στη χρονική κλίμακα των μικρών γεγονότων και της πολιτικής διαχείρισης, δηλαδή το έναυσμα, αλλά αποτέλεσε συστημικό παράγοντα που οδήγησε στον πόλεμο (III). Εάν το Ουκρανικό κράτος είχε επιλέξει Ε.Ε δίχως ΝΑΤΟ εξ αρχής, δηλαδή τον προσανατολισμό των ουδέτερων κρατών (Φινλανδία, Αυστρία, Σουηδία κ.λπ), θα είχε στερήσει από τη Μόσχα το επιχείρημα περί εγγυήσεων ασφάλειας της Ρωσικής Ομοσπονδίας σε ό,τι αφορά την Ουκρανία, και οποιαδήποτε κίνηση του Κρεμλίνου θα παρουσιαζόταν ως επεκτατική και επιθετική, δίχως να μπορεί να γίνει επίκληση άμυνας, προστασίας και ασφάλειας, του πληθυσμού στην Ανατολική Ουκρανία, από την πλευρά της Μόσχας.
Τα ευρωπαϊκά κράτη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, όπως και τα συνεργαζόμενα και δυνητικά συμμαχικά κράτη (π.χ Ουκρανία, Αφγανιστάν), οικοδόμησαν την ασφάλειά τους γύρω από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Ωστόσο, παρά τις ελπίδες και τις προσδοκίες, είναι δύσκολη και επικίνδυνη η συνεχής αγνόηση της πραγματικότητας. Μετά από τη Γεωργία, μια ακόμα χώρα που γέμισε με αμερικανοκίνητες ελπίδες και προσδοκίες, παροτρύνθηκε, εξαπατήθηκε και τελικά εγκαταλείφθηκε: η Ουκρανία. Δίχως βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι τοπικές ελίτ είναι άμοιρες ευθυνών απέναντι στο λαό τους. Τα κράτη αυτά δεν καταστρέφονται λόγω του Ευρωπαϊκού τους προσανατολισμού, αλλά εξαιτίας της κατεύθυνσής τους προς τον Ατλαντικό σε επίπεδο ασφάλειας (θυμάστε την αλήστου μνήμης φράση ‘Fuck the EU’;). Τόσο ο πόλεμος στη Γεωργία το 2008, όσο και αυτά που εξελίσσονται στην Ουκρανία από το 2014, σχετίζονται με τις εσωτερικές αντιθέσεις και τις συγκρούσεις συμφερόντων των Η.Π.Α και κεντρικών κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, σε συνάφεια με τις διμερείς τους σχέσεις με τη Μόσχα. Η Ουκρανία μπορεί να επιβιώσει είτε ως ουδέτερο κράτος μεταξύ ΝΑΤΟ και ΟΣΣΑ (III) είτε ως γέφυρα μεταξύ Ρ.Ο και Ε.Ε.
Μια προθυμία των κεντρικών κρατών της Ε.Ε υπό τις Η.Π.Α να διαπραγματευτούν στρατιωτική ουδετερότητα, δηλαδή τη μη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, σε συνδυασμό με παραχωρήσεις από την πλευρά της Ρ.Ο, ή να αποδεχθούν αν όχι μια περιορισμένη σφαίρα επιρροής της Μόσχας τουλάχιστον μια ζώνη ουδέτερων κρατών, παρόμοια με αυτή που είχε παρουσιάσει ο Michael O'Hanlon, και να αντιμετωπίσουν το κράτος της Ρωσσίας με σεβασμό, μέτρο και δίχως περιφρόνηση, θα μείωνε σημαντικά τις εντάσεις και θα έλυνε τα περισσότερα προβλήματα στον παλαιό οριζόντιο άξονα του 20ου αιώνα Ανατολής-Δύσης, προσφέροντας χρόνο, προκειμένου να εστιαστεί η προσοχή στον άξονα Βορρά-Νότου, δηλαδή τον κύριο άξονα της παγκόσμιας ιστορίας του 21ου και 22ου αιώνα (Τρίτο Μέρος).
Ο απώτερος στόχος απέναντι σε μια μεγάλη πυρηνική δύναμη είναι να μπορέσεις να επιτύχεις μια αξιοπρεπή ή τίμια ειρήνη και μια αποδεκτή ή ανεκτή συνεννόηση.
Δυστυχώς, όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, φαίνεται πως όλα αυτά έχουν τελειώσει, όχι μόνο γιατί έχουν λάβει χώρα στρατιωτικά τετελεσμένα γεγονότα επί του εδάφους του Ουκρανικού κράτους, αλλά και επειδή το ζήτημα δεν είναι απλώς η Ουκρανία καθαυτή. Ωστόσο, πρέπει να συνεχιστεί η εξέταση του γεωγραφικού και ιστορικού πλαισίου, και του πολιτικού υποβάθρου της τρέχουσας κρίσης, προκειμένου να περάσουμε στο Δεύτερο Μέρος και τις εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στο παρόν.
III
Φόβοι, αντίληψη απειλών και αίτια.
Ιστορική και γεωπολιτική κίνηση και μεταβολή σε επίπεδο ασφάλειας: ενοποίηση-πολυδιάσπαση-αναδιοργάνωση.
Οπωσδήποτε, η διεύρυνση-επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς αποτελεί συστημικό παράγοντα της διαμόρφωσης των πολεμικών συνθηκών που ζούμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ωστόσο, η θέση ότι «η Ρωσική Ομοσπονδία θεωρεί την διεύρυνση του ΝΑΤΟ ως υπαρξιακή απειλή για την ασφάλειά της», έχει καταντήσει απλώς μια συνεχώς επαναλαμβανόμενη αοριστολογία, ένα σύνθημα, γιατί δεν συγκεκριμενοποιείται τι ακριβώς είναι αυτό που προσλαμβάνει η Μόσχα ως απειλή, και αποφάσισε να διεξάγει την πρώτη εισβολή μεγάλης κλίμακας από τον πόλεμο στο Ιράκ μεταψυχροπολεμικά, εκτός Ευρώπης, και από τον δεύτερο παγκόσμιο μεταπολεμικά, εντός ευρωπαϊκών εδαφών.
Εάν μου ζητούσαν να ονοματίσω μια και μόνη αιτία για την πορεία της μετασοβιετικής Ρωσσίας, μετά από την επίμονη άρνησή μου να δώσω απάντηση, καθώς θεωρώ πως δεν αρκεί μια και μόνη αιτία, θα επέλεγα ως ρίζα την κατάρρευση και πολυδιάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης, σχεδόν εν μια νυκτί, και την επακόλουθη υποτίμηση και περιφρόνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, με το τελευταίο να προσδιορίζει ψυχική κίνηση. Φανταστείτε μέσα σχεδόν σε μια νύχτα να κατέρρεε η Βρετανική Αυτοκρατορία, να μετονομαζόταν σε Αγγλική Ομοσπονδία, το πολίτευμα να έπαυε να είναι Συνταγματική Κοινοβουλευτική Μοναρχία, και να ακολουθούσε η απόσχιση της Ουαλίας και της Σκωτίας. Και όλα αυτά, αμέσως μετά από το τέλος του Μεγάλου Πολέμου με τη Γερμανία νικήτρια, και τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες η Γερμανία να ταπείνωνε και να εξευτέλιζε την Αγγλία. Ωστόσο, δεν αρκεί μια και μόνη ρίζα. Χρειάζεται διεύρυνση του ιστορικού πλαισίου αρχικά, επιστροφή στην τελευταία τριαντακονταετία στη συνέχεια, και τέλος διεύρυνση της γεωγραφικής ματιάς, προκειμένου να φανεί με διαύγεια μια ιστορική και γεωπολιτική κίνηση.
Στην αρχή της ψυχροπολεμικής εποχής η Κεντρική Ευρώπη είχε καταλυθεί, μια ισχυρή και ενιαία Ανατολική Ευρώπη είχε γεννηθεί, και το σύνορο του Βόρειου Ατλαντικού βρισκόταν στις παρυφές της παλαιάς Κεντρικής Ευρώπης (1949). Λίγα χρόνια αργότερα, το μέτωπο θα επεκταθεί στις νότιες-τουρκικές ακτές του Εύξεινου (1952) και θα πατήσει πόδι στην πρώην Κεντρική Ευρώπη (1955). Στην αρχή της μεταψυχροπολεμικής εποχής, η δύναμη της Σοβιετικής Ρωσσίας είχε καταρρεύσει και η ΝΑΤΟϊκή Γερμανία είχε επανενωθεί. Εντός μιας δεκαετίας το σύνορο της ανασυσταμένης πλέον Κεντρικής Ευρώπης ηπειρωτικά, και του Βορείου Ατλαντικού διηπειρωτικά, είχε μεταφερθεί στις παρυφές της Ανατολικής Ευρώπης και στις νότιες-πολωνικές ακτές της Βαλτικής (1999). Στην αρχή της δεύτερης μεταψυχροπολεμικής περιόδου, το μέτωπο είχε επεκταθεί στο εσωτερικό της Ανατολικής Ευρώπης, στις ανατολικές ακτές της Βαλτικής και τις δυτικές-ευρωπαϊκές ακτές του Εύξεινου, στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία (2004). Κατά τη διάρκεια της Συνόδου του Βουκουρεστίου το 2008, διακηρύσσεται το εν δυνάμει ον «Μαύρη Θάλασσα ως ΝΑΤΟϊκή λίμνη», το οποίο εάν γινόταν εν ενεργεία ον θα περιελάβανε τις βόρειες-ουκρανικές και τις ανατολικές-γεωργιανές ακτές του Εύξεινου.
Στην κινούμενη εικόνα του χάρτη που ακολουθεί, μην εστιάσετε μόνο στην εντυπωσιακή μετακίνηση και επέκταση του εδαφικού συνόρου ανατολικά, αλλά και στο πως σταδιακά «κλείνει» και εξαφανίζεται ο Εύξεινος για τη Ρωσσία. Σε ό,τι αφορά την αποτύπωση του 1952, για λόγους μη απόσπασης της προσοχής του ματιού, έχω συμπεριλάβει όλα τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας ενώ κάτι τέτοιο δεν ισχύει, καθώς η πρώην Γιουγκοσλαβία αποτελούσε αναχωματικό κράτος-μαξιλάρι (buffer state) μεταξύ του Βορειοατλαντικού Συμφώνου και του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Μόλις καταλύθηκε η Σοβιετική Σφαίρα, σταδιακά, το αναχωματικό κράτος διαλύθηκε πολυδιασπαζόμενο και είχαμε την διείσδυση της ΝΑΤΟϊκής και Ευρωπαϊκής Σφαίρας, και την επέκταση του Γερμανικού πεδίου ισχύος και επιρροής. Ο τελευταίος χάρτης παρουσιάζει την κατάσταση όπως θα είχε εάν το εν δυνάμει ον «Εύξεινος Πόντος ως Κεντροευρωπαϊκή και Βορειοατλαντική λίμνη», που γεννήθηκε το 2008, είχε μετατραπεί σε εν ενεργεία. Έχω επιλέξει διαπεριφερειακό-υποκρατικό επίπεδο και όχι διακρατικό, προκειμένου να φανερώνεται καθαρότερα η μετωπική πορεία και η γραμμή κρούσης από τις παρυφές της Κεντρικής Ευρώπης εντός της Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και το σταδιακό κλείσιμο του Εύξεινου.
Αρχικά, η έμμεση σύγκρουση ΝΑΤΟ-Ρωσσίας, που δυνητικά μπορεί να μετεξελιχθεί σε άμεση, έχει ως πρώτο βασικό αίτιο, όχι γενικά και αόριστα την διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, αλλά ειδικά και συγκεκριμένα την πιθανότητα το εν δυνάμει διακηρυγμένο ον «Εύξεινος ως ΝΑΤΟϊκή λίμνη» (2008, 2014) να γίνει εν ενεργεία. Στην προ-ΝΑΤΟϊκή ιστορία τα προηγούμενα δεν αποτελούν παρά επανάληψη του Κριμαϊκού Πολέμου (1853-1856) και του Ρωσικού Εμφυλίου με τις εξωτερικές του επεμβάσεις (1917-1923), ειδικότερα του Παρευξείνιου μετώπου, δηλαδή ξανά Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Οι γεωγραφικές επαναλήψεις, οι ιστορικές αναλογίες και οι γεωπολιτικές επιστροφές, ευρύτερα οι γεωϊστορικοί κύκλοι, θέτουν πλαίσια κατανόησης και ερμηνείας, και μας προειδοποιούν. Η έμμεση σύγκρουση ΝΑΤΟ-Ρωσσίας δεν λαμβάνει χώρα επειδή η Μόσχα φοβάται την απόσταση από το Τάλιν ή τη Ρίγα, αλλά λόγω του κλεισίματος του Εύξεινου. Οι χώρες της Βαλτικής δεν έχουν γεωγραφικό βάθος, ενώ στα δυτικά τους βρίσκεται το Ρωσσικό έδαφος-θύλακας του Καλίνινγκραντ-Κένιγκσμπεργκ (γενέτειρα του Immanuel Kant), που συνορεύει με Πολωνία και Λιθουανία, μεταξύ των οποίων βρίσκεται και το πλέον αδύναμο τμήμα του ΝΑΤΟ (Suwałki Corridor). Εάν υπήρχε ανάλογο κλείσιμο και στη Βαλτική όπως στον Εύξεινο, μέσω της εγκατάλειψης της πολιτικής ουδετερότητας και μιας πιθανής συμμετοχής της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, τότε θα πυροδοτούνταν και το μέτωπο της Βαλτικής, εξέλιξη που ασφαλώς θα αποτελούσε τρομακτική κλιμάκωση.
Επιπλέον, έχουμε την επιταχυνόμενη μετακίνηση του συνόρου. Στα μέσα της πρώτης δεκαετίας της ψυχροπολεμικής εποχής (1955) το σύνορο του Βορείου Ατλαντικού βρισκόταν εντός του Γερμανόφωνου κόσμου, μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας, σε απόσταση περίπου 2000 χιλιομέτρων από τη Μόσχα. Στο τέλος της πρώτης φάσης της μεταψυχροπολεμικής εποχής (1999), η γραμμή κρούσης της Κεντρικής Ευρώπης και του Βόρειου Ατλαντικού είχε μεταφερθεί στο εσωτερικό του Σλαβόφωνου κόσμου, μεταξύ Πολωνίας και Λευκορωσίας κρατικά, δυτικών και ανατολικών Σλάβων γλωσσικά, σε απόσταση περίπου 1000 χιλιομέτρων από τη Μόσχα (Δυτικές Σλαβικές γλώσσες: Πολωνική, Τσεχική, Σλοβακική). Στην αρχή της δεύτερης μεταψυχροπολεμικής περιόδου (2004), το σύνορο του ΝΑΤΟ έφτασε περίπου 650 χιλιόμετρα από τη Μόσχα στην κατεύθυνση της Βαλτικής, ενώ το 2008 διακηρύχθηκε ότι μελλοντικά θα έφτανε σε απόσταση περίπου 750 χιλιομέτρων από τη Μόσχα στην κατεύθυνση του Εύξεινου (παρεμφερής είναι η απόσταση Αθήνας-Αλεξανδρούπολης). Από το 2014 και μετά έχουμε τη μεταφορά του μετώπου εντός της Ανατολικής γλωσσικής Σλαβικής σφαίρας (Ρώσσοι, Ουκρανοί, Λευκορώσσοι). Από αυτό το σημείο και ύστερα, ξεκινά η περίοδος της απώθησης και του pushback από πλευράς Ρωσσίας.
Νωρίτερα, την πρώτη δεκαετία της μεταψυχροπολεμικής εποχής (1991-1999) είχε προηγηθεί η πολυδιάσπαση τμήματος της Νότιας Σλαβόσφαιρας (Σερβοκροατική, Σλοβενική κ.λπ).
Συνοψίζοντας. Έχουμε δύο σημαντικά αίτια που απορρέουν από τον συστημικό παράγοντα της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς τα Ανατολικά: την μείωση της απόστασης ανάμεσα στα σύνορα του ΝΑΤΟ και της Ρωσσίας, και την διακηρυγμένη πιθανότητα το εν δυνάμει ον «Μαύρη Θάλασσα ως ΝΑΤΟϊκή λίμνη» να καταστεί εν ενεργεία ον.
Επιπροσθέτως, έχουμε μια συμπληρωματική και δευτερεύουσα ερμηνεία των εξελίξεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο, μετά από την επανένωση της Γερμανίας. Η μεταψυχροπολεμική εποχή στην Ευρώπη υπήρξε η περίοδος των Σλαβικών εμφυλίων πολέμων. Αρχικά των Νότιων Σλάβων ανατολικά της Αδριατικής, και στη συνέχεια των Ανατολικών Σλάβων βόρεια του Εύξεινου. Οι εμφύλιοι από γλωσσική σκοπιά αυτοί πόλεμοι, εξελίχθηκαν παράλληλα με την ενοποίηση του Λατινογενούς γλωσσικά και του ηπειρωτικού Γερμανόφωνου κόσμου, και την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική ενσωμάτωση της Δυτικής γλωσσικής Σλαβόσφαιρας ― κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι το 1968 στη Τσεχία της ψυχροπολεμικής περιόδου του διπολικού συστήματος, αποτέλεσε προοίμιο των Σλαβικών εμφυλίων που θα λάμβαναν χώρα στη μεταδιπολική Ευρώπη.
Πέραν των γλωσσοκεντρικών κριτηρίων, η ενοποίηση της Ευρώπης του Ρήνου, η ανασύσταση της Κεντρικής Ευρώπης, και η επέκταση της ΝΑΤΟϊκής σφαίρας, εξελίσσονται παράλληλα με την πολυδιάσπαση και την αναδιοργάνωση της Νοτιοανατολικής Ευρώπης με ακτές στην Αδριατική, και τις συγκρούσεις στην Ανατολική Ευρώπη των βορείων ακτών του Εύξεινου.
Μέσω μιας περισσότερο διευρυμένης και λιγότερο ευρωκεντρικής ματιάς, από πλευράς στρατιωτικών συμμαχιών και δομών ασφάλειας, η κίνηση κατά την τριαντακονταετία από το τέλος του διπολικού συστήματος μέχρι σήμερα (1992-), στις περιοχές της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και της Κεντρικής Ασίας, μεταξύ του Οργανισμού Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ) και του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας (ΟΣΣΑ), έχει ως εξής:
Όλες οι δυνάμεις συγκλίνουν προς τον ποταμό αίματος που ονομάζεται Δνείπερος, και το ιστορικό θυσιαστήριο που είναι η λεκάνη απορροής του.
~
Γέφυρα:
Η λεκάνη απορροής του Δνείπερου αποτελεί ιστορικό θυσιαστήριο
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής δεν είναι διατεθειμένες να εμπλακούν άμεσα σε πόλεμο στον άξονα Εύξεινος-Δνείπερος και στη λεκάνη απορροής του, και πολύ καλά κάνουν (γιατί είναι διαφορετικό πράγμα μια αυτόβουλη απόφαση για πόλεμο απ' ό,τι είναι ο εξαναγκασμός της συμμετοχής σου σε αυτόν). Αναφερόμαστε χονδρικά στα ευρύτερα εδάφη της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας, τα οποία αποτελούν βωμό και θυσιαστήριο εκατομμυρίων ανθρώπων, όπως αποδεικνύουν μεγάλοι ευρωπαϊκοί πόλεμοι και διδάσκει η ιστορία. Ενδεικτικά: Μάχες του Σμολένσκ (1812, 1941-43). Κριμαϊκός (1853-56). Μια από τις πλέον θανατηφόρες επιθέσεις στην ανθρώπινη ιστορία: Brusilov offensive (1916). Ρωσσικός εμφύλιος, εξεγέρσεις και πόλεμοι ανεξαρτησίας, εξ. επεμβάσεις, διακρατικός πόλεμος, όλα σε μια πενταετία (1917-23). Η μεγαλύτερη αρματομαχία στην ιστορία, η μάχη του Κουρσκ, έλαβε χώρα στα όρια της λεκάνης απορροής του Δνείπερου (1943), αποτελώντας τμήμα μιας από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου: της μάχης του Δνείπερου (Αύγουστος-Δεκέμβριος 1943). Δύο χρόνια νωρίτερα, το 1941, είχε προηγηθεί η μάχη του Κιέβου, που διήρκεσε δυόμισι μήνες και άνοιξε τον δρόμο για τις τρεις μάχες του Χαρκόβου, στα σημερινά σύνορα Ουκρανίας-Ρωσσίας, και για τη μάχη του Ροστόφ στη συνέχεια, η οποία με τη σειρά της άνοιξε την πύλη του Καύκασου, για να καταλήξουν όλα στην αποκορύφωση της μάχης του Στάλινγκραντ. Η πορεία που περιγράφεται στην τελευταία πρόταση, δηλαδή από το Κίεβο μέχρι το παλαιό Στάλινγκραντ και σημερινό Βόλγκογκραντ, φαίνεται στον χάρτη (επιπλέον, παρατηρείστε επί της διαδρομής την τοποθεσία του Donetsk και δευτερευόντως του Luhansk).
Η Οδησσός και το Κίεβο στην έναρξη του πολέμου τόσο το 1914 όσο και το 1941, ήταν πίσω από τη γραμμή του μετώπου. Προς τα τέλη Αυγούστου του 1941 Γερμανικά στρατεύματα προσέγγιζαν το Κίεβο, και στις αρχές του ίδιου μήνα Ρουμανικά και Γερμανικά την Οδησσό. Σήμερα, αυτό συμβαίνει με τα Ρωσσικά στρατεύματα. Υπό αυτή την έννοια, λόγω των διευρύνσεων-επεκτάσεων του ΝΑΤΟ, η Ρωσσία βρίσκεται σε μειονεκτική θέση συγκριτικά με την έναρξη τόσο του πρώτου όσο και του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
~ . ~
Δεύτερον Μέρος
Το Παρόν του παρελθόντος
IV
Ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας
Όπως είναι ιστορικά λογική και στρατηγικά προβλέψιμη η πορεία από την επανένωση της Γερμανίας αρχικά, στην ανασύσταση της κεντρικής Ευρώπης στη συνέχεια, και την επέκταση του πεδίου ισχύος και επιρροής της στην Ανατολική Ευρώπη, να καταλήξει σε επανάκαμψη και επαναβεβαίωση της ισχύος της Ρωσσίας, έτσι πολιτικά λογικός και στρατηγικά προβλέψιμος είναι ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας.
Ασφαλώς, η διακήρυξη ενός επανεξοπλισμού αποτελεί εν δυνάμει ον, ενώ ο επανεξοπλισμός ως πραγματικότητα είναι ενεργεία ον. Η διακήρυξη αποτελεί δημόσια κοινοποίηση βούλησης. Η πραγματοποίηση απαιτεί χρήμα και χρόνο.
Ωστόσο, ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας καθαυτός δεν ξαφνιάζει εάν κάποιος δώσει σημασία στην πορεία:
Ενοποίηση (Γερμανίας), ανασύσταση (Κεντρικής Ευρώπης), επέκταση (ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη), επαναβεβαίωση και εισβολή (Ρωσσίας), επανεξοπλισμός και επιστροφή (Γερμανίας).
Σε αυτή την αρχική φάση, φαίνεται σε αρκετούς ως μια ήπια εξέλιξη άξια υποτίμησης (απλώς η Γερμανία θα κάνει ό,τι κάνει η Βρετανία και η Ελλάδα: όριο του 2% για τις εθνικές αμυντικές δαπάνες), όμως μια τέτοια εκτίμηση είναι ανάλαφρη, μη εντάσσοντας τις εξελίξεις σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Άλλωστε, όπως προείπαμε, και η πορεία της Ρωσσίας ξεκίνησε με απρόθυμη αποδοχή, συνεχίστηκε με απώθηση και pushback και κατέληξε σε στρατιωτική εισβολή και backlash.
Εντούτοις, όπως ένας ιστορικά και πολιτικά νοήμων άνθρωπος δεν θα έτρεφε ρεαλιστικές ελπίδες και προσδοκίες ότι η Μόσχα θα επέτρεπε να μετατραπεί η Μαύρη Θάλασσα σε ΝΑΤΟϊκή λίμνη, και να περάσει σχεδόν ολόκληρη η Ανατολική Ευρώπη υπό τον έλεγχο της Κεντρικής Ευρώπης και του Βόρειου Ατλαντικού, εντασσόμενη πλήρως στη ΝΑΤΟϊκή Σφαίρα, έτσι δεν είναι δυνατόν να πιστεύει ότι το Βερολίνο θα επιτρέψει να αποκοπεί η Κεντρική από την Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Μετά από την Ουκρανία ο δρόμος μέχρι τις Άλπεις και την Αδριατική είναι ουσιαστικά ανοιχτός, καθώς Σλοβακία, Ουγγαρία και Σλοβενία είναι στρατιωτικά ανύπαρκτες. Τούτο σημαίνει, δυνητικά, τον χωρισμό της Κεντρικής από την Νοτιοανατολική Ευρώπη, δηλαδή την αποκοπή του Γερμανόφωνου κόσμου από την Αδριατική και τον Εύξεινο. Από εκεί και μετά ανοιχτός είναι και ο δρόμος για τα Στενά, μέσω της κατεύθυνσης Ουκρανίας-Ρουμανίας, η οποία έλυσε τόσο το επισιτιστικό όσο και το ενεργειακό ζήτημα της Γερμανίας κατά τη διάρκεια των πολέμων. Τα αμέσως προηγούμενα είναι copy-paste Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, όχι βέβαια όπως τον διδαχθήκαμε μέσα από τις Βρετανικές και Γαλλικές εθνικές ιδεολογίες και ιστοριογραφίες.
Στον χάρτη που ακολουθεί, με κίτρινο χρώμα είναι οι διοικητικές διαιρέσεις της Ουκρανίας (π.χ Oblasts) στο δυτικό της τμήμα, και με βαθύ μπλε αυτές των υπολοίπων κρατών. Το δυτικότερο κίτρινο τμήμα της Ουκρανίας είναι η Ρουθηνία των Καρπαθίων. Έχω επιλέξει και σε αυτό το χάρτη υποκρατικό επίπεδο, και όχι διακρατικό, προκειμένου να φανερώνεται διαυγέστερα η πορεία από τις δυτικές περιοχές της Ουκρανίας προς την Αδριατική και τα Στενά.
Βέβαια, η Ρωσική Ομοσπονδία δεν πάει τόσο μακριά. Αυτό που υποτίθεται πως θέλουν οι Ρώσσοι, ή τέλος πάντων αυτό που ήθελαν πριν από την εισβολή, είναι ο Καύκασος και η Ευρώπη του Δνείπερου, δηλαδή η Ευρώπη των Ανατολικών Σλάβων, να αποτελούν είτε ουδέτερη ζώνη-περιοχή αποτελούμενη από αναχωματικά κράτη (buffer states), ή περιοχή δικής τους ευθύνης κ.λπ (τα πράγματα αυτά ήταν προς διαπραγμάτευση πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, γι' αυτό και η πρόταση του Michael O'Hanlon είχε αξία και σημασία). Με απλά κρατοκεντρικά λόγια, μιλάμε για τα κράτη της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας ―δευτερευόντως και της Μολδαβίας― στην Ευρώπη, και της Γεωργίας, της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν στον Καύκασο (η ρωσσική επιρροή επί του οποίου μπορεί να ατονίσει μεσομακροπρόθεσμα).
Ωστόσο, ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας δεν προκύπτει απλώς λόγω της αντίδρασης των Ρώσσων στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά και εξαιτίας των απαιτήσεων που έχουν οι Αμερικανοί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με απώτερη στόχευση:
την επανεξισορρόπηση των ευθυνών στο πλαίσιο της διατλαντικής σχέσης ασφάλειας μέσω της ενίσχυσης της αυτάρκειας των κρατών μελών της Ε.Ε σε θέματα άμυνας, προκειμένου να μειωθεί η επιβάρυνση των Η.Π.Α... οι σύμμαχοι και οι εταίροι του ΝΑΤΟ, καθώς και η Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να καταβάλλουν μεγαλύτερες συλλογικές προσπάθειες για να ανταποκριθούν σε εύλογες προσδοκίες ως αξιόπιστοι και ισότιμοι διατλαντικοί εταίροι που είναι ικανοί και πρόθυμοι να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και να διαχειριστούν κρίσεις σε χώρες της γειτονίας τους, πρωτοστατώντας παράλληλα όταν είναι απαραίτητο, αλλά σε στενό συντονισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες
Η Αμερικανική αποτυχία αποτροπής της Ρωσσικής εισβολής στην Ουκρανία επιτάχυνε την πορεία προς τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας. Στο Βερολίνο ασκούνται πιέσεις τόσο σε εδαφικό, διακρατικό και περιφερειακό επίπεδο από τη Μόσχα, όσο και σε διηπειρωτικό διατλαντικό ενδο-ΝΑΤΟϊκό από την Ουάσιγκτον.
Παρεμφερείς πολύπλευρες εξωγενείς πιέσεις, ενισχύουν πορείες ενοποίησης, επαναβεβαίωσης και ανάδυσης ηγεμονικών δυνάμεων.
V
Η Αμερικανική αποτυχία αποτροπής, η στρατηγική της Ρωσσίας και η αντίδραση των Η.Π.Α
Η αποτροπή (deterrence), έτσι όπως έχει οριστεί και εκλεπτυνθεί μεταπολεμικά, αποτελεί μια στρατηγική που έχει ως στόχο να μεταβάλλει τη βούληση και να επηρεάσει τις αποφάσεις της αντίπαλης πλευράς χωρίς πόλεμο, με απώτερο στόχο τη διατήρηση του status quo, την εγγύηση της ειρήνης, ή τη διασφάλιση ότι η διπλωματία, και όχι ο πόλεμος, θα αποτελεί μέθοδος επικοινωνίας, διαπραγμάτευσης και αλλαγής στις διεθνείς σχέσεις. Ο στόχος της αποτροπής ως στρατηγικής επιλογής είναι η αποτροπή είτε του πολέμου είτε ενός τετελεσμένου γεγονότος (fait accompli). Η έναρξη του πολέμου συνιστά την αποτυχία της αποτροπής και την πιθανότητα αποτυχίας τής συνολικά ως στρατηγικής.
Η Αμερικανική αποτροπή απέτυχε, και η Ρωσσία όχι μόνο έχει δημιουργήσει τετελεσμένο γεγονός (fait accompli) αλλά επιπλέον έχει επιβάλλει αποτροπή επί Ουκρανικού εδάφους.
Η Μόσχα δεν πολεμάει απλώς στρατεύματα αλλά μια στρατηγική. Οι Ρώσσοι δεν ενδιαφέρονταν να έρθουν σε σύγκρουση με τις ΝΑΤΟϊκές στρατιωτικές δυνάμεις, αλλά να νικήσουν τη στρατηγική του ΝΑΤΟ, δημιουργώντας τετελεσμένο γεγονός, και παρακάμπτοντας-αδρανοποιώντας την αποτρεπτική δύναμή του. Και τα κατάφεραν. Σε περίπτωση που δεν έχει γίνει αντιληπτό, για πρώτη φορά μετά από 70+ χρόνια ζωής το ΝΑΤΟ έπαψε να λειτουργεί αποτρεπτικά (εξ ου και οι Αμερικανοί έπρεπε να φωνάξουν πολύ δυνατά και πολλές φορές «Θα υπερασπιστούμε κάθε εκατοστό εδάφους του ΝΑΤΟ»), για αρκετό χρονικό διάστημα ώστε οι Ρώσσοι να δημιουργήσουν μια συνθήκη διλήμματος, στην οποία Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ηγέτες του ΝΑΤΟ θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ μιας σκληρής στρατηγικής ήττας, δηλαδή την έκρηξη πολέμου ευρείας κλίμακας στην Ευρώπη, και της διευθέτησης του ζητήματος της Ουκρανίας. Η εισβολή χρησιμοποιήθηκε για να επιβληθεί αυτό το δίλημμα. Τέλος, οι Ρώσσοι μετέφεραν το βάρος της απόφασης για κλιμάκωση στην πλευρά του ΝΑΤΟ, εφόσον υπάρξει απόφαση για αντιστροφή του τετελεσμένου γεγονότος που δημιούργησαν στο έδαφος της Ουκρανίας.
Όλα όσα ακούτε, βλέπετε και διαβάζετε καθημερινά (π.χ ζώνη απαγόρευσης πτήσεων, αποστολή μαχητικών αεροσκαφών, δημιουργία ουδέτερης ανθρωπιστικής ζώνης, αποστολή ειρηνευτικού εκστρατευτικού σώματος του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία κ.λπ), είναι ιδέες που αιωρούνται στο πλαίσιο προσπάθειας είτε οικοδόμησης μιας νέας αποτροπής, εφόσον η προηγούμενη απέτυχε, είτε κλιμάκωσης. Οι ηγεσίες του ΝΑΤΟ δεν έχουν αποφασίσει πως θα απαντήσουν στο δίλημμα. Ουσιαστικά, τα όπλα πιέζουν για πολιτικές αποφάσεις και για ανάληψη διπλωματικών πρωτοβουλιών. Κάθε κλιμάκωση στο εσωτερικό της Ουκρανίας από Ρωσσικής πλευράς, πέρα από την αποκόμιση κάποιου στρατηγικού οφέλους σε τοπικό επίπεδο (π.χ ακτή Εύξεινου), αποτελεί μοχλό πίεσης προκειμένου να υπάρξει απάντηση από το εξωτερικό στο δίλημμα που έχει επιβληθεί.
Τα στρατεύματα και τα όπλα είναι το μέσο, με τον πόλεμο να αποτελεί έσχατη μορφή επικοινωνίας.
Κάτι που καταδεικνύει τη σοβαρότητα των προθέσεων της Μόσχας, και την ετοιμότητά της να αφήσει τα λόγια και να περάσει στις πράξεις, ακόμη κι αν αυτό έχει κόστος και τίμημα αίματος. Και υπογραμμίζει το λόγο που δεν πρέπει να υποτιμάται η διπλωματία. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, εκτός από αποτυχία της Αμερικανικής αποτροπής αποτελεί και ήττα της Αμερικανικής διπλωματίας, η οποία υποτιμήθηκε ως εργαλείο διακρατικής πολιτικής και επικοινωνίας, μέσω της μονομερούς χρήσης στρατιωτικής ισχύος την περίοδο Μπους, και πληγώθηκε σοβαρά στη συνέχεια από την προεκλογική αντιπαράθεση Κλίντον-Τραμπ (προσέξατε τον τίτλο του βιβλίου του William J. Burns;).
Τι θα μπορούσαν να είχαν κάνει διαφορετικά οι Η.Π.Α πριν από την εισβολή: Από τη σκοπιά του επιφανειακού ιστορικά και σύντομου χρονικά επιπέδου, η Ρωσσία δεν θα είχε επιχειρήσει εισβολή στην Ουκρανία δίχως το Αμερικανικό και ενδοΝΑΤΟϊκό μπάχαλο στο Αφγανιστάν, και τις επακόλουθες επιπτώσεις αυτής της μονομερούς επιλογής, η οποία έπρεπε να είχε γίνει νωρίτερα, οργανωμένα και σε συνεννόηση, ήδη από την περίοδο Ομπάμα, αλλά τα εσωτερικά και υπερεθνικά βαρίδια πίεζαν για το αντίθετο, συμβάλλοντας καθοριστικά στη σημερινή κατάσταση του Αμερικανικού κράτους (επί τουλάχιστον μια δεκαετία τρεις Αμερικανοί Πρόεδροι προσπαθούσαν να βγάλουν τις Η.Π.Α από τον βούρκο του Αφγανιστάν: Ομπάμα, Τραμπ, Μπάιντεν). Στο τέλος, η αποχώρηση έγινε με έναν τρόπο που αποκάλυψε και φανέρωσε πολλά, τόσο για τις προθέσεις όσο και για την κατάσταση του Αμερικανικού κράτους. Αυτό ασφαλώς δεν είναι «αίτιο», αλλά αποτελεί έναν ακόμα κρίκο σε μια σειρά γεγονότων, λειτουργώντας ως σημάδι και έναυσμα (έχουν εξεταστεί βήμα-βήμα τέτοιοι «κρίκοι» σε σειρά κειμένων για τις Η.Π.Α με χαρακτηριστικότερο τίτλο: Οι πράξεις έχουν συνέπειες). Διότι είναι η αδυναμία των Η.Π.Α, και όχι η δύναμη, που τροφοδοτεί και προκαλεί την κίνηση κρατών. Βέβαια, ένα διαφορετικό Αμερικανικό φαίνεσθαι και είναι στο Αφγανιστάν, δεν θα αποτελούσε λύση του ζητήματος της Ουκρανίας. Απλώς η εισβολή πιθανώς να μην συνέβαινε τώρα, εξέλιξη που δεν θα ήταν άνευ ουσίας, καθώς ο χρόνος ούτε ουδέτερος είναι ούτε κυλάει με τον ίδιο τρόπο για όλα τα κράτη. Επιπλέον, ο χρόνος αποτελεί διπλωματικό χαρτί, καθώς όταν δεν βρίσκεις απολύτως κανένα κοινό σημείο επαφής και συμφωνίας, ως έσχατη λύση επιλέγεις να διαπραγματευτείς χρόνο (π.χ moratorium, σύμφωνο μη επίθεσης κ.λπ). Ωστόσο, το πρόβλημα είναι βαθύτερο και παλαιότερο: Τόσο στη Συρία όσο και στο Αφγανιστάν, παρόλο που αποτελούν διαφορετικές μεταξύ τους περιπτώσεις, το κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής δεν μπόρεσε ούτε να προασπίσει το δίκαιο ούτε να επιβεβαιώσει την ισχύς του. Το ίδιο επαναλαμβάνεται τώρα. Στην Ουκρανία οι Η.Π.Α ομολογούν ξανά με τις πράξεις τους πως ούτε να προασπίσουν το δίκαιο (και να επιβάλλουν τον νόμο) ούτε να επιβεβαιώσουν τη δύναμή τους μπορούν.
Η συνεισφορά οπλικών συστημάτων, πληροφοριών και διπλωματικής υποστήριξης στην πλευρά του Κιέβου από τα δυτικά, αποτελούν στοιχεία που παραπέμπουν σε έναν περιφερειακό πόλεμο που περιορίζεται σε υποκρατικό επίπεδο στο εσωτερικό των εδαφικών ορίων του Ουκρανικού κράτους. Από τη σκοπιά του είδους του πολέμου, λοιπόν, η Ουκρανία είναι για την Ανατολική Ευρώπη ό,τι ήταν η Συρία για τη Μέση Ανατολή, και η Λιβύη για τη Βόρεια Αφρική.
Πως αντιδρούν οι Η.Π.Α μετά από την εισβολή: Επειδή απέτυχαν να αποτρέψουν μια Ρωσσική εισβολή στην Ουκρανία, οι Αμερικανοί απαντούν, κατόπιν εορτής και καταστροφής, με τον εξής τρόπο: εκτοξεύουν τα κόστη για τη Μόσχα προκειμένου 1. να καταρρεύσει η εκτίμηση κόστους-οφέλους που έχουν κάνει οι αρχές και η ηγεσία στο Κρεμλίνο πριν από την εισβολή (εξέλιξη που θα μπορούσε να εξωθήσει σε επαναπροσδιορισμό στόχων, όχι μόνο αμυντικά, όπως πιστεύεται, αλλά και πιο επιθετικά, ως τρόπο-μηχανισμό αντιστάθμισης υπερβάλλοντος κόστους και ζημιών), και 2. να καλύψουν την αδυναμία της Αμερικανικής ηγεσίας και την αποτυχία των Η.Π.Α, και να αντιστρέψουν την πολιτική ροή του χρόνου ώστε να κυλάει εις βάρος της Ρωσσίας. Όμως αυτό δεν είναι αποτροπή. Δεν υπάρχει αποτροπή αναδρομικά και κατόπιν εισβολής (ex post facto). Κάτι που καταλαβαίνουν στο πετσί τους από πρώτο χέρι οι άνθρωποι στην Ουκρανία. Ουσιαστικά, η τιμωρία και τα αντίποινα αποτελούν μέρος μιας υπό διαμόρφωση νέας αποτροπής, μετά από την αποτυχία της προηγούμενης, μέχρι να υπάρξει απόφαση για κλιμάκωση, και εφόσον αυτή είναι θετική, για το είδος της, που εκ των πραγμάτων σημαίνει στρατηγική ήττα, δηλαδή πόλεμο ευρείας κλίμακας στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Υπάρχουν δύο είδη αποτροπής: μέσω τιμωρίας και μέσω άρνησης. Παραδείγματος χάριν, ένα κράτος αποσκοπεί στο να πείσει τον αντίπαλο ότι μια επίθεση είναι τόσο μάταια, ή τόσο απίθανο να πετύχει, που δεν αξίζει καν την προσπάθεια: αποτροπή μέσω άρνησης. Ή μια χώρα προσπαθεί να πείσει τους αντιπάλους της, ότι η επικράτησή τους θα έχει τόσο μεγάλο κόστος, που θα αποτελεί μια Πύρρειο νίκη, δηλαδή μια νίκη μόνο κατ' όνομα λόγω τρομακτικών απωλειών: αποτροπή μέσω τιμωρίας. Κοινό σημείο και των δύο, είναι η προσπάθεια να πείσεις τον αντίπαλο, εξ ου και έχει σημασία η αξιοπιστία και η δύναμη της πειθούς, ο πρότερος έντιμος βίος, και γενικότερα να σε παίρνουν στα σοβαρά επειδή τα λόγια και οι δεσμεύσεις σου έχουν βαρύτητα, δηλαδή να θεωρείται αυτονόητο ότι θα υπερασπιστείς κάθε εκατοστό εδάφους του ΝΑΤΟ, δίχως να χρειάζεται να το επαναλαμβάνεις επειδή δεν πείθεις. Η αποτροπή μέσω τιμωρίας βασίζεται στο φόβο, υπονοεί την απειλή χρήσης βίας, στρέφεται κατά των πόρων που σχετίζονται με τους πολίτες, αυξάνοντας την πίεση στον αντίπαλο εσωτερικά (παραπέμποντας ουσιαστικά στις προσπάθειες αλλαγής καθεστώτος), ενώ η αποτροπή μέσω άρνησης στρέφεται κατά των στρατιωτικών δυνατοτήτων προκειμένου να αρνηθεί, δηλαδή να στερήσει, την επιτυχία στον αντίπαλο μέσω της χρήσης ενεργητικών και παθητικών μέτρων άμυνας.
Τα οικονομικά πυρομαχικά των κυρώσεων, που υπονομεύουν την τρέχουσα νομισματική τάξη, εξαντλούνται γρήγορα, και έχουν νόημα όταν μια διεθνής τάξη παραμένει στιβαρή και ασάλευτη, όχι όταν κλονίζεται. Επίσης, όσο πιο ψηλά είσαι τόσο πιο απότομα και δυναμικά πέφτεις. Σε ό,τι αφορά τους Ρώσσους, εάν επιθυμούν να ελέγχουν την πολιτισμική τους κοιτίδα και πρωτεύουσα, έμμεσα ή άμεσα, θα πρέπει να είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν το ανάλογο τίμημα (αποκοπή από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT, διακοπή του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2, πίεση για απαγόρευση της αγοράς ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, αποκλεισμούς, διώξεις κ.λπ). Άλλωστε η οικονομία υποτάσσεται στην πολιτική, και όχι το αντίστροφο, σε συνθήκες κρίσης.
Το πιο γνωστό παράδειγμα αποτροπής στην ανθρώπινη ιστορία, είναι οι ατομικοί βομβαρδισμοί στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι της Ιαπωνίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, με στόχο τη μαζικής κλίμακας καταστροφή και θανάτωση πολιτών. Αποτελεί την αρχετυπική μορφή της λεγόμενης πυρηνικής αποτροπής, καθώς και τα θεμέλια, δηλαδή τα ερείπια, πάνω στα οποία οικοδομήθηκε η Διεθνής Τάξη Πραγμάτων υπό Αμερικανική ηγεσία στην Ασία του Ειρηνικού.
~
VI
Ο πλανήτης Γη ως μια και μόνη νόμιμη σφαίρα επιρροής, το τέλος της ιστορίας, η αιώνια ειρήνη και το δίκαιο ως παγωμένη ιστορία
Μια νέα πλανητική τάξη, δίχως πόλεμο, θα απαιτούσε τη μείωση των προνομίων και της εξουσίας που απολαμβάνουν και ασκούν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, καθώς διεκδικούν την αποκλειστικότητα του προνομίου και του δικαιώματος να παρεμβαίνουν μόνο αυτές οπουδήποτε στον πλανήτη. Στην πράξη, έχοντας διευρύνει και παγκοσμιοποιήσει το Δόγμα Μονρόε (Monroe Doctrine), θεωρούν πως υπάρχει μόνο μια νόμιμη σφαίρα επιρροής, που είναι Αμερικανική: ο πλανήτης Γη. Επιπροσθέτως, οι Η.Π.Α καλύπτουν την πολιτική πραγματικότητα της μιας και μόνης νόμιμης Αμερικανικής Ηγεμονικής Σφαίρας, πίσω από τον λόγο (discourse) περί φιλελεύθερης διεθνούς τάξης βασισμένης σε κανόνες (liberal rules-based international order), στο πλαίσιο υποτίθεται των αρχών του διεθνούς δικαίου, δίχως να αναγνωρίζουν τη διαφορά και την απόσταση που χωρίζει ένα δίκαιο που υποτίθεται πως ισχύει για όλα τα κράτη ονομαστικά, από την πολιτική πραγματικότητα που ζουν οι περισσότερες χώρες στην πράξη.
Η ιστορία, βέβαια, ερχόμενη σε αντίθεση με το δίκαιο, επιβεβαιώνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παραβίασαν αυτές τις αρχές όποτε το έκριναν σκόπιμο, όπως συνέβη με τις στρατιωτικές επεμβάσεις στο Βιετνάμ στην Ανατολική Ασία και το Ιράκ στη Μέση Ανατολή, με τις στρατιωτικές αποστολές και τους Νατοϊκούς βομβαρδισμούς κατά της π. Γιουγκοσλαβίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με την υποβοηθούμενη ανατροπή του Muammar Gaddafi στη Λιβύη και την προσπάθεια ανατροπής του Bashar al-Assad και αλλαγής καθεστώτος στη Συρία, με κεκαλυμμένες επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν οι μυστικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων στρατιωτικών πραξικοπημάτων σε κράτη όπως το Ιράν, και ασφαλώς, τέλος, με την υπεράσπιση και την προστασία των συμμάχων τους, όταν διαπράττουν παραβιάσεις των κανόνων του διεθνούς δικαίου, όπως είναι η απόκτηση και ο έλεγχος της Δυτικής Όχθης και η προσάρτηση των Υψιπέδων του Γκολάν από το Ισραήλ, και η εισβολή και κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου από την Τουρκία.
Η ερμηνεία και η αιτιολόγηση, ανεξάρτητα από την όποια δικαιολόγηση, της παραβίασης του διεθνούς δικαίου από τις Η.Π.Α, τουλάχιστον μεταψυχροπολεμικά, δεν είναι δύσκολη (άλλωστε το ζήτημα είναι να μην παραβιάζουν όλοι, ή οι άλλοι, οι υπόλοιποι το διεθνές δίκαιο, γιατί θα μετατραπεί ο πλανήτης σε πολιτική ζούγκλα). Από τη στιγμή που έπαψε να υπάρχει αξιόπιστος πυρηνικός εξισορροπιστής, οι Αμερικανοί επιδίωξαν να κινήσουν την ιστορία με τις δικές τους δυνάμεις.
Η ειρήνη μπορεί να γίνει αντιληπτή ως αποκρυστάλλωση των συσχετισμών που προκύπτουν από τον πόλεμο, όπως το δίκαιο μπορεί να γίνει αντιληπτό ως παγωμένη ιστορία. Υπό αυτή την οπτική, είναι κατανοητές οι αντιλήψεις περί αιώνιας ειρήνης και τέλους της ιστορίας. Κάθε μεγάλη δύναμη, μόλις βρεθεί στο απόγειο και τον κολοφώνα της ισχύος και της δόξας της, επιθυμεί να τελειώσει η ιστορία και να επικρατήσει η ειρήνη: επιθυμεί τη δική της Pax. Οι λατινόφωνοι Ρωμαίοι στα τελειώματά τους πολεμούσαν για την ειρήνη, δηλαδή για να σταματήσει να κινείται η ιστορία, για να βρεθεί εκείνο το περίφημο τελευταίο σύνορο που θα παγιώσει την ειρήνη και θα παγώσει την ιστορία (το οποίο ασφαλώς ποτέ δεν βρίσκεται), ενώ στην απαρχή τους πολεμούσαν προκειμένου να κινήσουν οι ίδιοι τους τροχούς της ιστορίας. Το παρελθόν (και ο Τολστόι) διδάσκει ότι μόλις προβάλουν στον ορίζοντα οι επαναστάσεις, οι εμφύλιοι, οι κατακτήσεις και οι πόλεμοι, αρχίζει να κινείται η ιστορία, και καμία μεγάλη δύναμη δεν κατόρθωσε να σταματήσει την κίνησή της, εγκαθιδρύοντας Αιώνια Ειρήνη.
VII
Η αντίδραση της Ε.Ε και η αρχή του τέλους του μεταπολεμικού κόσμου
Η αντίδραση των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ασφαλώς και φανερώνει αδυναμία, δεν σχετίζεται αποκλειστικά με στάθμιση κόστους-οφέλους αλλά με την επίτευξη πολιτικών στόχων, ορισμένοι εκ των οποίων είναι (1) η τιμωρία και η αποτροπή της Ρωσικής Ομοσπονδίας (2) η απόκρυψη της αδυναμίας απάντησης με χρήση σκληρής ισχύος, διότι αυτή τη στιγμή, από ευρωπαϊκής πλευράς, δεν υπάρχουν ούτε οι ετοιμοπόλεμες συμβατικές δυνάμεις, ούτε η οργάνωση, ούτε η αποφασιστικότητα για πόλεμο με τη Ρωσσία, (3) η νομιμοποίηση του σταδιακού επανεξοπλισμού της Γερμανίας, (4) η εμβάθυνση της Ε.Ε σε επίπεδο άμυνας με «την ενίσχυση του διατλαντικού δεσμού και την αύξηση της από κοινού επιρροής της ΕΕ και των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκηνή, αλλά και με σκοπό να ενισχύσει την ικανότητά της να αναλαμβάνει μεγαλύτερη ευθύνη για την αντιμετώπιση βασικών παγκόσμιων και περιφερειακών προκλήσεων και να αποφασίζει και να ενεργεί αυτόνομα, εάν χρειάζεται, σε ζητήματα εξωτερικών υποθέσεων, ασφάλειας και άμυνας», (5) «μια νέα στρατηγική προσέγγιση για τις σχέσεις της ΕΕ με τη Ρωσία, ως σχέδιο στρατηγικής για μια ανανεωμένη και ενισχυμένη διατλαντική εταιρική σχέση», που σε συνδυασμό με (6) «την εν εξελίξει διαδικασία χάραξης του στρατηγικού προσανατολισμού της ΕΕ, η οποία θα αποτελέσει ορόσημο για ισχυρότερη ευρωπαϊκή συνεργασία στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, υπογραμμίζοντας ότι ο στρατηγικός προσανατολισμός θα πρέπει να συνδεθεί στενά με την κατάρτιση του στρατηγικού δόγματος του ΝΑΤΟ και εκφράζοντας την πεποίθησή ότι αυτές οι παράλληλες διαδικασίες προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία για τη σημαντική προώθηση και επικαιροποίηση της διατλαντικής εταιρικής σχέσης στον τομέα της πολιτικής και της ασφάλειας, καθώς και μια μοναδική ευκαιρία ώστε η εν λόγω εταιρική σχέση να καταστεί κατάλληλη για την αντιμετώπιση των τρεχουσών παγκόσμιων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν τόσο η ΕΕ όσο και οι ΗΠΑ».
Τέλος, τα προηγούμενα «λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σαφές ότι η διατλαντική συμμαχία δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη και ότι πρέπει να αναζωογονείται και να ενισχύεται διαρκώς» [Από το (4) και μετά όλα από την Έκθεση και Πρόταση ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: σχετικά με το μέλλον των σχέσεων ΕΕ-ΗΠΑ. (2021/2038(INI)].
VIII
Η επανεμφάνιση του στρατηγικού ανταγωνισμού μεταξύ μεγάλων δυνάμεων
Επιστρέφουμε εκεί που ξεκινήσαμε. Ο George F. Kennan είχε δίκιο όταν δήλωνε το 1997 ότι «Η επέκταση του ΝΑΤΟ θα είναι το πιο μοιραίο λάθος της αμερικανικής πολιτικής σε ολόκληρη τη μεταψυχροπολεμική εποχή». Τέσσερα χρόνια αργότερα, συγκεκριμένα την 16η Ιουλίου του έτους 2001, θα λάμβανε χώρα η καθοριστικότερη τομή σε επίπεδο διακρατικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων, τουλάχιστον από το τέλος της ψυχροπολεμικής περιόδου, αν όχι νωρίτερα: η υπογραφή της Συνθήκης Καλής Γειτονίας και Φιλικής Συνεργασίας Ρωσικής Ομοσπονδίας και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Ένα μήνα νωρίτερα, στις 15 Ιουνίου 2001, είχε γεννηθεί πολιτικά ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης ή το Σύμφωνο της Σαγκάης. Ένα μήνα αργότερα, θα λάβουν χώρα οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Μιλάμε για γεγονότα και εξελίξεις που παραπέμπουν σε προ και μετά 2001 εποχή, μόνο που οι περισσότεροι άνθρωποι αντιλήφθηκαν απλώς την Αμερικανοκεντρική πλευρά και σημασία αυτής της ιστορικής τομής.
Εάν βάλουμε στην άκρη τις οριοθετήσεις μεταξύ μεταπολεμικής και μεταψυχροπολεμικής εποχής, τις ιδεολογικές ψυχροπολεμικές αφηγήσεις και τις συστημικές προσεγγίσεις περί διπολισμού και μονοπολισμού, και αντιληφθούμε ως ενιαία την περίοδο από το 1945 μέχρι σήμερα (όπως ορθώς άλλωστε πράττουν οι Αμερικανοί όταν μιλάνε για μεταπολεμική τάξη υπό Αμερικανική ηγεσία), τότε οι εξελίξεις που έλαβαν χώρα το 2001 σηματοδοτουν μια τομή σε έναν ιστορικό κύκλο που ξεκίνησε το 1945 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, 77 χρόνια μετά, το 2022.
Τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλική Δημοκρατία, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και η Ρωσική Ομοσπονδία.
Οι ανθρώπινες απώλειες, πολιτών και στρατιωτών, των τριών δυνάμεων του Ατλαντικού κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ήταν περίπου ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι (1.500.000), και από αυτές οι Αμερικανικές ήταν λιγότερες από τετρακόσιες πενήντα χιλιάδες (450.000), ενώ οι ανθρώπινες απώλειες της Σοβιετικής Ένωσης ήταν περισσότερες από είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) και της Κίνας πάνω από δεκαπέντε εκατομμύρια (15.000.000), αναλόγως τις εκτιμήσεις.
Τρεις γενιές μετά, το διάδοχo μετασοβιετικό κράτος της Ρωσσίας και το ιδρυθέν μετά από τον πόλεμο κράτος της Κίνας, αμφισβητούν την υπό Αμερικανική ηγεσία μεταψυχροπολεμική τάξη-αταξία, το μονοπώλιο και την προνομιακή θέση των Η.Π.Α, με διαφορετικό τρόπο η καθεμία και δίχως να ταυτίζονται απόλυτα μεταξύ τους, λέγοντας ουσιαστικά τα εξής: «κατά την διάρκεια της τελευταίας γενιάς ή τριαντακονταετίας, και της λεγόμενης μονοπολικής στιγμής κυριαρχίας σου, άρχισες να μιλάς για μια φιλελεύθερη διεθνής ή παγκόσμια τάξη βασισμένη σε κανόνες υπό Αμερικανική ηγεσία (U.S.-backed rules-based world order / liberal rules-based international order). Ωστόσο, αυτό το πράγμα για το οποίο μιλάς, δεν είναι ένα διεθνές σύστημα που βασίζεται στον μεταπολεμικό κεντρικό ρόλο του Ο.Η.Ε ούτε μια παγκόσμια τάξη βασισμένη στο διεθνές δίκαιο, που θεμελιώθηκαν στους 35.000.000 δικούς μας νεκρούς και στους 450.000 δικούς σου, αλλά μια μεταψυχροπολεμική μονομερής προσπάθεια επέκτασης της κυριαρχίας σου, από το αρχικό της επίκεντρο στον Βόρειο Ατλαντικό και αργότερα τη λεγόμενη Τριάδα του Βορρά (G7), στον υπόλοιπο πλανήτη. Όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Και πιστεύουμε πως δεν το δέχονται αρκετοί ακόμα, πέρα από εμάς. Επιπλέον, εκτιμούμε ότι η αντίδραση απέναντι στις επιδιώξεις σου σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή, η Κεντρική Ασία και η Ανατολική Ευρώπη, και μια ευρύτερη ανακατάταξη που λαμβάνει χώρα σε διεθνές επίπεδο, οφείλεται στην μεταψυχροπολεμική σου αλαζονεία και στην αδυναμία σου να οικοδομήσεις μια παγκόσμια τάξη που θα εξυπηρετεί πολλές διαφορετικές περιοχές του πλανήτη. Αντίδραση και ανακατάταξη, μαζί και από κοινού, καταδεικνύουν τα όρια της δύναμής σου και της κυριαρχίας της μίας και μόνης εξουσίας που αξιώνεις για τον εαυτό σου σε πλανητική κλίμακα, την οποία ονομάζεις Pax Americana, και ότι πλέον η διεθνής τάξη έχει ξεφύγει εντελώς από τον δικό σου Αμερικανικό έλεγχο».
Από την πλευρά της μεταψυχροπολεμικής Ρωσσίας, η πορεία ούτε αυτονόητη ούτε ευθύγραμμη υπήρξε. Αρχικά, η πρώτη ιδεαλιστική δεκαετία πλήρους αδυναμίας γεμάτη ελπίδες και ψευδαισθήσεις (συνήθως αυτά πάνε μαζί) οδήγησε στην είσοδο της μετασοβιετικής Ρωσσίας το 1998 στην ομάδα που έγινε γνωστή ως G8 (την αμέσως επόμενη χρονιά, το 1999, θα γίνει η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Κεντρική Ευρώπη για καλωσόρισμα). Ακολούθησε μια περίοδος μετάβασης που ξεκινά με την πρώτη σύνοδο των BRIC στην Αικατερινούπολη το 2009, και ολοκληρώθηκε με την εκδίωξη της Ρωσικής Ομοσπονδίας από την Ομάδα G8 το 2014, με αφορμή την προσάρτηση της Κριμαίας. Στην 15ετία (≈) από το 1998 μέχρι το 2014 (εκτός από τις δύο κεντρικές διευρύνσεις-επεκτάσεις του ΝΑΤΟ σε Κεντρική Ευρώπη το 1999 και Ανατολική το 2004) είχαμε πολέμους σε Αφγανιστάν, Ιράκ, Λίβανο, Γεωργία, Λιβύη, Συρία κ.λπ. Από εδώ και στο εξής, και ιδιαίτερα με αφορμή την Κριμαία και την Ανατολική Ουκρανία (2014), οι σχέσεις Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσικής Ομοσπονδίας εισέρχονται σε ανταγωνιστική και συγκρουσιακή φάση (συμπληρωματικά: Τρίτο Μέρος).
Σήμερα, εν έτη 2022, εάν δει κανείς τα πράγματα μη ευρωκεντρικά, η Ρωσσία στην Ουκρανία πολεμάει σε πρώτο επίπεδο εναντίον των Η.Π.Α, σε δεύτερο εναντίον της ομάδας G7 (Τριάδα του πλανητικού Βορρά), σε τρίτο εναντίον του διατλαντισμού της Ε.Ε και του ΝΑΤΟ, σε τέταρτο εναντίον μέρους της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, και μόλις σε πέμπτο και τελευταίο επίπεδο την Ουκρανία και το Κίεβο.
Εκτός Ευρώπης και Ατλαντικού, από το νότο της Μαλαϊκής Χερσονήσου, ο Kishore Mahbubani, πρώην διπλωμάτης από τη Σιγκαπούρη, μας ενημερώνει σε ειδική εισαγωγή άρθρού του με τίτλο ‘Asia, say no to Nato’ (The Straits Times, Jun 25 2021), που μπορείτε να βρείτε δημοσιευμένο στην προσωπική του ιστοσελίδα, πως από την ιστορική τομή του έτους 2001 μέχρι σήμερα, συνέβησαν τα εξής:
Είναι συγκλονιστικό ότι μόνο τα τελευταία 20 χρόνια, οι δυτικές δυνάμεις έχουν ρίξει 326.000 βόμβες στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής/Βόρειας Αφρικής. Αυτό το σύνολο ανέρχεται σε 46 βόμβες που πέφτουν κατά μέσο όρο την ημέρα τα τελευταία 20 χρόνια. Αντίθετα, ο συνολικός αριθμός των βομβών που έπεσαν σε διακρατικές συγκρούσεις στην Ανατολική Ασία τα τελευταία 20 χρόνια είναι: ΜΗΔΕΝ!
Εν τω μεταξύ, όσο συνέβαιναν αυτά, η Κίνα με την υπογραφή της Συνθήκης Καλής Γειτονίας και Φιλικής Συνεργασίας με τη Ρωσσία, κατάφερε δίχως πόλεμο να γίνει όχι μόνο η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον πλανήτη το 2010, ξεπερνώντας την Ιαπωνία που κρατήθηκε στο Νο2 για περίπου τέσσερις δεκαετίες, αλλά και το μεγαλύτερο εμπορικό έθνος το 2013, ξεπερνώντας τις Η.Π.Α. Εξέλιξη που οδήγησε στην επιστροφή του οικονομικού κέντρου βάρους στην Ασία μετά από δύο αιώνες σε διακρατικό επίπεδο, καθώς τα δύο από τα τρία ισχυρότερα οικονομικά κράτη του πλανήτη βρίσκονται πλέον στην Ασία του Ειρηνικού, και που θα συνεχίσει να παγιώνεται και να βαθαίνει με την προσθήκη της Νότιας Ασίας και την επιστροφή της Ινδίας. Επιπλέον, το 2016 το Δ.Ν.Τ θα ανακοινώσει ότι η Κίνα πλέον αποτελεί τη μεγαλύτερη οικονομία στον πλανήτη με όρους ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης (PPP), ενώ με βάση το ονομαστικό Α.Ε.Π, όπως είπαμε, βρίσκεται στη δεύτερη θέση από το 2010. Η Ινδία βρίσκεται στην τρίτη και την έκτη θέση αντίστοιχα.
Οι εξελίξεις αυτές, μεταξύ 1998-2014 σε ό,τι αφορά τη Ρωσσία, και 2010-2016 σε ό,τι αφορά την Κίνα, παράλληλα με τα αρχικά σημάδια εξασθένισης της λεγόμενης μονοπολικής στιγμής κυριαρχίας των Η.Π.Α και των ονειροφαντασιών και ψευδαισθήσεων περί Πλανητικής Ηγεμονίας, που άρχισαν να φαίνονται την περίοδο 2006-2012, θα επαναφέρουν από Αμερικανική σκοπιά το ζήτημα της επιστροφής του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων, το οποίο αρχικά αναγνωρίστηκε παράλληλα με άλλες εκτιμήσεις στην Εθνική Στρατιωτική Στρατηγική του 2015 της κυβέρνησης Ομπάμα, και στη συνέχεια τοποθετήθηκε στο επίκεντρο της Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας και Άμυνας τα έτη 2017 και 2018 επί Τραμπ, επαναπροσδιορίζοντας και προσανατολίζοντας εκ νέου τη συνολική στρατηγική των Η.Π.Α προς μια καθαρή εστίαση σε έναν ανανεωμένο ανταγωνισμό μεταξύ μεγάλων δυνάμεων, με ανταγωνιστές την Κίνα και τη Ρωσία.
Συν τοις άλλοις, στις 15 Νοεμβρίου 2020, δεκαπέντε περιφερειακά κράτη της Ασίας του Ειρηνικού και της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), υπέγραψαν την Περιφερειακή Συνολική Οικονομική Συνεργασία (RCEP), που αποτελεί τη μεγαλύτερη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου στην ανθρώπινη ιστορία. Η Regional Comprehensive Economic Partnership (RCEP), που αποτελεί περίπου το 30% του ανθρώπινου πληθυσμού (περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους) και το 30% του παγκόσμιου Α.Ε.Π, περιλαμβάνει τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ασίας και κράτη όπως η Κίνα, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Ινδονησία, διαμορφώνοντας ένα νέο κέντρο βάρους για το παγκόσμιο εμπόριο. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η οικονομική επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ανατολική Ασία μειώνεται, ενώ το οικονομικό και εμπορικό βάρος της Κίνας αυξάνεται.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ένα χρόνο μετά, το 2021 είχαμε την εισβολή ατάκτων στο Καπιτώλιο, την αποχώρηση από το Αφγανιστάν και την πτώση της Καμπούλ, την εγκατάλειψη της Ουκρανίας, την επαναβεβαίωση της ισχύος και την εισβολή της Ρωσσίας, και την διακήρυξη για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας, γεγονότα και εξελίξεις που αποτελούν κραυγαλέα συμπτώματα και συγκλονιστικές συνέπειες της κατάρρευσης της Αμερικανικής αξιοπιστίας και ισχύος, που συνέβησαν μέσα σε λίγους μήνες, κάτι περισσότερο από ένα χρόνο. Όπως είχε επισημανθεί τον Νοέμβριο σε κείμενο με τίτλο Ιστορικοί κύκλοι, σημεία καμπής και η ολοκλήρωση μιας εποχής:
Το 2021 δεν ήταν ένα απλό έτος. Ήταν το καταστροφικότερο έτος για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, τουλάχιστον μεταψυχροπολεμικά. Η εισβολή στο Καπιτώλιο της 6ης Ιανουαρίου και η πτώση της Καμπούλ της 15ης Αυγούστου, τα δύο αυτά γεγονότα του 2021, συνοδευόμενα από την ιστορική τομή που επιφέρει η διαχείριση της πανδημίας, σηματοδότησαν την ολοκλήρωση ενός εικοσαετούς ιστορικού κύκλου για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η έναρξη του οποίου έγινε με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και το Πεντάγωνο.
Όμως το 2021 ολοκληρώθηκε ένας ακόμα ιστορικός κύκλος, που ξεκίνησε με την υπογραφή της Συνθήκης Καλής Γειτονίας και Συνεργασίας Κίνας και Ρωσσίας, η οποία ακολούθησε «το πιο μοιραίο λάθος της αμερικανικής πολιτικής σε ολόκληρη τη μεταψυχροπολεμική εποχή», όπως πολύ σωστά είχε επισημάνει πριν από μια 25ετία ο George F. Kennan.
IX
Όλες οι ηγεμονίες είναι στη βάση τους περιφερειακές. Η ουτοπική ονειροφαντασία του «μονοπολισμού», το νεραϊδοβασίλειο της παγκόσμιας ηγεμονίας, και η ολοκλήρωση της Εποχής της Μεγάλης Παρέκκλισης.
Εδώ και περίπου έναν αιώνα, στόχος των Η.Π.Α είναι να εμποδίσουν μια αντίπαλη δύναμη να εγκαθιδρύσει ηγεμονία εκτός Βόρειας Αμερικής, σε Ευρώπη και Ασία του Ειρηνικού. Αυτή είναι η θετική ανάγνωση των πραγμάτων. Η αρνητική εδράζεται στο γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπως και όλα τα Αγγλόφωνα κράτη, δεν μπορούν να καταστούν παγκόσμια υποκείμενα στις περιοχές τους, παρά μόνο εάν αποκτήσουν προσβάσεις και αγκυροβόλια, ελέγξουν πρωτογενείς ιστορικά περιοχές, πεδία μετάβασης, στρατηγικούς κόμβους κ.λπ, επί της μιας και μόνης Παγκόσμιας Ηπείρου που ακούει στο όνομα Αφροευρασία (ή Άφροευρωασία αν επιθυμείτε). Η ήπειρος της Αμερικής είναι περιφερειακή ως προς αυτήν, και εάν υποθέσουμε ότι μελλοντικά θα αναδυθεί μια μεγάλη δύναμη προερχόμενη από τη Νότια και τη Λατινική Αμερική, είναι πολύ εύκολο να προβλεφθεί ποια θα είναι αυτή: η δύναμη που θα έχει τις πυκνότερες σχέσεις και επαφές με την Αφροευρασία. Όταν, λοιπόν, κυριαρχεί έντονος ανταγωνισμός (π.χ Ιαπωνία τη δεκαετία του 1980) ή δεν υπάρχει έλεγχος σε κάποια περιοχή της Παγκόσμιας Ηπείρου, έρχεται υποβάθμιση ή καταστροφή, προκειμένου οι Η.Π.Α και η Β. Αμερική, να παραμείνουν στο επίκεντρο της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων.
Εδώ κρίνονταν, κρίνονται και θα συνεχίσουν να κρίνονται τα πάντα
Δεν υπάρχει παγκόσμια ηγεμονία. Όλες οι ηγεμονίες είναι στη βάση τους περιφερειακές. Τα περί πλανητικής ηγεμονίας αποτελούν είτε παραμύθια με νεραϊδοβασίλεια που λένε οι Αμερικανοί στους εαυτούς τους, είτε εφιάλτες με δράκους που λένε στα παιδιά τους, για να προκαλούν φόβο και να επιβάλλουν υπακοή. Ο ογκόλιθος που ονομάζεται Ασία, από την πολιτική και ιστορική φύση και σύστασή του, είναι ασύμμετρα πολυκεντρικός και πολυμερής. Ούτε υπήρξε ποτέ στο παρελθόν, ούτε πρόκειται να γίνει στο μέλλον «μονοπολική» η Ασία. Έχω απαντήσει πριν από πέντε χρόνια στο ερώτημα «ποιος θα αντικαταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής;» Κανείς είναι η απάντηση. Ο μονοπολισμός αποτέλεσε μια εκκοσμικευμένη μορφή «δυτικού» μεσσιανισμού, μια ουτοπική ονειροφαντασία.
Επιπλέον, είναι διαφορετικό πράγμα να έχεις αυτοκρατορία, και να είσαι αυτοκρατορία. Η Αγγλία είχε αυτοκρατορία, όπως συμβαίνει με όλα τα ναυτικά και εμπορικά κράτη στην ανθρώπινη ιστορία (με εξαίρεση το ηπειρωτικών διαστάσεων κράτος των Η.Π.Α), ενώ η Αίγυπτος, το Ιράν, η Ρωσσία, η Κίνα ήταν-υπήρξαν αυτοκρατορίες. Είναι ευκολότερο να χάσεις ένα απόκτημα παρά τον εαυτό σου. Ασφαλώς, μπορεί να συμβεί και αυτό, αλλά πολύ δυσκολότερα.
Η μετακίνηση του παγκόσμιου εκκρεμούς από το ευρωαμερικανικό διατλαντικό κέντρο, προς το βαρυτικό πεδίο του ογκόλιθου που ονομάζουμε «Ασία» (μια περιγραφή που λειτουργεί παραπλανητικά), δεν σηματοδοτεί μονοπολισμό αλλά εξισορρόπηση σε πλανητική κλίμακα και ολοκλήρωση της Εποχής της Μεγάλης Παρέκκλισης (οι τάσεις αυτές, μεταξύ άλλων, έχουν αναλυθεί εκτενώς σε κείμενα υπό τις ετικέτες Μακροϊστορία και Ιστορικοί Κύκλοι):
Αν κοιτάξετε τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια της παγκόσμιας ιστορίας, από το ένα μ.Χ έως το έτος 1820, για δεκαοκτώ αιώνες από τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια, οι δύο μεγαλύτερες παγκόσμιες οικονομίες ήταν πάντα η Κίνα και η Ινδία. Μόνο κατά τα τελευταία 200 χρόνια η Ευρώπη απογειώθηκε και μετέπειτα η Βόρεια Αμερική. Όμως αν δείτε τα τελευταία διακόσια χρόνια σε σχέση με τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια, τα τελευταία διακόσια χρόνια υπήρξαν μια μεγάλη ιστορική εκτροπή. Όλες οι εκτροπές κάποια στιγμή φτάνουν σε ένα φυσικό τέλος, και επιστρέφεις στον ιστορικό κανόνα, και επομένως είναι απολύτως φυσιολογικό να έχεις την Κίνα ως νούμερο ένα οικονομία στον κόσμο ― και δεν υπάρχει τίποτα που μπορείς να κάνεις προκειμένου να εμποδίσεις κάτι τέτοιο να συμβεί.
Και μάλιστα, όπως τονίστηκε παλαιότερα, τα νοήματα της εποχής μας υπερβαίνουν τον ανταγωνισμό Η.Π.Α-Κίνας:
Ένας μακροϊστορικός κύκλος που ξεκίνησε πριν από περίπου δύο αιώνες, οδηγώντας σε κοσμοϊστορικής κλίμακας μεταβολές σε πλανητικό επίπεδο, σταδιακά φτάνει προς την ολοκλήρωση του. Η εποχή της μεγάλης ευρωκεντρικής και δυτικοκεντρικής διατλαντικής παρέκκλισης τελειώνει, καθαυτή, ανεξάρτητα από την πορεία της Κίνας. Αυτή είναι η μεγάλη μεταβολή που λαμβάνει χώρα, και όχι ο ανταγωνισμός των Ηνωμένων Πολιτειών με την Κίνα για κάποια ανέφικτη πλανητική ηγεμονία. Τα επίδικα και τα νοήματα της εποχής μας υπερβαίνουν τον ανταγωνισμό των δύο αυτών γιγαντιαίων κρατών. Ένα τέτοιο συμπέρασμα μπορεί να φαντάζει εκτός κυρίαρχου κλίματος. Όμως εδράζεται στη θέση πως η ολοκλήρωση της Εποχής της Μεγάλης Παρέκκλισης είναι ανεξάρτητη τόσο από έναν υποθετικό νεοψυχροπολεμικό διπολισμό όσο και από κάποια ανέφικτη νέα μονοπολική κυριαρχία.
Στην επιστροφή της ιστορικής κανονικότητας ορισμένοι επιθυμούν να δώσουν τόνο Αποκάλυψης. Όμως, όπως πολύ σωστά επισήμανε ο Kishore Mahbubani, όλες οι ιστορικές παρεκκλίσεις κάποια στιγμή φτάνουν στο φυσικό τους πολιτικό τέλος, και η ισορροπία αποκαθίσταται, με αφορμή την Ταϊβάν ή δίχως αυτήν, και μετά ή προ Αποκάλυψης.
X
Τα στρατηγικά διλήμματα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Τάξη ή κράτος: ένα βασικό δίλημμα των υπολοίπων. Και τα διατλαντικά ιδεολογικά πράγματα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής δεν διαθέτουν το δυναμικό, τα μεγέθη και τις δυνατότητες, σε στρατιωτικό επίπεδο, για μεγάλης κλίμακας πολέμους σε δύο μέτωπα, εναντίον της Ρωσίας και της Κίνας, όχι απλώς ταυτόχρονα αλλά ούτε καν σε χρονοδιαγράμματα που μερικώς θα επικαλύπτονται. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό αποτελεί κυρίως χερσαίο θέατρο ενώ η Ασία του Ειρηνικού είναι κυρίως αεροναυτικό. Επιπροσθέτως, υπάρχουν στρατιωτικά μέσα και οπλικά συστήματα που θα ήταν αναγκαία και στα δύο θέατρα, τόσο για την αναχαίτιση μιας Ρωσσικής επίθεσης, όσο και για την αποτροπή ενός τετελεσμένου γεγονότος (fait accompli) από πλευράς Κίνας. Θεωρητικά, οι Η.Π.Α έχουν στη διάθεσή τους ένα ευρύ δίκτυο συμμαχιών, ωστόσο στην πραγματικότητα λίγοι από τους συμμάχούς τους έχουν τη δυνατότητα συνεισφοράς σε επίπεδο σκληρής-στρατιωτικής ισχύος. Στο πλαίσιο αυτό, αναγκάζονται να πιέσουν συμμαχικά κράτη, όπως η Ιαπωνία και η Γερμανία, για την άμεση αύξηση των αμυντικών δαπανών, δηλαδή για τον έμμεσο επανεξοπλισμό τους.
Η Ουάσιγκτον σήμερα αντιμετωπίζει παρόμοια προβλήματα και διλήμματα με αυτά που αντιμετώπιζε το Λονδίνο στην τομή του 20ου αιώνα, όταν αναγκάστηκε να παραδώσει διαφορετικά θέατρα σε συμμαχικά κράτη: στις Η.Π.Α την Αμερική και στην Ιαπωνία την Ασία, προκειμένου να εστιάσει στον ναυτικό ανταγωνισμό με τη Γερμανία στο ευρωπαϊκό θέατρο της Βόρειας Θάλασσας, με αποτέλεσμα τη γιγάντωση των Η.Π.Α και την κυριαρχία της Ιαπωνίας. Εξέλιξη που οριστικοποιήθηκε με τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ο οποίος αποτελεί υποπροϊόν και συνέχεια του Μεγάλου Πολέμου. Σήμερα, λόγω της στρατιωτικής αδυναμίας που προαναφέρθηκε, η Ουάσιγκτον πρέπει να ιεραρχήσει και να προτεραιοποιήσει.
Η Ρωσσία με την εισβολή στην Ουκρανία έθεσε τις Η.Π.Α προ του διλήμματος: πρώτα Ευρώπη και μετά Ασία ή πρώτα Ασία και μετά Ευρώπη;
Με τον ίδιο τρόπο που οι Βρετανοί, επιλέγοντας πρώτα Ευρώπη και μετά Ασία, έχασαν τους Ωκεανούς από τους Αμερικανούς και τους Ιάπωνες (που συγκρούστηκαν μεταξύ τους), έτσι και οι Αμερικανοί, επιλέγοντας πρώτα Ασία και μετά Ευρώπη, θα κινδυνεύσουν να χάσουν την Ευρώπη από τους Γερμανούς και τους Ρώσσους, αν δεν προσέξουν.
Όπως ειπώθηκε νωρίτερα (IX), εδώ και έναν αιώνα στόχος των Η.Π.Α είναι να εμποδίσουν μια αντίπαλη δύναμη να εγκαθιδρύσει ηγεμονία σε δύο περιοχές εκτός του Ημισφαιρίου τους και της περιφερειακής Αμερικανικής ηπείρου, στην Ευρώπη και την Ασία του Ειρηνικού, οι οποίες βρίσκονται στην Παγκόσμια Ήπειρο της Αφροευρασίας, όπου κρίνονται τα πάντα.
Οι μεσοπρόθεσμες απειλές για μια ηγεμονία στην Ευρώπη, έστω και τραβηγμένες από τα μαλλιά, προέρχονται από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, τη Ρωσσική Ομοσπονδία, την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ενοποιημένο υπερκράτος ηπειρωτικής κλίμακας, ή από μια περισσότερο συνεκτική οντότητα που θα μπορούσε να προκύψει μέσα από τους κόλπους της Ε.Ε, σε συνθήκες κρίσης και πολέμου.
Σε ό,τι αφορά τη Γερμανία, οι Αμερικανοί δεν ανησυχούν βραχυπρόθεσμα για συγκεκριμένους λόγους. Πρώτον, δεν διαθέτει το δυναμικό που να της προσφέρει πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων κεντρικών ευρωπαϊκών κρατών συνασπισμένων, δηλαδή της Ρωσσίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας. Η Μέση Ανατολή, επίσης, είναι σχετικά ισορροπημένη από τη σκοπιά των περιφερειακών δυνάμεων, κάτι που δεν ισχύει για την Κίνα στην Ανατολική Ασία (όχι για το σύνολο της Ασίας), και σε κάποιο βαθμό για τη Βραζιλία στην Νότια Αμερική: Όλες οι ηγεμονίες στη βάση τους είναι περιφερειακές. Οι Αμερικανοί, επιπλέον, θεωρούν πως επειδή οι Η.Π.Α είναι ισχυρότερες από τη Γερμανία, θα είναι εύκολος ο έλεγχος μιας πιθανής μελλοντικής Γερμανικής φιλοδοξίας για περιφερειακή ηγεμονία, μέσω της δημιουργίας ενός αντι-ηγεμονικού συνασπισμού υπό την ηγεσία τους. Τέλος, λόγω της ιστορίας και του παρελθόντος της Γερμανίας, που εύκολα και γρήγορα μπορεί να μετατραπεί σε εχθρό.
Καμία από τις προηγούμενες Αμερικανικές προκείμενες δεν ισχύει για ένα ενοποιημένο Ευρωπαϊκό υπερκράτος, ή για μια πιο συνεκτική οντότητα που δυνητικά θα μπορούσε να αναδυθεί μέσα από τους κόλπους της Ε.Ε, σε συνθήκες οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής, επισιτιστικής και ενεργειακής κρίσης και κατάρρευσης, και τελικά πολέμου. Για λόγους χώρου δεν θα επεκταθώ στο ζήτημα της πολυδιάσπασης, σε πιθανές φυγόκεντρες τάσεις και στην αδυναμία που δείχνει η Ε.Ε, καθώς αυτή τη στιγμή στο εσωτερικό της κυριαρχούν υψηλά επίπεδα συσπείρωσης και κεντρομόλων δυνάμεων, τουλάχιστον σε επίπεδο ηγεσιών, που συνοδεύονται από υπερεθνικές διατλαντικές και Αμερικανικές πιέσεις, και εδράζονται στην απεικόνιση της Ρωσσίας ως απόλυτου εξωτερικού εχθρού. Σταδιακά, θα αναπτυχθούν ρωγμές σε αυτού του είδους τη συνοχή και συνεκτικότητα.
Σε ό,τι αφορά το θέατρο της Ασίας του Ειρηνικού, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιδιώξουν να δημιουργήσουν μια συμμαχία ενάντια στην Κίνα, με κύριο μέτωπο και αμυντική περίμετρο τη νοητή γραμμή Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Ταϊβάν, Φιλιππίνες, και βάση το ηπειρωτικών διαστάσεων νησί-κράτος της Αυστραλίας. Το Βιετνάμ αποτελεί επιλογή υψηλού ρίσκου, όχι μόνο εξαιτίας ενός πιθανού τετελεσμένου γεγονότος (fait accompli) από πλευράς Κίνας, εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποτυχία αποτροπής και απώλεια αξιοπιστίας των Η.Π.Α (όπως συνέβη στην Ευρώπη), και σε πλήγμα στον επιδιωκόμενο αντικινεζικό συνασπισμό, αλλά και επειδή η Καμπότζη λόγω φόβου για το Βιετνάμ έλκεται προς το Πεκίνο ― δηλαδή δυνητικά στο Βιετνάμ μπορούν να ανοιχτούν δύο μέτωπα, ένα βόρεια και ένα νότια. Ανάλογη είναι η σχέση Ινδίας-Πακιστάν, με την πρώτη να γίνεται προσπάθεια να ρυμουλκηθεί μέσω της QSD/QUAD, που συμπληρώνει την AUKUS. Βέβαια, οι Ινδοί είναι προσεκτικοί. Δεν επιθυμούν να εσωτερικεύσουν όλα τα κόστη από μια σύγκρουση Η.Π.Α-Κίνας, ενώ σε περίπτωση σύγκρουσης Ινδίας-Κίνας θα ήθελαν να έχουν στο πλευρό τους με κάποιο τρόπο, π.χ σε ρόλο διαμεσολαβητή, τη Ρωσσία. Κάτι παρεμφερές θα ήθελαν οι Αμερικανοί από τους Ρώσσους, εφόσον προσπαθούσαν να τους προσεταιριστούν ή να εκβιάσουν μια ουδέτερη στάση της Μόσχας έναντι του Πεκίνου. Ωστόσο, ο στόχος μιας στρατιωτικά αδύναμης, πολιτικά υποτακτικής και οικονομικά εξαρτημένης Ρωσσίας από την Δύση, τέλειωσε. Και γι' αυτό πιθανώς να επιδιωχθεί, όχι απλώς αλλαγή καθεστώτος στο Κρεμλίνο (που σχεδόν ανακοινώθηκε ήδη από την τρίτη ημέρα του πολέμου), αλλά η εξάλειψη της Ρωσσίας ως κυρίαρχης και ανεξάρτητης οντότητας, και ως εξισορροπητικού παράγοντα και δρώντα στα παγκόσμια πολιτικά πράγματα (ο Ναπολέοντας στριφογυρίζει στον τάφο του). Τελευταίες υποψήφιες χώρες είναι η Ταϊλάνδη, η Μαλαισία και η Ινδονησία. Γενικότερα, οι προσπάθειες των Αμερικανών παραπέμπουν σε ένα συνδυασμό του παλαιού SEATO και του Συστήματος του Σαν Φρανσίσκο. Κάπως έτσι βγαίνεις κερδισμένος σε παγκόσμιους πολέμους με κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, όταν οι άλλοι πληρώνουν φόρο αίματος εκατομμυρίων ανθρώπων. Τίποτα από αυτά δεν παραδέχονται επίσημα στην Ουάσιγκτον.
Δεν χρειάζεται, ασφαλώς, να επισημάνουμε ότι οι Κινέζοι θεωρούν την Ταϊβάν ως ζήτημα των εσωτερικών τους υποθέσεων (One-China policy), καθώς αντιλαμβάνονται το νησί ως μέρος του ενός και μόνου κυρίαρχου κράτους της Κίνας, και το Πεκίνο ως τη μόνη νόμιμη κυβέρνηση (13 από τα 193 κράτη αναγνωρίζουν την Ταϊπέι, + το Βατικανό), και ότι οποιαδήποτε ξένα στρατεύματα πατήσουν πόδι στην Ταϊβάν για να πολεμήσουν θα αντιμετωπιστούν ως ένοπλοι τρομοκράτες, στους οποίους δεν θα έχουν εφαρμογή οι Συμβάσεις της Γενεύης. Επιπλέον, οι Κινέζοι δεν έχουν ξεχάσει τον βομβαρδισμό της πρεσβείας τους στο Βελιγράδι το 1999, κατά τη διάρκεια των υπό Αμερικανική ηγεσία, όπως τονίζουν χαρακτηριστικά, ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών στη Σερβία, που διήρκεσαν δυόμησι περίπου μήνες συνολικά στο έδαφος της π. Γιουγκοσλαβίας, συγκεκριμένα 78 ημέρες. Το Πεκίνο δεν πρόκειται να ανεχτεί πράγματα και συμπεριφορές όπως η Μόσχα (ξανά στριφογυρίζει ο Ναπολέοντας, από την άλλη πλευρά τώρα). Τέλος, οι Κινέζοι δεν πρόκειται να υποχωρήσουν π ο τ έ στο ζήτημα της Ταϊβάν, που σημαίνει σίγουρος πόλεμος, εάν δεν κάνουν πίσω οι Αμερικανοί (δεν μπορούν, και στον Ειρηνικό είναι διατεθειμένοι να ματώσουν). Όπως και αν εξελιχθούν τα πράγματα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιδιώξουν να ηγηθούν ενός συνασπισμού που να είναι αρκετά ισχυρός ώστε να επικρατήσει σε έναν συστημικό περιφερειακό πόλεμο εναντίον της Κίνας, καθώς αδυνατούν να καταφέρουν κάτι τέτοιο από μόνες τους.
Τάξη ή κράτος;
Ως διεθνής τάξη μπορεί να οριστεί το σύνολο των οργανισμών και των θεσμών, των συνθηκών και των κανόνων, που ως σκοπό έχουν την οργάνωση και ρύθμιση των διεθνών υποθέσεων και σχέσεων κατά τη διάρκεια μιας δεδομένης ιστορικής περιόδου.
Παράδειγμα: Η Ρωσσία έπρεπε να απαντήσει στο ερώτημα «τι αποτελεί μεγαλύτερη απειλή, η κυρίαρχη τάξη πραγμάτων ή το συνορεύον κράτος της Κίνας;»
Μια χώρα μπορεί να εκτιμά πως είναι προς το συμφέρον της μια νέα τάξη, αλλά να ιεραρχεί υψηλότερα τις πιθανές απειλές από ένα γειτονικό κράτος. Μια δεύτερη ενδεχομένως να θεωρεί πως μόνο η διατήρηση της υπάρχουσας τάξης εξασφαλίζει την επιβίωσή της ως κρατικής οντότητας. Μια άλλη ίσως να εκτιμά πως η επέκταση και η εμβάθυνση της κυρίαρχης τάξης μεσοπρόθεσμα, θα έχει υψηλότερο κόστος και θα επιφέρει μεγαλύτερες ζημίες από μια κρατική απειλή βραχυπρόθεσμα. Μια επόμενη πιθανόν να επιθυμεί μια διαφορετική τάξη, προκειμένου να μην ζει υπό καθεστώς έντονων και διαρκών συστημικών πιέσεων, αλλά να της προσφερθούν πιθανά ανταλλάγματα, που θα οδηγούσαν σε τέτοια ισχυροποίηση του κράτους, ώστε να σκεφτεί «ας ισχυροποιηθώ τώρα και θα τα πούμε μετά με την μέχρι πρότινος κυρίαρχη τάξη» κ.λπ.
Η ποικιλία διλημμάτων που θα αντιμετωπίσουν τα κράτη σχετικά με μια θετική ή αρνητική στάση τους απέναντι στην κυρίαρχη ή μια μελλοντική τάξη από τη μια μεριά, και τις απειλές από ένα γειτονικό ή ανταγωνιστικό κράτος από την άλλη, προσφέρει ένα κλειδί για την ερμηνεία πιθανών μελλοντικών «ξαφνικών» κινήσεων και «απρόβλεπτων» συμπεριφορών κρατών.
Τα διατλαντικά ιδεολογικά πράγματα
Ο πόλεμος των πολιτισμών του Samuel P. Huntington δεν ήταν τίποτα περισσότερο από τη στρατηγική της ανάσχεσης του George F. Kennan, μεταφερμένη από ένα διπολικό ψυχροπολεμικό σύστημα σε ένα άμορφο μεταψυχροπολεμικό περιβάλλον πολλαπλών πιθανών κέντρων-πόλων, μέσω της χρήσης πολιτισμικού αντί οικονομικού λεξιλογίου. Αυτός ήταν και ο λόγος της επιτυχίας αυτού του επιφανειακού, μέτριου και προχειρογραμμένου βιβλίου (που άγγιξε όμως χορδές): η εξοικείωση και η ομοιότητα με το πρόσφατο παρελθόν. Επιπλέον, διαδραμάτισε ρόλο και η ενστικτώδης ανάγκη αποτίναξης της οικονομίστικής πλύσης εγκεφάλου που είχαν υποστεί οι κοινωνίες μεταπολεμικά. Η θεωρία του Huntington θα μπορούσε να συνδυαστεί με τάσεις αποπαγκοσμιοποίησης, ενώ μια συνθήκη αποπαγκοσμιοποίησης, όχι ως αντικειμενική εξέλιξη αλλά ως υποκειμενική επιδίωξη, θα μπορούσε να αποτελέσει προστάδιο για έναν εξαναγκασμένο νέο διπολισμό (ο οποίος προσομοιάζει με Αμερικανικά ιδεολογικά και στρατηγικά μπρατσάκια, μετά από τη βύθιση στο βάλτο του τέλους της μονοπολικής στιγμής: με αυτό ξέρω να κολυμπώ, με αυτό νίκησα, και αυτό θέλω πάλι). Ωστόσο, εκτός του Ατλαντικού πλανητικού Βορρά, δηλαδή πέρα και έξω από μια δυτικοκεντρική ματιά, η αντίληψη είναι πως αυτό που λαμβάνει χώρα δεν αποτελεί αποπαγκοσμιοποίηση, αλλά το τέλος της παγκοσμιοποίησης ως μορφής εκδυτικισμού και δυτικοποίησης, και η αρχή ενός νέου σταδίου παγκοσμιοποίησης περισσότερο κεντρισμένου σε περιφερειακούς πόλους-κέντρα (Regionalisation), με τη συμμετοχή περισσότερων παικτών, και με νέα οικονομικά, πολιτικά και πολιτισμικά συστήματα και πρότυπα να έρχονται στο προσκήνιο.
Η Ρωσσία, λοιπόν, είναι ο εχθρός της Δύσης, στο εσωτερικό του πλανητικού Βορρά. Ο λόγος περί καθεστώτος αποτελεί πάντοτε μια προσπάθεια καθαρού διαχωρισμού και διεύρυνσης του χάσματος λαού και ηγεσίας, με σκοπό την απονομιμοποίηση από το εξωτερικό και την απομόνωση στο εσωτερικό. Παλαιότερα ήταν ο «Πανσλαβισμός», μετά ο «Κομμουνισμός», τώρα ο «Πουτινισμός». Όχι, η Ρωσσία ήταν, και παραμένει, καθώς τα κράτη αποτελούν τους κύριους φορείς των ιδεολογιών. Οι επαναλήψεις φανερώνουν πόσο σαθρές είναι αυτές οι ιδεολογικές αντιλήψεις που γίνεται προσπάθεια να επενδυθούν στις κρίσεις και τους πολέμους, και πόσο ρηχά είναι τα συνθήματα για «τον πόλεμο του Πούτιν», που εκτός από την πολεμική και ιδεολογική τους διάσταση στον παρόν, εξυπηρετούν σκοπούς όπως η κατασκευή του ενόχου και η προπαρασκευή δικαστηρίων, καθώς και τα βιβλία των ιστορικών στο μέλλον. Σχεδόν ξεφυλλίζω νοητά βιβλίο ιστορίας των επόμενων δεκαετιών: 21th Century Europe: A Brief History. Chapter 3: Putin’s war. A war of choice.
Στο εξωτερικό του Βορρά, δηλαδή σε πλανητικό επίπεδο, η επιχειρούμενη προσπάθεια ιδεολογικής επιβολής του ψεύτικου δίπολου, με το «εμείς» να είναι «δημοκρατίες» και το «αυτοί/άλλοι» να είναι «αυταρχίες», αποτελεί έμμεση παραδοχή της αποδυνάμωσης της έννοιας της «Δύσης» στην πλανητική κλίμακα: η Ινδία και η Ινδονησία, ρεαλιστικά και σε σύντομο χρονικό διάστημα, δεν μπορούν να είναι «Δύση» ―ενώ η Ιαπωνία και η Ν. Κορέα κάποτε θεωρήθηκαν―, αλλά μπορούν να είναι «Ελεύθερος Κόσμος» ή «Δημοκρατίες» (Δείτε όμως και εδώ: Περίγραμμα ενός αναδυόμενου κόσμου). Τα ίδια και τα ίδια απαράλαχτα εδώ και πάνω από έναν αιώνα. Όμως όταν ο κόσμος αλλάζει και οι ιδεολογίες δεν αλλάζουν, καλό οπωσδήποτε δεν είναι... Παραθέτω απόσπασμα από παλαιότερο κείμενο με τίτλο Περί της κρίσης του διανοητικού οικοδομήματος και θεμελιωδών κοσμικών δογμάτων των τελευταίων αιώνων.
Όλοι οι πολιτικοί τρόποι σκέψης, είτε αυτοί είναι «σοσιαλιστικοί» είτε «σοσιαλδημοκρατικοί» είτε «φιλελεύθεροι» είτε οτιδήποτε άλλο, καταλήγουν από κοινού, ότι μόνο με «κοινωνικά μέτρα» μπορεί κάτι τι ν' αλλάξει, και θεωρούν κάθε πρόβλημα ως υπόθεση της πολιτικής του «μικρού χώρου» (εσωτερική πολιτική). Αυτός είναι ο λόγος που όλοι οι κλάδοι σήμερα των λεγομένων «θεωρητικών επιστημών» (της Φιλοσοφίας και της Ιστορίας συμπεριλαμβανομένων) έχουν λίγο ή πολύ τον χαρακτήρα της «Κοινωνιολογίας». Προέκυψε έτσι ένας «διανοουμενίστικος ρατσισμός», από τον οποίον έπεται επίσης και κάθε άλλος. Σε όλους τους εν λόγω κλάδους, οι οποίοι κυριαρχούμενοι από τις ιδέες του A. Comte, δια του Hegel, Μαρξ, E. Durkheim μέχρι του Γκομπινώ (με τις «γραμμικές» του αντιλήψεις για τον εκφυλισμό των μεσογειακών λαών!!!) παραμένουν πάντα στο «πως» του μικρού χώρου, ουδέποτε αμφισβητείται ο μικρός αυτός χώρος και κάθε τι άλλο έξω απ' αυτόν φαίνεται αναγκαίο... το ιδεολογικό μηχάνημα του δυτικού κόσμου συνεχίζει να δουλεύει με τα ίδια πάντα επαναλαμβανόμενα νοήματα και τις ίδιες πάντα συνειδητές παραποιήσεις. Από τη μια μεριά η «δημοκρατία», η «ελευθερία» και η χειραφέτηση που οδηγούν στην «ανάπτυξη», από την άλλη ο «δεσποτισμός» και η «ανελευθερία» που οδηγούν στην «καθυστέρηση». Τόσο απλά θέλησε τα πράγματα ο Μάξ Βέμπερ ―ο οποίος μίλησε με την ίδια βεβαιότητα για πράγματα που ήξερε και γι' αυτά που δεν ήξερε― και τόσο απλά προσφέρονται πάντα. Αλλά όταν ο κόσμος αλλάζει και οι ιδεολογίες δεν αλλάζουν, καλό οπωσδήποτε δεν είναι... Οι διχοτομήσεις αυτές μεταξύ «καθυστερήσεως» και «προόδου» σκοπό βέβαια έχουν να μεταφέρουν στην μέση κοινή συνείδηση την αντίληψη, ότι αιτία καθυστερήσεως των «καθυστερημένων» είναι αποκλειστικώς οι ίδιοι και ότι το «Διεθνές Δίκαιο» δεν έχει άλλον σκοπό ειμή την διάδοση της «δημοκρατίας» ανα τον κόσμο. Τον προηγούμενο αιώνα τον ρόλο της «δημοκρατίας» τον έπαιζε η «αποστολή του εκπολιτισμού»... Επί δύο συνεπώς αιώνες τα πράγματα παραμένουν ιδεολογικώς τα ίδια, παρά την σωρεία παραδειγμάτων που αναφέραμε και αποδεικνύουν πλήρως ότι οι ιδεολογικές αυτές κατασκευές είναι τελείως αναντίστοιχες προς την υφιστάμενη εξέλιξη του κόσμου...
Γεράσιμος Κακλαμάνης
Την περασμένη δεκαετία έγινε μια απόπειρα επικαιροποίησης της λεγόμενης Δύσης κατά την διάρκεια της μεταναστευτικής-προσφυγικής κρίσης, όμως η ανάγκη της απεμπλοκής των Η.Π.Α από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, και της επείγουσας ολοκλήρωσης του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, προκειμένου να υπάρξει εστίαση πόρων και προσοχής στην Ασία του Ειρηνικού, δεν ήταν δυνατόν να οδηγήσει σε επαναβεβαίωσή της «Δύσης» σε επίπεδο ασφάλειας, με γενικό και αόριστο εχθρό το «Ισλάμ». Με την Κίνα τα πράγματα είναι ακόμη δυσκολότερα, καθώς δεν αποτελεί άμεση στρατιωτική απειλή για την Ευρώπη, και παρόλο που η άνοδος και το εκτόπισμά της αλλάζει τα πάντα σε συστημικό επίπεδο, η Κίνα σε επίπεδο ασφάλειας δεν παύει να αποτελεί κατά βάση ένα περιφερειακό ζήτημα κυρίως της Ανατολικής και δευτερευόντως της Κεντρικής και της Νότιας Ασίας, και μάλιστα στον κάθετο άξονα Βορρά-Νότου και όχι στον οριζόντιο Ανατολής-Δύσης (Τρίτο Μέρος). Το μόνο ζήτημα που κατάφερε να οδηγήσει σε επαναβεβαίωση της «Δύσης» είναι η σύγκρουση με τη Ρωσσία με αφορμή την Ουκρανία, μέσω της επιτυχημένης επικέντρωσης του ζητήματος της ασφάλειας γύρω από το ΝΑΤΟ με παραδοσιακά πρόσημα (κάτι που εξυπηρετεί την πλευρά της Ε.Ε μέχρι ενός σημείου, καθώς το εσωτερικό «εμείς» είναι «Ευρώπη» και όχι «Δύση»). Βέβαια, όπως αποδεικνύεται από τη Μέση Ανατολή, αλλά και από τις κινήσεις των Η.Π.Α στην Ασία, αυτό το σκληρό σύστημα συμμαχιών, πολιτισμικά ή ιδεολογικά μπετοναρισμένων, δεν λειτουργεί στις σημερινές συνθήκες όπως λειτουργούσε κάποτε. Το μειονέκτημα της χρήσης του όρου «Δύση» στην παγκόσμια κλίμακα για τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι η στέρηση της μιας και μόνης νόμιμης Αμερικανικής σφαίρας με δικαίωμα παρέμβασης παντού (VI). Γι' αυτό το λόγο αποτίναξαν από πάνω τους τον συγκεκριμένο όρο οι νεοσυντηρητικοί και οι νεοφιλελεύθεροι οπαδοί και διαμορφωτές της ηγεμονίας. Πως θα δημιουργήσεις διευρυμένο συνασπισμό με τις χώρες της Ασίας του Ειρηνικού και του Ινδικού επικαλούμενος την «Δύση»;
~
Κάποτε η Ιαπωνία ήταν μιλιταριστική, δηλαδή κακή, και άρα άξιζε να καταστραφεί. Τώρα η Ιαπωνία είναι «δυτική», δηλαδή καλή, και αξίζει υπεράσπισης και προστασίας. Μόνο που σήμερα η Ιαπωνία ή η Γερμανία δεν είναι καλές επειδή είναι δημοκρατικές, φιλελεύθερες ή «δυτικές», αλλά επειδή είναι υπάκουες και δεν αμφισβητούν την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων. Έτσι και τότε, η Ιαπωνία δεν ήταν κακή απλώς επειδή ήταν μιλιταριστική, αλλά επειδή ήταν ανυπάκουη και αμφισβητούσε την κυρίαρχη τάξη της εποχής. Τώρα δείτε ξανά όλες τις φωτογραφίες από τα θεμέλια, δηλαδή τα ερείπια, πάνω στα οποία οικοδομήθηκε η Τάξη Πραγμάτων υπό Αμερικανική ηγεσία στην Ασία του Ειρηνικού (V), για να καταλάβετε πως έγινε η Ιαπωνία καλή, φιλελεύθερη, «δυτική», υπάκουη και άξια υπεράσπισης και προστασίας, και υπερασπίστρια η ίδια της τρέχουσας τάξης, που όμως πλέον έχει ξεφύγει από τον έλεγχο του πλανητικού Βορρά.
~
~ . ~
Τρίτο Μέρος
Το Μέλλον του παρόντος
Από τον άξονα Ανατολής-Δύσης του 19ου και του 20ου αιώνα, στον άξονα Βορρά-Νότου του 21ου και του 22ου αιώνα.
Ένας νέος κόσμος κυοφορείται τον οποίον αδυνατούμε να δούμε, είτε γιατί έχουμε διδαχθεί να σκεφτόμαστε με συγκεκριμένους τρόπους, είτε επειδή δεν διαθέτουμε τα νοητικά εργαλεία και τις κατάλληλες λέξεις.
Στην προσέγγιση που ακολουθεί αναφέρομαι σε άξονες, και όχι σε πόλους, τους οποίους χρησιμοποιώ μόνο προκειμένου να γίνω κατανοητός. Δεν εκκινώ από κάποια θεωρία όπως οι χώρες του Τρίτου Κόσμου του Alfred Sauvy (και η ιδεολογία του Τριτοκοσμισμού), ή οι Τρεις Κόσμοι των Κινέζων (όπου διαχωρίζονταν οι Η.Π.Α και η Ε.Σ.Σ.Δ από τα κράτη της Ε.Ο.Κ, τον Καναδά και την Ιαπωνία) ή η Θεωρία περί Πλανητικού Βορρά και Νότου (που βασίζεται σε οικονομικά και αναπτυξιακά πρότυπα). Προφανώς, οι άνθρωποι που ενστερνίζονται ή γνωρίζουν κάποια από αυτές τις τρεις προσεγγίσεις θα κάνουν τις δικές τους συνδέσεις. Εκκινώ από την πραγματικότητα δύο στρατιωτικών συμφώνων και δύο διηπειρωτικών τάξεων ασφάλειας στον άξονα Δύσης-Ανατολής: του Οργανισμού Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ) και της Συνθήκης Φιλίας, Συνεργασίας και Αμοιβαίας Βοήθειας (Σύμφωνο της Βαρσοβίας). Σε αυτές τις δύο διηπειρωτικές τάξεις περιλαμβάνονται κράτη που ήταν σχετιζόμενα ή εξαρτημένα σε επίπεδο ασφάλειας (Καναδάς, Ιαπωνία, Ν. Κορέα) και κράτη που προσπάθησαν να υπερβούν την έλξη αυτών των δύο πόλων μέσω ουδετερότητας, μη συμμετοχής ή καθυστερημένης ένταξης, αλλά τελικά το βαρυτικό πεδίο αυτών των δύο τάξεων αποτέλεσε πραγματικότητα και γι' αυτά, για λόγους οικονομικούς, πολιτικούς και γεωγραφικούς: π.χ Ισπανία, Σουηδία, π. Γιουγκοσλαβία. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την τελευταία, το Κίνημα των Αδεσμεύτων παρότι αποτέλεσε πραγματικότητα, και όχι θεωρία, δεν είχε στρατιωτικό σκέλος και άρα ήταν άνευ πολιτικής ουσίας σε επίπεδο ασφάλειας.
Ο χάρτης που ακολουθεί είναι ενδεικτικός, και μαζί με αυτόν της λεκάνης απορροής του Δνείπερου είναι οι μόνοι, απ' όσους περιλαμβάνει το κείμενο, που δεν έχω επιμεληθεί. Ωστόσο, τον χρησιμοποιώ προκειμένου ο αναγνώστης να έχει στη διάθεσή του μια νοητική άγκυρα.
1. Το διπολικό ψυχροπολεμικό σύστημα δεν υπήρξε ποτέ πλανητικό. Ήταν ένα σύστημα στο εσωτερικό του παγκόσμιου Βορρά στον άξονα Ανατολής-Δύσης.
2. Μετά από την κατάλυση του ανατολικού ψυχροπολεμικού πόλου, η μετασοβιετική Ρωσσία έλκεται από το βαρυτικό πεδίο του πλανητικού Νότου: όχι μόνο από την Κίνα, αλλά και τη Βραζιλία, την Ινδία και τη Νότια Αφρική στο πλαίσιο των BRICS, πολλά μέλη του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης, ομάδες κρατών όπως η Ένωση Εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) και η Αφρικανική Ένωση, μέχρι περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Τουρκία και το Ιράν, και σταδιακά μετατρέπεται σε εκπρόσωπο των συμφερόντων κρατών του Νότου στον πλανητικό Βορρά.
3. Στο πλαίσιο αυτό (2), η μετακίνηση του κέντρου βάρους ασφάλειας της μετασοβιετικής Ρωσσίας από την Κεντρική Ευρώπη και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας (Πολωνία, 1955) στην Κεντρική Ασία και το Σύμφωνο της Τασκένδης (Ουζμπεκιστάν, 1992), δηλαδή στον Οργανισμό της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας (ΟΣΣΑ), αποτυπώνεται στις δύο πράσινες κουκίδες στο χάρτη και μιλάει από μόνη της (ο συγκεκριμένος χάρτης λειτουργεί συμπληρωματικά με τον τελευταίο χάρτη του μέρους III).
Από το 2014 και ύστερα, με απαρχή την προσάρτηση της Κριμαίας, η Μόσχα επιστρέφει στην Ανατολική Ευρώπη, και με συγκρουσιακή διάθεση στο εναπομείναν ευρωπαϊκό μέτωπο του πλανητικού Βορρά (ευρωπαϊκό σκέλος της «Δύσης»), με αποκορύφωμα όσα εξελίσσονται στην Ουκρανία από τις αρχές του 2022 μέχρι σήμερα.
Έχοντας κατά νου τα προηγούμενα, ας προσπαθήσουμε να επανατοποθετήσουμε ορισμένα γεγονότα και εξελίξεις, από τον άξονα Ανατολής-Δύσης στον άξονα Βορράς-Νότος, προκειμένου να διαπιστώσουμε εάν αναδύονται νέα νοήματα και καινούργιες ερμηνείες.
Ας δούμε ορισμένα γεγονότα:
~ Το 1975, ιδρύεται η ομάδα G7 στο εσωτερικό του παγκόσμιου Βορρά στην κατεύθυνση Δύσης-Ανατολής, με τη δημιουργία της λεγόμενης Τριάδας (Ουάσιγκτον, Βερολίνο, Τόκιο), σηματοδοτώντας την προσπάθεια δημιουργίας ενός νέου πεδίου νομιμότητας για τη Γερμανία και την Ιαπωνία, και παράκαμψης της πιθανότητας ή της αξίωσης των τελευταίων να συμμετέχουν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε ως μόνιμα μέλη. Η ομάδα G7, παράλληλα με μεταβολές στο διεθνές δίκαιο, λειτούργησε ως μέσο αποδυνάμωσης του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. Το 1945 δεν υπήρχε λόγος ύπαρξης μιας ομάδας G7, δηλαδή για κάτι πέρα και έξω από τον Ατλαντικό Βορρά. Το 1975 υπήρχε. Το 1975 δεν υπήρχε λόγος ύπαρξης της ομάδας G20 στην κατεύθυνση Βορρά-Νότου. Το 1999 υπήρχε. Η ομάδα G20, συμβολίζει την προσπάθεια εξάλειψης της διαφοράς μεταξύ της μεταπολεμικής διεθνούς τάξης νομιμότητας και της πραγματικής τάξης ισχύος μεταψυχροπολεμικά. Φανερώνει, επίσης, την ετερογένεια και την ποικιλομορφία του παγκοσμίου συστήματος και αποτελεί θεσμοποιημένη παραδοχή ―στον κόσμο της πραγματικότητας και όχι στον κόσμο της ιδεολογίας― της εγκατάλειψης του Τέλους της Ιστορίας και της Δογματικής Ομοιομορφίας. Τέλος, αποτελεί παραδοχή της κρίσης εκπροσώπησης και νομιμότητας της ομάδας G7 στο εσωτερικό του παγκόσμιου Βορρά ως προς τον πλανητικό Νότο, δηλαδή τον υπόλοιπο πλανήτη.
~ Στις 3 Δεκεμβρίου 2020 το ευρωπαϊκό σκέλος του πλανητικού Βορρά, δηλαδή η Ευρωπαϊκή Ένωση, και ο Οργανισμός των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (OACPS), που δημιουργήθηκε το 1975 στον πλανητικό Νότο, κατέληξαν σε πολιτική συμφωνία νέας εταιρικής σχέσης, που θα αποτελεί το νέο νομικό πλαίσιο των σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με 79 χώρες κυρίως της υποσαχάριας Αφρικής, και δευτερευόντως με μικρά κράτη της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (Α.Κ.Ε). Η συμφωνία ακολουθεί την κοινή στρατηγική Ε.Ε-Αφρικής που εγκρίθηκε το 2007. Η Ε.Ε και τα μέλη του Α.Κ.Ε, από κοινού αντιπροσωπεύουν πάνω από 1,5 δισεκατομμύρια ανθρώπους και πάνω από το ήμισυ των εδρών στα Ηνωμένα Έθνη. Είναι σχεδόν αδύνατον ένα κράτος να έχει μια ρεαλιστική υποψηφιότητα για θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε ως μη μόνιμο μέλος, χωρίς δραστηριοποίηση και κίνηση στον άξονα Νότου-Βορρά (η Ελλάδα πρόσφατα ανακάλυψε την Αφρική ―όχι τη Μεσογειακή, που θέλοντας και μη την θυμήθηκε αφού της χτύπησε την πόρτα η Λιβύη, αλλά την Υποσαχάρια―, καθώς είναι υποψήφια για τα έτη 2025-2026. Η εκλογή θα γίνει από την γενική συνέλευση του Ο.Η.Ε σε δύο χρόνια, το 2024. Συνυποψήφια μαζί με την Ελλάδα είναι η Δανία).
~ Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή το 2015 και Συμφωνία για το Κλίμα στο Παρίσι (COP21). Από τη μια πλευρά βρέθηκαν η Κίνα και η Ινδία, που προσπαθούσαν να προσεταιριστούν τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες της Αφρικής, ενώ στην άλλη πλευρά βρίσκονταν Η.Π.Α και Ε.Ε μαζί, με κοινό στόχο να προσελκύσουν μια συγκεκριμένη Ομάδα κρατών της Αφρικής (CVF): Νότος από τη μια μεριά, Βορράς από την άλλη, με επίδικο τον προσεταιρισμό της Αφρικής (ανάλογη σύμπτυξη είχε γίνει και παλαιότερα COP15).
~ Έντονη πολιτική και διπλωματική αντιπαράθεση μεταξύ Ατλαντικού Βορρά-Νότου το 2019, συγκεκριμένα ανάμεσα σε Βραζιλία και Γαλλία για τον Αμαζόνιο, και απειλή από την πλευρά του Μακρόν προς τον Μπολσονάρο ότι θα διακοπεί η Συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Νότιας Αμερικής (Mercosur). Η Βραζιλία χαρακτήρισε τη Γαλλία ως στρατιωτική απειλή και διαμόρφωσε σενάρια πολέμου και σχέδια αντιμετώπισης πιθανής γαλλικής εισβολής.
~ Το Μεξικό, όπως και η Βραζιλία του Αμερικανικού Νότου, παρά την έντονη κριτική της πρώτης χώρας και την αντίθεση επί της Αρχής της δεύτερης στον Ο.Η.Ε για το ζήτημα της εισβολής στην Ουκρανία, και παρά τις πιέσεις που δέχτηκαν και τα δύο κράτη από τον Αμερικανικό Βορρά, δεν επέβαλλαν κυρώσεις στη Ρωσική Ομοσπονδία.
~ Οι ηγεσίες της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (Η.Α.Ε), δύο ηγετικών χωρών του ΟΠΕΚ, ο οποίος ιδρύθηκε το 1960 από κράτη του Νότου, αρνήθηκαν να συνομιλήσουν με τον Μπαιντεν για την Ουκρανία. Επιπλέον, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα πριν από λίγο καιρό, όταν η Ουάσιγκτον τους έθεσε το δίλημμα F-35 ή Huawei, δεν επέλεξαν Η.Π.Α και Βορρά, ενώ η Σαουδική Αραβία κάλεσε τον Κινέζο πρόεδρο Xi Jinping να επισκεφθεί το Ριάντ, και τα δύο κράτη συνομιλούν για την προοπτική της αγοράς-πώλησης πετρελαίου σε γουάν αντί για δολάρια. (τα κράτη του ΟΠΕΚ με βάση την ημερήσια παραγωγή: Σαουδική Αραβία, Ιράκ, Ιράν, Η.Α.Ε, Κουβέιτ, Βενεζουέλα, Νιγηρία, Ανγκόλα, Αλγερία. Με βάση τα αποδεδειγμένα αποθέματα πετρελαίου: Βενεζουέλα, Σαουδική Αραβία, Ιράν, Ιράκ, Κουβέιτ, Η.Α.Ε, Λιβύη, Νιγηρία, Αλγερία, Ανγκόλα).
~ Η Ινδία, παρότι δέχθηκε ασφυκτικές πιέσεις από τον Ατλαντικό Βορρά, δεν καταδίκασε τη Ρωσική Ομοσπονδία στον Ο.Η.Ε. Το ίδιο και η Μαλαισία. Και το Πακιστάν επίσης, που επιπλέον συμφώνησε για εισαγωγή περίπου δύο εκατομμυρίων τόνων σιτηρών και για την αγορά φυσικού αερίου από τη Ρωσική Ομοσπονδία, παρά τις κυρώσεις. Ινδία και Πακιστάν, δύο χώρες της Νότιας Ασίας που μαζί με το Μπαγκλαντές (Ινδική Υποήπειρος), αριθμούν διπλάσιο πληθυσμό από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη λεγόμενη Αγγλόσφαιρα μαζί (Η.Π.Α, Η.Β, Καναδάς, Αυστραλία, Ν. Ζηλανδία). Επιπροσθέτως: Russian oil sale to India complicates Biden’s efforts. India is buying discounted Russian oil, despite the US ban which could help Russia boost its beleaguered economy. United States President Joe Biden’s campaign to unite the globe against the Russian invasion of Ukraine is being challenged not only by adversaries such as China but also by the world’s most populous democracy, India.The White House is still considering whether to enact sanctions on India for that purchase. The oil deal is a reminder of how the war in Ukraine has created a complicated geopolitical balancing act for Biden (συγχωρέστέ με, αλλά η πύκνωση του πολιτικού χρόνου δεν επιτρέπει να βάλω όλες τις απαραίτητες παραπομπές σε διάφορα σημεία του κειμένου). Οι πιέσεις προς την Ινδία θα συνεχιστούν τα επόμενα χρόνια, γιατί υπάρχουν κέντρα που θεωρούν ότι το παιχνίδι της φιλελεύθερης δημοκρατίας στον 21ο αιώνα θα εξαρτηθεί από αυτήν. Δίχως την Ινδία, ουσιαστικά, η φιλελεύθερη δημοκρατία θα φανερωθεί στον υπόλοιπο πλανήτη ως ιδιαιτεροκρατικό φαινόμενο δίχως οικουμενικές αξιώσεις εφαρμογής και ισχύος.
~ Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά και ένα κράτος που χρησιμοποιεί λόγο (discourse) και λειτουργεί ως εκπρόσωπος του παγκόσμιου Νότου εντός της Σφαίρας του Βόρειου Ατλαντικού Συμφώνου (π.χ “The World Is Bigger than Five”). Το 2010 Βραζιλία και Τουρκία βρέθηκαν στην ίδια πλευρά στο ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, και τα τρία κράτη υπέγραψαν σχετική κοινή διακήρυξη (Joint Declaration by Iran, Turkey and Brazil, 17 May 2010). Πρόσφατα, η Άγκυρα καταδίκασε την εισβολή στην Ουκρανία δίχως να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στη Μόσχα, ενώ νωρίτερα είχε πουλήσει μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) στο Κίεβο. Η κρίση στις σχέσεις Η.Π.Α-Ρωσσίας καθιστά την Τουρκία απαραίτητη στον διαγώνιο άξονα από την Σαουδική Αραβία στα Νοτιοανατολικά μέχρι τη Γερμανία και την Πολωνία στα Βορειοδυτικά. Εκτός από περιφερειακή δύναμη που συνδέει Βορρά και Νότο, η Τουρκία λειτουργεί και ως «αισθητήρας» τάσεων.
Ας επανερμηνεύσουμε ορισμένες εξελίξεις λαμβάνοντας υπόψη τα προηγούμενα.
Πρoτού προχωρήσουμε, όμως, ας επικαιροποιήσουμε μια προαναφερθείσα σχέση (Χ) στη βάση όσων προηγήθηκαν στο παρόν και τελευταίο μέρος: ο πόλεμος των πολιτισμών του Samuel Huntington δεν ήταν τίποτα περισσότερο από την στρατηγική της ανάσχεσης του George Kennan, μεταφερμένη από ένα διπολικό σύστημα στο εσωτερικό του πλανητικού Βορρά στον άξονα Δύσης-Ανατολής σε ένα δυνητικά πολυδιασπασμένο και αποπαγκοσμιοποιημένο ή απλά πολυκεντρικό-πολικό πλανητικό περιβάλλον στον άξονα Βορρά-Νότου.
Ας συνεχίσουμε με την επανερμηνεία εξελίξεων και γεγονότων:
• Η αποσύνθεση της Σοβιετικής Σφαίρας και του ανατολικού ψυχροπολεμικού πόλου του παγκόσμιου Βορρά υπό την ηγεσία της Ρωσσίας, δημιούργησε την ψευδαίσθηση ότι η ΝΑΤΟϊκή Σφαίρα και ο δυτικός ψυχροπολεμικός πόλος υπό την ηγεσία των Η.Π.Α, θα εγκαθίδρυε Πλανητική Ηγεμονία. Αυτή είναι μια ανάγνωση στον άξονα Δύσης-Ανατολής. Στην πραγματικότητα, η αποσύνθεση του ανατολικού ψυχροπολεμικού πόλου αποτέλεσε το σπάσιμο του Βορρά, την πρώτη πράξη αδυναμίας του Πλανητικού Βορρά έναντι του Νότου: κατάρρευση της Σοβιετικής Σφαίρας και συνέχιση και ισχυροποίηση της Σινικής. Δευτερεύουσα παρατήρηση: όπως κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι το 1968 στη Τσεχία αποτέλεσε προοίμιο των Σλαβικών εμφυλίων που θα λάμβαναν χώρα μεταψυχροπολεμικά στο άξονα Ανατολής-Δύσης (III), έτσι μπορεί να θεωρήσει την ήττα των Αμερικανών στο Βιετνάμ (1955-1975) και των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν (1979-1989), ως πρώιμες πράξεις αδυναμίας του πλανητικού Βορρά έναντι του Νότου.
• Ο πρώτος πλανητικός πόλεμος του Βορρά εναντίον του Νότου, ήταν ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας και έλαβε χώρα εξωτερικά και στην περιφέρεια της Βορειοατλαντικής και της πρώην Σοβιετικής Σφαίρας, δηλαδή του παλαιού διπολικού συστήματος του παγκόσμιου Βορρά, από την Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή μέχρι τη Βόρεια Αφρική.
• Ο πόλεμος στην Ουκρανία λαμβάνει χώρα στις παρυφές και τα σύνορα του ευρωπαϊκού τμήματος του παγκόσμιου Βορρά, και μπορεί να ιδωθεί είτε ως κορύφωση του πρώτου πλανητικού πολέμου Βορρά-Νότου στον 21ο αιώνα, (ο οποίος στην τοπική και περιφερειακή του κλίμακα, και μέσα στα συμφραζόμενα του 20ου αιώνα, αποτελεί επιστροφή των ζωτικών μετώπων του Μεγάλου Πολέμου), είτε ως απαρχή του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου μεταξύ πλανητικού Βορρά και Νότου.
• Ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης αποτέλεσε την πρώτη τάξη στον άξονα Βορρά-Νότου που εμπεριείχε στοιχεία ασφάλειας. Οι κινήσεις των Η.Π.Α για τη δημιουργία Αραβικού ΝΑΤΟ, Ασιατικού ΝΑΤΟ κ.λπ, αποτελούν προσπάθειες δημιουργίας περιφερειακών τάξεων ασφάλειας στον άξονα Βορρά-Νότου, διότι ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου είναι απαρχαιωμένος, καθώς αποτελεί τάξη ασφάλειας στον παλαιό άξονα Δύσης-Ανατολής του 20ου αιώνα. Οι προσπάθειες της Γαλλίας για περιφερειακά συστήματα ασφάλειας ακολουθεί την ίδια λογική.
~
Η Ρωσσία ως απόλυτος υπαρξιακός εχθρός, αποτελεί (απέλπιδα) προσπάθεια επαναφοράς, επικαιροποίησης και επαναβεβαίωσης στον άξονα Δύσης-Ανατολής, προκειμένου να παραμείνει ενωμένος ο Βόρειος Ατλαντικός υπό την κυριαρχία των Η.Π.Α, παρά το χάσμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ της Αμερικανικής και της Ευρωπαϊκής πλευράς του, εξαιτίας του βαρυτικού πεδίου που ασκεί η ιστορική μεταστροφή στον άξονα Βορρά-Νότου.
Παρά τις παρανοήσεις ότι η Μόσχα προσπαθεί να ανοικοδομήσει τη Σοβιετική Ένωση, στην πραγματικότητα αυτό που βλέπουμε με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο οποίος εμπεριέχει όλες τις κύριες αντιθέσεις μεταξύ της Ρωσσίας από τη μια μεριά (που εκφράζει τα συμφέροντα κρατών του ανερχόμενου κόσμου του Νότου στο μέτωπο του Βορρά), και της Δύσης από την άλλη (που επιδιώκει να διατηρήσει μια παρακμάζουσα παγκόσμια ημι-ηγεμονία/επικυριαρχία), είναι το τέλος της μεταψυχροπολεμικής και μετασοβιετικής Ρωσσίας και η γέννηση μιας νέας Ρωσσίας, μέσω της προσπάθειας οικοδόμησης μιας νέας γεωπολιτικής οντότητας, στο πλαίσιο της διαμόρφωσης μιας νέας πλανητικής τάξης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ρωσική Ομοσπονδία επεκτείνεται και ανοίγεται προς όλα τα σημεία του ορίζοντα: προς Δύση στην Ανατολική Ευρώπη, προς Βορρά στον Αρκτικό Κύκλο, προς Ανατολή στην Κίνα, και προς Νότο στην Κεντρική και Νότια Ασία, και τη Μέση Ανατολή. Η Μόσχα έχει σημαντικό παρελθόν με το Νέο Δελχί που δεν πρέπει να υποτιμάται. Αυτός είναι άλλωστε ο τρόπος εξωτερικής εξισορρόπησης της εμβάθυνσης της Κινεζο-Ρωσικής Συνεργασίας, που ενισχύεται από τις Αμερικανικές πολιτικές επιλογές (και όχι να σου λένε υποτιμητικά πως «είτε θα έρθεις σε εμένα είτε δεν θα υπάρχεις» junior partner, ή μέσω επιβαλλόμενων διλημμάτων σε πολιτικό επίπεδο στη λογική «είτε είσαι μαζί μας είτε εναντίον μας»). Επιπλέον, η Μόσχα, ναι μεν εκτίθεται στα μάτια αν όχι των περισσοτέρων τουλάχιστον πολλών εντός της Δύσης, αλλά παράλληλα εκθέτει τη Δύση στα μάτια του υπόλοιπου πλανήτη, όχι μόνο μέσω των μέτρων που λαμβάνονται εις βάρος της (άρα της ταύτισης που μπορούν να έχουν οι άλλοι μαζί της, καθώς μπορεί να είναι ίδια η μοίρα τους), αλλά και επειδή η Ρωσσία κάνει mirroring, αντιγράφοντας όσα έχουν κάνει οι Η.Π.Α και οι σύμμαχοί τους στρατιωτικά στην περιφέρεια ή εκτός της Ευρώπης, αποκαλύπτοντας τα δύο μέτρα και δύο σταθμά, την υποκρισία. Επιπροσθέτως, κατά τη διάρκεια του λεγόμενου Ψυχρού Πολέμου, ο Βόρειος Ατλαντικός προσπαθούσε να διασφαλίσει ότι η Σοβιετική Ρωσσία δεν θα είχε πρόσβαση σε μια περιοχή που ξεκινούσε από την Τουρκία και μέσω Ιράκ και Ιράν, έφτανε μέχρι το Πακιστάν (METO/CENTO, Σύμφωνο της Βαγδάτης). Κάτι τέτοιο δεν ισχύει σήμερα. Τέλος, η Ρωσσία εκτός από εκπρόσωπος των συμφερόντων κρατών του Νότου στον πλανητικό Βορρά, θα αποτελέσει και την Πύλη για κράτη του Νότου προς τον Αρκτικό Κύκλο και τον Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό.
Η Ρωσική Ομοσπονδία κατέχει μια εκπληκτική κεντρικότητα αυτή την περίοδο, ακριβώς επειδή βρίσκεται στο κέντρο των αξόνων τόσο Ανατολής-Δύσης όσο και Βορρά-Νότου, και άρα στο επίκεντρο των παγκόσμιων εξελίξεων. Εάν θα καταφέρει να σηκώσει το βάρος αυτής της κεντρικότητας, και τις πιέσεις που προκύπτουν από αυτήν, θα φανεί στο μέλλον. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ρωσσίας είναι το γεγονός ότι τελεί υπό συνεχείς μεγάλους πολέμους και ανταγωνισμούς: Ρωσοϊαπωνικός, Μεγάλος πόλεμος, Εμφύλιος, Δεύτερος Παγκόσμιος, Ψυχρός πόλεμος και τώρα, πάλι, ένας ακόμα πόλεμος που θα αφήσει βαθύ τραύμα στη συλλογική ψυχή των Ανατολικών Σλάβων. Η Ουκρανία είναι καταραμένη χώρα. Τα κράτη πρέπει να εισέρχονται και να εξέρχονται, κάνοντας παύσεις, από πολεμικές αναμετρήσεις.
Η απομάκρυνση και η αποσύνδεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Ρωσική Ομοσπονδία λειτουργεί υπέρ των Ηνωμένων Πολιτειών στον άξονα Δύσης-Ανατολής, όχι όμως στον άξονα Βορρά-Νότου, που αποτελεί τον άξονα της ιστορίας του 21ου και του 22ου αιώνα. Η μεταστροφή προς τον άξονα των επόμενων δύο αιώνων, μπορεί να παρομοιαστεί με αντιστροφή στην κατεύθυνση του ιστορικού και γεωπολιτικού μαγνητικού πεδίου της Γης.
~
Υποτίθεται ότι ο Ναπολέων είχε πει: «Αφήστε την Κίνα να κοιμηθεί, γιατί όταν ξυπνήσει θα ταρακουνηθεί ο κόσμος». Όμως δεν ξυπνάει και δεν σηκώνεται απλώς η Κίνα, αλλά αντιστρέφεται η κατεύθυνση του γεωπολιτικού μαγνητικού πεδίου της Γης, μέσω της μεταστροφής από τον άξονα Ανατολής-Δύσης στον άξονα Βορρά-Νότου για τους αιώνες που έρχονται.
Δεν θα αποτελούσε έκπληξη εάν σε μια ή δύο γενιές από σήμερα, οι Δυτικοί αυτοαποκαλούνται Βόρειοι, και η Δύση έχει μετονομαστεί σε Βορρά. Άλλωστε κάτι τέτοιο θα ήταν πιο κοντά στην ουσία των πραγμάτων, όπως φανερώνει και η επίσημη ονομασία: Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου.
Ένας νέος κόσμος αχνοφαίνεται στον ιστορικό ορίζοντα και μια ιστορική εποχή δύει. Είναι μπροστά στα μάτια μας, αλλά αδυνατούμε να τον σχηματοποιήσουμε, γιατί δεν διαθέτουμε ούτε τις κατάλληλες λέξεις ούτε τις ανάλογες προοπτικές, δημιουργώντας διαφορετικές συνδέσεις, εικόνες και ιδέες, στο μυαλό μας.
Δημήτρης Β. Πεπόνης
.~`~.
Αν θεωρείτε πως ο χρόνος που αφιερώνεται και οι ιδέες που εκφράζονται έχουν αξία, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το κουμπί Donate, προκειμένου να συμβάλλετε στην απρόσκοπτη συνέχιση του εγχειρήματος της Κοσμοϊδιογλωσσίας. Ευχαριστώ.
21 | 3 | 3 μ.Κ ~ Year ΙΙΙ AQ | 2022